Η φαινομενική εξωτερική και εσωτερική μορφή του σύμπαντος εκφράζεται με μίαν και μόνη λέξιν και η λέξις [αυτή] είναι η ΑΓΑΠΗ[1]. [Η Αγάπη] ποτέ δεν είχε αρχή, είναι αΐδιος, προοδευτική [και] ουδέποτε θα έχει τέλος. Το παν εξ αυτής απορρέει διότι αυτή είναι το παν και την φέρει ο καθένας μέσα του. Λίγοι όμως την εννοούν. Την αντιλαμβάνονται μόvov εκείνοι που απέκτησαν δυνάμει αυτής την δύναμη να την ακούσουν λαλούσαν και να τρέφονται δι’ αυτής. Τρέφονται δι’ αυτής διότι η Αγάπη είναι αιθέρια και καλύπτεται από την άχνη του προσώπου του Έρωτος. Του νόμου αυτού της ζωής της παράγει νέας συνειδήσεις εις τα αρτιότατα σώματα του Σύμπαντος και διέπει αυτάς δια των ακτινών του
πνεύματός της. Ο Ήλιος εντός του και εντός των ακτινών του σκορπά στο σύμπαν μέρος της ζωής του άστρου πριν έδωσε σε κάθε σώμα μέρος της. Το σύνολο του παγκοσμίου αυτού έρωτος είναι για τον καθένα η παραγωγή της ζωής, η κινητήρια δύναμις διότι διεμόρφωσε αυτήν ανάλογα με την εξέλιξή της. Πολλαπλασιάζεται από μόρια γίνεται πλήρης συνείδηση και φθάνει μέχρι του μεγάλου εγώ της, μέχρι του θρόvoυ της πρόνοις ως αφετηρίας.
[Η Αγάπη] συστηματοποιεί τους vόμους, δημιουργεί τας συνειδήσεις συνδέεται με αυτάς, οπόταν αρχίζει να λαμβάνει μορφή παντοδυναμίας, πληρεί με ζωήν όποιον την αισθάνεται και διαλύει τον πέπλο που συσκοτίζει την διάνοιά του. Η κίνησις είναι νόμος της, το πνεύμα σύμμαχός της, εν τη τελειότητι είναι τριαδική και αποτελεί πλήρη αυτεξουσιότητα. Συνδέεται πανταχόθεν με τους νόμους που έχει παραγάγει, και δίδει πνεύμα τροφής στις μικρές συνειδήσεις και τα τέκνα της.
Σπυρίδων Νάγος
[1] Η αγάπη είναι υπέρτατος Νόμος της θείας Φύσεως γιατί επιβάλει σ’ αυτόν που τον εκδηλώνει να εφαρμόζει τον Νόμο της Δικαιοσύνης προς κάθε κατεύθυνση αδιακρίτως. Η αγάπη είναι το πηδάλιο του ηρωισμού, είναι ο νόμος ο διακανονίζων τον νόμο της θελήσεως. Ουδείς καθίσταται ήρωας χωρίς αγάπη, ουδείς καθίσταται θεός αν δεν υπήρξε ήρωας. Η αγάπη γεννά τον ηρωισμό ο δε ηρωισμός συντρίβει όλα τα πάθη. Τους αιωνίους αυτούς νόμους που λειτουργούν στα βάθη των θεοτήτων του ουρανού ουδείς ο οποίος επιθυμεί να γίνει θεός δύναται να παραγνωρίσει. Ο παραγνωρίζων αυτούς είναι θνητός. Μόνον προ του ηρωισμού και της αγάπης υποχωρεί ο θάνατος. Ο θάνατος είναι θεός γιατί υποβάλει στην θέλησή του κάθε πνεύμα που δεν εξεδήλωσε φως. Είναι θεός του σκότους και όπου αυτό λειτουργεί ως νόμος ουσίας εκεί επεκτείνεται και ο θάνατος
Έχω την γνώμην ότι η λέξις «Αγάπη» είναι σύνθετος από τις εξής δύο λέξεις:
ΑΓΑΝ + ΠΩ.
Η πρώτη (ΑΓΑΝ), είναι το γνωστόν σε όλους μας ποσοτικόν επίρρημα, το οποίον δηλοί το υπερβολικόν, το πάρα πολύ.
Η δεύτερη,διά την οποίαν είναι κατανοητή κάθε επιφύλαξις, ίσως να είναι το αρχαιότατον μονοσύλλαβον ρήμα (ΠΩ) = κτώμαι.
Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγισιν, η αγάπη είναι ένα συναίσθημα, μία εσωτερική διεργασία, η οποία εκδηλώνεται στον άνθρωπο και γίνεται κτήμα του πάντοτε σε υπερβολικόν βαθμόν. Δεν νοείται λοιπόν μέτρια ή ολίγη ή ελαφριά αγάπη, αλλά υπερβολική εκδήλωσις και κατοχή του συγκεκριμένου συναισθήματος!
ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ.