Στο τέλος Ιουνίου, έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα αργίας, ξεκινούν και πάλι οι ανασκαφές στην περιοχή της Κυμισάλας από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και την Ακαδημία Επιστημών της Πολωνίας.
Η έρευνα κατά το 2012 αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης. Ωστόσο, παρά τις μεγάλες δυσχέρειες, κατέστη δυνατό να διεξαχθεί κανονικά -αν και μόνο για δύο εβδομάδες- χάρη στην εθελοντική προσφορά και συνεισφορά των μελών της ανασκαφικής ομάδας (αρχαιολόγων, τοπογράφων και φοιτητών) και την ανιδιοτελή συνεισφορά και στήριξη της τοπικής κοινωνίας Σιαννών και Μονολίθου.
Από το 2006 στην περιοχή διεξάγεται συστηματική αρχαιολογική έρευνα από το Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και την ΚΒ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, με σκοπό τον καθαρισμό των υπέργειων μνημείων, τον εντοπισμό περισσότερων αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, την ανασκαφή των σημαντικότερων από αυτά και, μεσοπρόθεσμα, την ανάδειξη του χώρου.
Περίπου 70 χιλιόμετρα νότια από τη Ρόδο, σε μια πυκνά δασωμένη και ημιορεινή περιοχή κείτονται τα κατάλοιπα ενός ελάχιστα γνωστού μέχρι σήμερα αρχαίου Δήμου της Ρόδου. Ο Δήμος των Κυμισαλέων, βρισκόταν στη νότια εσχατιά της Καμιρίδος Χώρας και υπαγόταν διοικητικά στην άλλοτε κραταιή Κάμιρο.
Η περιοχή σήμερα, αποκομμένη από το υπόλοιπο νησί από τον επιμήκη και επιβλητικό όγκο του Ακραμίτη, εμπίπτει στα διοικητικά όρια της Δημοτικής Ενότητας Αταβύρου, με τις αρχαιολογικές θέσεις να μοιράζονται στις αγροτικές περιοχές των δημοτικών διαμερισμάτων Σιαννών και Μονολίθου.
Η διατήρηση του τοπωνυμίου Κυμισάλα αποτελεί τρανταχτή απόδειξη της συνέχειας που υπήρξε στην περιοχή από την ελληνική αρχαιότητα μέχρι σήμερα και η εντοπιότητά του επιβεβαιώνεται από τις επιτύμβιες στήλες επιφανών ανδρών που τάφηκαν στη νεκρόπολη και τα ονόματά τους συνοδεύονταν από το εθνικό επίθετο «Κυμισαλεύς».
Ο Δήμος των Κυμισαλέων φαίνεται πως κατοικείτο τουλάχιστον από τον 7ο αι. π.Χ., όπως μαρτυρούν τα ευρήματα από την εκτεταμένη νεκρόπολη, μέχρι και την ύστερη αρχαιότητα (4ος-6ος αι. μ.Χ.), όπως μαρτυρούν τα κατά καιρούς αρχαιολογικά ευρήματα
Η έρευνα κατά το 2012 αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης. Ωστόσο, παρά τις μεγάλες δυσχέρειες, κατέστη δυνατό να διεξαχθεί κανονικά -αν και μόνο για δύο εβδομάδες- χάρη στην εθελοντική προσφορά και συνεισφορά των μελών της ανασκαφικής ομάδας (αρχαιολόγων, τοπογράφων και φοιτητών) και την ανιδιοτελή συνεισφορά και στήριξη της τοπικής κοινωνίας Σιαννών και Μονολίθου.
Από το 2006 στην περιοχή διεξάγεται συστηματική αρχαιολογική έρευνα από το Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και την ΚΒ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, με σκοπό τον καθαρισμό των υπέργειων μνημείων, τον εντοπισμό περισσότερων αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, την ανασκαφή των σημαντικότερων από αυτά και, μεσοπρόθεσμα, την ανάδειξη του χώρου.
Περίπου 70 χιλιόμετρα νότια από τη Ρόδο, σε μια πυκνά δασωμένη και ημιορεινή περιοχή κείτονται τα κατάλοιπα ενός ελάχιστα γνωστού μέχρι σήμερα αρχαίου Δήμου της Ρόδου. Ο Δήμος των Κυμισαλέων, βρισκόταν στη νότια εσχατιά της Καμιρίδος Χώρας και υπαγόταν διοικητικά στην άλλοτε κραταιή Κάμιρο.
Η περιοχή σήμερα, αποκομμένη από το υπόλοιπο νησί από τον επιμήκη και επιβλητικό όγκο του Ακραμίτη, εμπίπτει στα διοικητικά όρια της Δημοτικής Ενότητας Αταβύρου, με τις αρχαιολογικές θέσεις να μοιράζονται στις αγροτικές περιοχές των δημοτικών διαμερισμάτων Σιαννών και Μονολίθου.
Η διατήρηση του τοπωνυμίου Κυμισάλα αποτελεί τρανταχτή απόδειξη της συνέχειας που υπήρξε στην περιοχή από την ελληνική αρχαιότητα μέχρι σήμερα και η εντοπιότητά του επιβεβαιώνεται από τις επιτύμβιες στήλες επιφανών ανδρών που τάφηκαν στη νεκρόπολη και τα ονόματά τους συνοδεύονταν από το εθνικό επίθετο «Κυμισαλεύς».
Ο Δήμος των Κυμισαλέων φαίνεται πως κατοικείτο τουλάχιστον από τον 7ο αι. π.Χ., όπως μαρτυρούν τα ευρήματα από την εκτεταμένη νεκρόπολη, μέχρι και την ύστερη αρχαιότητα (4ος-6ος αι. μ.Χ.), όπως μαρτυρούν τα κατά καιρούς αρχαιολογικά ευρήματα
Σχετική ανάρτηση http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/06/blog-post_12.html
Η έκταση που καταλαμβάνουν οι αρχαιότητες ξεπερνά τα 10.000 στρέμματα πράγμα που δεν είναι καθόλου περίεργο, αν αναλογιστεί κανείς πως ο Δήμος είχε τη δική του ακρόπολη, απαρτιζόταν από τουλάχιστον τρεις οικισμούς (η λεγόμενη κατοίκηση «κωμηδόν») και είχε μια κεντρική, μεγάλη νεκρόπολη και τουλάχιστον άλλες τρεις μικρότερες περιφερειακές νεκροπόλεις.
Ο λόφος του Αγίου Φωκά, ο οποίος δεσπόζει στην περιοχή φιλοξενεί στην κορυφή του την ακρόπολη των Κυμισαλέων, όπου σήμερα σώζονται εντυπωσιακά τμήματα των τειχών που την περιτρέχουν, καθώς και η θεμελίωση και η πρώτη σειρά δόμων ενός μικρού ελληνιστικού ναού.
Η έντονη δυστυχώς αρχαιοκαπηλική αλλά και τυχοδιωκτική αρχαιολογική δραστηριότητα στον χώρο της κεντρικής νεκρόπολης, από τα μέσα κυρίως του 19ου αι. μέχρι και τα τελευταία χρόνια, μάς έχει στερήσει τεράστιες ποσότητες αντικειμένων και έχει καταστρέψει πολλές εκατοντάδες τάφων, στερώντας μας σημαντική γνώση για τον πολιτισμό και την ιστορία του σημαντικού αυτού δήμου της Ροδιακής υπαίθρου.
Η περιοχή βέβαια δεν έχει μόνο τεράστιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Βρίσκεται στην καρδιά της περιοχής Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής, που έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Νatura 2000, ως Μνημείο της Φύσης, καθώς, πέραν της ιδιαίτερης γεωμορφολογίας, του φυσικού κάλλους και του πυκνού δάσους, συγκεντρώνει μοναδικά οικοσυστήματα κοινού κοινοτικού ενδιαφέροντος.
Αυτό το προτέρημα της περιοχής, σε συνδυασμό με την ανάδειξη των αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, θα μπορούσε να οδηγήσει σύντομα στη δημιουργία ενός μοναδικού αρχαιολογικού-οικολογικού πάρκου, το οποίο θα διασφάλιζε τη φυσιογνωμία της περιοχής και θα οδηγούσε σε μια αειφορική και βιώσιμη ανάπτυξη την ημειορεινή περιοχή Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής.
Η έκταση που καταλαμβάνουν οι αρχαιότητες ξεπερνά τα 10.000 στρέμματα πράγμα που δεν είναι καθόλου περίεργο, αν αναλογιστεί κανείς πως ο Δήμος είχε τη δική του ακρόπολη, απαρτιζόταν από τουλάχιστον τρεις οικισμούς (η λεγόμενη κατοίκηση «κωμηδόν») και είχε μια κεντρική, μεγάλη νεκρόπολη και τουλάχιστον άλλες τρεις μικρότερες περιφερειακές νεκροπόλεις.
Ο λόφος του Αγίου Φωκά, ο οποίος δεσπόζει στην περιοχή φιλοξενεί στην κορυφή του την ακρόπολη των Κυμισαλέων, όπου σήμερα σώζονται εντυπωσιακά τμήματα των τειχών που την περιτρέχουν, καθώς και η θεμελίωση και η πρώτη σειρά δόμων ενός μικρού ελληνιστικού ναού.
Η έντονη δυστυχώς αρχαιοκαπηλική αλλά και τυχοδιωκτική αρχαιολογική δραστηριότητα στον χώρο της κεντρικής νεκρόπολης, από τα μέσα κυρίως του 19ου αι. μέχρι και τα τελευταία χρόνια, μάς έχει στερήσει τεράστιες ποσότητες αντικειμένων και έχει καταστρέψει πολλές εκατοντάδες τάφων, στερώντας μας σημαντική γνώση για τον πολιτισμό και την ιστορία του σημαντικού αυτού δήμου της Ροδιακής υπαίθρου.
Η περιοχή βέβαια δεν έχει μόνο τεράστιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Βρίσκεται στην καρδιά της περιοχής Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής, που έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Νatura 2000, ως Μνημείο της Φύσης, καθώς, πέραν της ιδιαίτερης γεωμορφολογίας, του φυσικού κάλλους και του πυκνού δάσους, συγκεντρώνει μοναδικά οικοσυστήματα κοινού κοινοτικού ενδιαφέροντος.
Αυτό το προτέρημα της περιοχής, σε συνδυασμό με την ανάδειξη των αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων, θα μπορούσε να οδηγήσει σύντομα στη δημιουργία ενός μοναδικού αρχαιολογικού-οικολογικού πάρκου, το οποίο θα διασφάλιζε τη φυσιογνωμία της περιοχής και θα οδηγούσε σε μια αειφορική και βιώσιμη ανάπτυξη την ημειορεινή περιοχή Ατάβυρος-Ακραμίτης-Αρμενιστής.
Πηγή:www.dimokratiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html