Αναβίωσαν οι εφιαλτικές στιγμές από την τραγωδία στη Marfin
Εξι χρόνια μετά την τραγωδία με τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin, όπου έχασαν τη ζωή τους τρεις άνθρωποι, οι εφιαλτικές στιγμές αναβίωσαν στην αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου. Με τον τρόμο να χαράζει ακόμη τα πρόσωπά τους, υπάλληλοι της τράπεζας θυμήθηκαν τις κραυγές «κάψτε τους» που άκουγαν απέξω, ενώ το δικαστήριο πάγωσε από την κατάθεση ενός εκ των μαρτύρων, που φοβήθηκε να περιγράψει τον διάλογο που είχε με τους δράστες!
ΑΠΟ ΤΗ
ΣΟΦΙΑ ΣΠΙΓΓΟΥ
ΣΟΦΙΑ ΣΠΙΓΓΟΥ
Η δίκη άρχισε με τους υπαλλήλους να περιγράφουν λεπτό προς λεπτό την επίθεση στο υποκατάστημα της Marfin και στο βιβλιοπωλείο Ιανός στην οδό Σταδίου, αλλά και την αγωνία που ένιωσαν στα 13 ατελείωτα λεπτά που κράτησαν οι προσπάθειες απεγκλωβισμού από τη φλεγόμενη τράπεζα. Ομως εκείνη που προβλημάτισε έδρα και ακροατήριο ήταν η κατάθεση του ταμία του καταστήματος, που υπονόησε ότι φοβάται να μιλήσει, χωρίς όμως να έχει απειληθεί ποτέ από κανέναν, όπως τόνισε. «Γύρω στη 1.30 το μεσημέρι της 5ης Μαΐου έσπασαν τα τζάμια του υποκαταστήματος. Είδα δύο σκιές, όπως κοίταζα δεξιά. Δεν είδα να πετάνε εύφλεκτο υλικό. Ακουσα “μπαμ” και είδα τη φωτιά, η οποία απλώθηκε αμέσως» περιέγραψε ο μάρτυρας.
Σε αυτό το σημείο ερωτήθηκε αν υπήρξε διάλογος με τα άτομα που βρίσκονταν στον δρόμο και απάντησε εμφανώς ταραγμένος: «Δεν νιώθω ασφάλεια, είναι δύσκολη η θέση μου. Υπήρχε διάλογος»! Η δεύτερη κατάθεση που προκάλεσε αντιδράσεις στο ακροατήριο ήταν εκείνη της υπαλλήλου Αναστασίας Χρηστάκη, που υποστήριξε ότι τους δόθηκε οδηγία να ασφαλίσουν τα χαρτιά της τράπεζας, αλλά δεν υπήρξαν οδηγίες για να σωθούν οι ίδιοι!
Η μάρτυρας Κατερίνα Ιωαννίδου, η οποία βρισκόταν στο ισόγειο του υποκαταστήματος, περιέγραψε λεπτό προς λεπτό την επίθεση: «Ξαφνικά ακούμε χτυπήματα από βαριοπούλα, στο πέμπτο χτύπημα έγινε ένα μεγάλο άνοιγμα στην τζαμαρία, υποχώρησε ένα κομμάτι τζαμιού και βλέπω ένα άτομο να προσπαθεί να μπει από το άνοιγμα και να ρίξει εύφλεκτο υγρό. Μία συνάδελφος λέει “Παναγία μου, μπαίνει κάποιος μέσα” και τραπήκαμε σε φυγή».
Η ίδια ρωτήθηκε αν η σωματοδομή του κατηγορουμένου μοιάζει με αυτήν του δράστη του εμπρησμού που είδε εκείνη την ημέρα και απάντησε: «Δεν το αποκλείω».
Η σύνεδρος επέμεινε και ρώτησε απευθυνόμενη προς τον κατηγορούμενο αν έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια και έχει πάρει βάρος, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις από την πλευρά της υπεράσπισης.
Μπορεί η έναρξη της δίκης να είχε αναβληθεί αρκετές φορές και η εκδίκαση της υπόθεσης να έχει καθυστερήσει δραματικά, ωστόσο από τις καταθέσεις των μαρτύρων δεν προκύπτει αναγνώριση του δράστη που προέβη στη δολοφονική ενέργεια. Οι δύο κατηγορούμενοι -ένας για κάθε επίθεση- αρνήθηκαν τις κατηγορίες, με τον 34χρονο Θεόδωρο Σίψα να επισημαίνει ότι έχει καταδικάσει δημόσια την εμπρηστική επίθεση από το 2011: «Αρνούμαι τις κατηγορίες, έχω καταδικάσει τέτοιες ενέργειες. Δεν έχω καμία σχέση με τον εμπρησμό της τράπεζας».
«Αρνούμαι τις κατηγορίες»
Παρόμοια δήλωση έκανε και ο Παύλος Ανδρεάδης ή Αντρέεβ, κατηγορούμενος για την επίθεση στον Ιανό: «Καταδικάζω κι εγώ το γεγονός και αρνούμαι τις κατηγορίες. Δεν έχω συμμετάσχει σε τέτοια πράξη. Είχα σχολάσει απο τη δουλειά εκείνη τη μέρα και δεν ήμουν καν στον χώρο».
Η ατμόσφαιρα φορτίστηκε όταν ανέβηκαν στο βήμα του μάρτυρα οι γονείς της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου που, μαζί με τις οικογένειες των άλλων δύο θυμάτων, του Επαμεινώνδα Τσάκαλη και της Παρασκευής Ζούλια, δήλωσαν παράσταση πολιτικής αγωγής στην υπόθεση. Κατέθεσαν για ελάχιστα λεπτά, προσπαθώντας να περιγράψουν πώς ενημερώθηκαν για την τραγωδία. Ο πατέρας της Αγγελικής, Ζαχαρίας Παπαθανασόπουλος, κατέθεσε πως πληροφορήθηκε για τον χαμό της κόρης του στη φωτιά όταν του τηλεφώνησε ένας ανιψιός του, που ενημερώθηκε από τα μέσα ενημέρωσης.
«Ζήσαμε έντονα την αγωνία του θανάτου»
Τις αγωνιώδεις εκκλήσεις του σε εκείνους που έκαναν επίθεση στην τράπεζα περιέγραψε υπάλληλος που βρισκόταν στο μπαλκόνι για να σωθεί. «Τους φώναζα ότι υπάρχει κόσμος! Ελεγα να σταματήσουν! Θυμάμαι ότι είχα πάρει μια κούτα Α4 και τους απειλούσα ότι θα την πετάξω και είδα να βαράνε τα τζάμια.
Είδα μαυροντυμένους, κάποιος μου φάνηκε ότι είχε κάτι άσπρο στα χέρια, δεν θυμάμαι αν ήταν γάντια ή κάτι άλλο. Υπήρχαν κάποιοι που φώναζαν “να καείς, ρε!”» ανέφερε ο τραπεζικός υπάλληλος Βαγγέλης Λαγουδάκος.
Την ίδια εμπειρία περιέγραψε και η Μαρία Καραγιάννη: «Οταν ήμουν στο υπόγειο, άκουσα σπασίματα, την τζαμαρία. Πήγα στον δεύτερο όροφο ενστικτωδώς για καθαρό αέρα. Βγήκα στο μπαλκόνι. Από κάτω είχε πολύ κόσμο. Δεχθήκαμε και φραστικές επιθέσεις. Ζήσαμε την αγωνία του θανάτου πολύ έντονα. Δεν ξέραμε αν θα ζήσουμε από τον καπνό».
Διαβάστε παρακάτω τη συνέχεια...
«Μια γυναίκα τούς έλεγε “κάψτε τους”»
Η Χριστίνα Λορέντζου, η οποία βρισκόταν στο ισόγειο, είδε τη στιγμή που πέταξαν στο κτίριο τη μολότοφ και το εύφλεκτο υλικό: «Επειδή είχαμε αντιληφθεί ότι γινόντουσαν φασαρίες, είχαμε κατεβάσει στόρια. Τους πλησίασαν και τους είπαν ότι υπάρχουν άνθρωποι μέσα! Ηταν τρία άτομα, αδύνατοι, ένας ψηλός και άλλοι δυο, πιο κοντοί και αδύνατοι. Φορούσαν κουκούλες και είχαν καλυμμένα τα πρόσωπα. Μου έδωσαν την εντύπωση ότι θα μπουν μέσα και θα μου ρίξουν κάτι. Τελικά είδα ότι κάτι έριξαν μέσα στην τράπεζα. Ακουσα φωνή γυναικεία που τους έλεγε “κάψτε τους”. Στο τρίτο χτύπημα έγινε ένα μεγάλο άνοιγμα στην τζαμαρία και από εκεί έριξαν ό,τι έριξαν».
«Δεν έβλεπα τίποτα από τον καπνό»
Ο μάρτυρας Γεώργιος Στρατογιαννάκης ήταν πιθανότατα ο τελευταίος που είδε ζωντανούς τους συναδέλφους του Αγγελική Παπαθανασοπούλου και Επαμεινώνδα (Νώντα) Τσάκαλη: «Είδα στο παταράκι τον Νώντα και την Αγγελική, στο γραφείο του Νώντα. Εκείνος έψαχνε κλειδιά για να ανοίξει το μηχανοστάσιο του ασανσέρ. Μου έδωσε εμένα κάποια κλειδιά για να ανοίξω. Μπαίνοντας στο μηχανοστάσιο, δεν έβλεπα τίποτα. Οταν γύρισα, είχε μπει καπνός και στο γραφείο του Νώντα. Η Αγγελική ήταν δίπλα του... Την επόμενη μέρα μάθαμε ότι ο Νώντας βρέθηκε κοντά στο κλιμακοστάσιο, ενώ η Αγγελική είχε μείνει στο γραφείο του. Εκεί βρέθηκε την επόμενη ημέρα το αποτύπωμα από το σώμα της».
«Ανατροφοδοτούσαν τη φωτιά»
Για «ανατροφοδότηση» (!) της φωτιάς έκανε λόγο ο μάρτυρας Γεώργιος Στρατογιαννάκης: «Πήγα κι εγώ στο μπαλκόνι, υπήρχε σύγχυση και αναστάτωση, ήταν δυο συνάδελφοι εκεί και μου λένε αυτοί έρχονται και πετάνε κι άλλο. Ηταν ένας με κάνιστρο (ψεκαστήρι) και προσπαθούσε να ρίξει μέσα, φαινόταν σαν υγρό. Ηταν σκυμμένος και πρότεινε τα χέρια του με το κάνιστρο. Αυτό το έκανε 2-3 φορές. Με το που έφευγε, η φωτιά φούντωνε, τώρα, σύμπτωση, δεν ξέρω... Είδα έναν νεαρό μετρίου αναστήματος, μελαχρινός, 20 με 22 ετών. Εκανε μία χειρονομία και έδειχνε τα γεννητικά του όργανα. Αυτό το κατάλαβα μετά, τότε, εκείνη τη στιγμή νόμιζα ότι ήθελε να μας βοηθήσει. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπήρχαν άτομα και ερχόντουσαν και τροφοδοτούσαν τη φωτιά διαρκώς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html