ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Η μέλισσα, αυτό το τόσο ενδιαφέρον έντομο της τάξεως των υμενοπτέρων, υπάρχει στον πλανήτη μας εδώ και τουλάχιστον 15.000.000 χρόνια, όντας ένα από τα αρχαιότερα έμβια είδη που εξακολουθούν να υπάρχουν
ακόμη και σήμερα.
Η Κρήτη διεκδικούσε μέσω της δικής της μυθολογικής παράδοσης τον τίτλο της κοιτίδας του συγκεκριμένου βιολογικού είδους (σύμφωνα με τον μαθηματικό, φαρμακοποιό, γεωπόνο, βοτανολόγο, ιατρό και ιερέα του Θεού Απόλλωνος Νίκανδρο τον Κολοφώνιο, 2ος αιώνας π.α.χ.χ., όπως διασώθηκε από τον Κολουμέλα, στο «de re rustica», 9.2), αλλά το ίδιο διεκδικούσε και η Αττική (είχαν εμφανισθεί στον Υμηττό την εποχή του Ερεχθέως, κατά τον Ευφρόνιο), η Θεσσαλία, η Κέως και η Νεμέα (κατά τον Ευτέκνιο, στην «Παράφρασιν εις τα Νικάνδρου Αλεξιφάρμακα», 450).
Μία Νύμφη με το όνομα Μέλισσα, τάϊζε μέλι τον μικρό Θεό Δία, εθίζοντάς τον στην γεύση του, την οποία εξακολούθησε να αγαπά ακόμη και όταν έγινε κυρίαρχος στον Όλυμπο. Σε μια από τις σχετικές με την γέννηση του Θεού μυθολογικές αφηγήσεις, ο Κρόνος που υποψιάστηκε την συμμετοχή της στην επιβίωση του Διός, την μεταμόρφωσε σε σκουλήκι, αλλά αργότερα ο νικητής Ζεύς την μεταμόρφωσε στην όμορφη μέλισσα που γνωρίζουμε. Σε άλλη μυθολογική αφήγηση (από τον Μνασέα τον Πατρέα, του Αθηνίωνος), η Νύμφη Μέλισσα ανακάλυψε την χρήση του μελιού στο φαγητό και στο ποτό, έγινε προστάτιδα του ομώνυμου εντόμου και πιστώθηκε ένα ακόμη βήμα προς την ημέρωση της ανθρωπότητας (με πέρασμα από τον κανιβαλισμό, την «αλληλοφαγία», στο καρποσυλλεκτικό στάδιο) και την υιοθέτηση των πρώτων Αρετών, της Σεμνότητας, της Ευσέβειας και της Οσιότητος (ως εισηγήτριες, «αρχηγοί», των οποίων τιμούνται εν συνόλω οι Νύμφες).
Ο Έλληνας μυθογράφος του 3ου αιώνος Αντωνίνος Λιμπεράλις (Antoninus Liberalis, στο «Μεταμορφώσεων συναγωγή», xix), διέσωσε την αφήγηση περί τεσσάρων θνητών που μεταμορφώθηκαν σε πουλιά όταν προσπάθησαν να εισέλθουν με χάλκινες πανοπλίες στο Ιερό Σπήλαιο όπου η Ρέα είχε γεννήσει τον Θεό Δία, και ήταν άβατο για κάθε άνθρωπο, όντας από αιώνων αφιερωμένο στην Μέλισσα Θεά. Οι Κρήτες ονόμαζαν τις ιερές μέλισσες «χαλκοειδείς», καθώς η τοπική παράδοση, την οποία κατέγραψε και διέσωσε ο Διόδωρος, ήθελε να τους έχει δώσει το ιδιαίτερο χρώμα τους, που ήταν πολύ κοντά στο χρυσό, ο ίδιος ο Θεός Ζευς,
«ΑΛΛΑΞΑΣ ΤΗΝ ΧΡΟΑΝ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΑΣ ΧΑΛΚΩι ΧΡΥΣΟΕΙΔΕΙ ΠΑΡΑΠΛΗΣΙΑΝ».
Τροφές ιδιαίτερου όντος παρουσιάζονται οι μέλισσες και στην περίπτωση του ημίθεου Μελιτέως, υιού του Διός με την νύμφη Οθρυΐδα (ή Οθρηΐδα), ιδρυτή και πρώτου βασιλιά της Μελιταίας Φθιώτιδος. Ο μύθος αυτός υπενθυμίζεται επάνω στα νομίσματα της πόλεως, των οποίων η εμπρόσθια όψη φέρει την κεφαλή του Θεού Διός και η οπίσθια μία απεικόνιση μέλισσας.
Ο χριστιανός Λακτάντιος αναφέρει μία παραλλαγή του μύθου της γέννησης του Θεού Διός που κατέγραψε ο Δίδυμος, και κατά την οποία ο πρώτος που τίμησε με προσφορές τους Θεούς ήταν ο Κρης βασιλιάς Μελισσεύς, οι δύο θυγατέρες του οποίου, η Αμάλθεια και η Μέλισσα, τάϊσαν το βρέφος με γάλα και μέλι (στην παραλλαγή του Απολλόδωρου και του Υγίνου, θυγατέρες του ήσαν η Αδράστεια και η Ίδη). Ο Μελισσεύς (δηλ. μελισσουργός) έχρισε πρωθιέρεια της Ρέας ή Μητρός των Θεών την θυγατέρα του Μέλισσα, το όνομα της οποίας έφεραν εφεξής, ως τίτλο, όλες οι πρωθιέρειες της Θεάς, ενδιαφέρον δε στοιχείο είναι πως ο τίτλος εμφανίζεται και σε άλλες λατρείες, όπως λ.χ. στους Δελφούς:
«ΣΕ Δ’ ΕΝ ΤΟΥΤΩι ΛΟΓΩι ΧΡΗΣΜΟΣ ΩΡΘΩΣΕΝ ΜΕΛΙΣΣΑΣ ΔΕΛΦΙΔΟΣ ΑΥΤΟΜΑΤΩι ΚΕΛΑΔΩι»,
γράφει ο Πίνδαρος, στον «4ο Πυθιόνικο» (59 – 60). Στην περίπτωση των Δελφών, θα πρέπει μάλιστα εδώ να θυμηθούμε την περίεργη καταγραφή του Παυσανία, πως τον δεύτερο κατά σειρά Ναό του μαντείου, που τελικά μάλιστα ένας θεϊκός άνεμος τον μετέφερε στην χώρα των Υπερβορείων, τον είχαν κατασκευάσει «μέλισσες»
(«ΔΕΥΤΕΡΑ ΔΕ ΛΕΓΟΥΣΙΝ ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΓΕΝΕΣΘΑΙ ΥΠΟ ΜΕΛΙΣΣΩΝ ΤΟΝ ΝΑΟΝ ΑΠΟ ΤΕ ΤΟΥ ΚΗΡΟΥ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΩΝ ΚΑΙ ΕΚ ΠΤΕΡΩΝ»).
Ο Φιλόστρατος έγραψε πως όταν οι Αθηναίοι έστειλαν την πρώτη τους αποικία στην Ιωνία, τους οδήγησαν οι ίδιες οι Μούσες που είχαν μεταμορφωθεί σε μέλισσες. Ενδιαφέρουσα πάντως είναι η μία ακόμη αντίθεση της δικής μας οιωνοσκοπίας με την Ρωμαϊκή, που, ως γνωστόν, όριζε εντελώς αντίθετα από την Ελληνική την κατεύθυνση του ευοίωνου ή δυσοίωνου. Η ερμηνεία της μέλισσας αποτελεί μία ακόμη αντίθεση ανάμεσα στις δύο οιωνοσκοπικές σχολές, καθώς για τους Ρωμαίους δεν αποτελεί καλό οιωνό: πριν λ.χ. την ήττα του Πομπήϊου, ένα σμήνος μελισσών είχε έλθει και καθίσει επάνω στον βωμό.
ΘΕΟΛΟΓΙΑ – ΛΑΤΡΕΙΑ
Στην κρητική λατρεία, ο Μελισσεύς (που άλλοτε εμφανίζεται ως τιτάν, «υιός» του Ουρανού και της Γαίας, και άλλοτε ως ένας εκ των Κουρητών ή των ευβοέων Κορυβάντων με «γονείς» τις τοπικές θεότητες Σόκο και Κόμβη) είναι δαίμων – προστάτης του ο,τιδήποτε έχει να κάνει με την μελισσουργία, συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής μελοίνου (οινοπνευματώδους ποτού από την ζύμωση του μελιού με άλλους χυμούς).
Συγγενής θεότητα ήταν ο Αρισταίος («υιός» του Καρύστου ή του Απόλλωνος και της Νύμφης Κυρήνης), που επίσης στην Εύβοια ετιμάτο ως δαίμων – προστάτης της μελισσουργικής τέχνης.
Σύμφωνα με μία ύστερη μυθολογική αφήγηση (και συγκεκριμένα του Νόννου στα «Διονυσιακά» 5. 212 – 286), στον Αρισταίο, ο οποίος χάρισε στους ανθρώπους το μέλι, όπως ο Διόνυσος τον οίνο, οφείλεται η εφεύρεση της κυψέλης, της λινής φόρμας και της τεχνικής του καπνίσματος των μελισσών (το αρχαιότερο έως τώρα σκεύος για το κάπνισμα των μελισσών, έχει βρεθεί στο Σέσκλο (5η χιλιετία π.α.χ.χ.).
Ο Ησύχιος διέσωσε ότι ένα από τα λατρευτικά επίθετα του Θεού Διός είναι «Μελισσαίος», η δε Νύμφη Μέλισσα εμφανίζεται επίσης ως διδάσκαλος των Θεών Απόλλωνος (Ομηρικός Ύμνος 4.555 -557), Διονύσου (Οππιανός 4.265 – 272) και Αρισταίου (Διόδωρος 4.81). Ο τελευταίος μυθολογείται ότι δίδαξε στην ανθρωπότητα, πέραν της μελισσουργίας που προαναφέραμε, και την τέχνη της ποιμαντικής και της συστηματικής κτηνοτροφίας.
Από όσα αναφέραμε μέχρι εδώ, γίνεται προφανές πως από την μινωϊκή εποχή έως και την εποχή των μυθογράφων (δηλαδή έως τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους), η μέλισσα συμβόλιζε την θεότητα της Δημιουργίας, της Γονιμότητας και της Προσήλωσης, μια θεότητα που συνθέτει, υποστηρίζει και συντηρεί, είτε πρόκειται για αυτή την ίδια την ζωή, είτε για εύτακτα και αρμονικά συστήματα συνοχής αυτού του «διατεταγμένου και κεκοσμημένου Απείρου», το οποίο εμείς οι Έλληνες ονομάσαμε «Κόσμο». Σε αυτά τα πλαίσια είναι που η απεικόνιση του εντόμου μέλισσα χρησιμοποιείται ως σύμβολο της Αθανασίας ή της επικοινωνίας με τους κόσμους των Αθανάτων (είτε Θεών, είτε ψυχών).
Στο έκθεμα 1118 του Βρετανικού Μουσείου, η Θεά Μέλισσα απεικονίζεται ανάγλυφα επάνω σε τετράγωνο χρυσό έλασμα, το οποίο βρέθηκε στην Κάμειρο της Ρόδου και χρονολογείται τον 8ο αιώνα π.α.χ.χ. Η Θεά, της οποίας το σώμα από την μέση και κάτω είναι σώμα μέλισσας, ίπταται πάνω από δύο άνθη, με τα χέρια σε έκταση και με παλάμες κλειστές. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η μινωϊκή και μυκηναϊκή «ιερή αρχιτεκτονική» χρησιμοποίησε το σχήμα της θολωτής κυψέλης ως βάση για την ανέγερση τάφων και σιταποθηκών.
Στην κλασική αρχαιότητα η Θεά Μέλισσα ταυτίστηκε με τις Θεές Αρτέμιδα («Άρτεμις Μέλισσα» ως εξέλιξη της μινωϊκής «Πότνιας Θηρών», της θεότητας της παρθένας φύσης και της γονιμότητας), Αφροδίτη «Ανθεία» (μία από τις εξελίξεις της μινωϊκής «Ορείας Μητρός»), Δήμητρα (κάποιες ιέρειες της οποίας μάλιστα, κατά τον νεοπλατωνικό Πορφύριο στο «Περί του εν Οδυσσεία των Νυμφών άντρου», λέγονταν «Μέλισσαι»), Περσεφόνη και Σελήνη (στο αυτό:
«ΣΕΛΗΝΗΝ ΤΕ ΟΥΣΑΝ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΑ, ΜΕΛΙΣΣΑ ΕΚΑΛΟΥΝ»).
Η ιερή Μέλισσα αποτυπώθηκε σε νομίσματα πολλών πόλεων που λάτρευαν κάποια από τις πιο πάνω θεότητες, όπως Μελίτη Θεσσαλίας, Έφεσος, Σμύρνη, Ερυθραί, Άραδος, Ελαιούς Θράκης, Ανεμούριον Κιλικίας, Λυσός, Υρτάκινα, Τάρρας, Έλυρος, Άπτερα και Πραισός της Κρήτης, Καρθαία, Κορησία και Ιουλίς Κέας, Έρυξ Σικελίας, κ.ά. Ο Ναός της Θεάς Αφροδίτης στον Έρυκα, της οποίας η αρχιέρεια επίσης ονομαζόταν «Μέλισσα», είχε σχήμα εξαγώνου, κατά μίμηση της κηρύθρας, ενώ από αυτό ο αριθμός 6, η «εξάς» του Πυθαγόρου, θεωρείτο ιερός αριθμός της συγκεκριμένης Θεάς, ως αριθμός που συμβολίζει το Κάλλος, την Αρμονία και την Ωραιότητα (ο Πυθαγόρας, που κατά τον Πλούταρχο, αποκαλούσε «Αφροδίτη» την «εξάδα», έβλεπε στο εξάγωνο ένα σχήμα που αντανακλά την συμμετρία του Κόσμου).
Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί στις σπονδές της το μέλι δεύτερο σε συχνότητα μετά τον οίνο. Επίσης, οι προσφορές προς τους Θεούς υπό μορφή γλυκών αρτιδίων, λέγονταν «πλακούντες» ή «πέλανοι» και βασικό συστατικό παρασκευής τους ήταν το μέλι (μαζί με άλευρο, λάδι, γάλα, ξηρούς καρπούς, κ.λπ.). Στην αθηναίκή εορτή των «Αρρηφορίων», προσφέρονταν τόσο στον Ερεχθέα όσο και στην «Εν Κήποις» Θεά Αφροδίτη, ειδικές μελόπιτες, ως αντίδωρο για την ευημερία και μακροζωϊα της πόλεως και των πολιτών.
Βλάσης Γ. Ρασσιάς, Ιανουάριος 2015
Η μέλισσα, αυτό το τόσο ενδιαφέρον έντομο της τάξεως των υμενοπτέρων, υπάρχει στον πλανήτη μας εδώ και τουλάχιστον 15.000.000 χρόνια, όντας ένα από τα αρχαιότερα έμβια είδη που εξακολουθούν να υπάρχουν
ακόμη και σήμερα.
Η Κρήτη διεκδικούσε μέσω της δικής της μυθολογικής παράδοσης τον τίτλο της κοιτίδας του συγκεκριμένου βιολογικού είδους (σύμφωνα με τον μαθηματικό, φαρμακοποιό, γεωπόνο, βοτανολόγο, ιατρό και ιερέα του Θεού Απόλλωνος Νίκανδρο τον Κολοφώνιο, 2ος αιώνας π.α.χ.χ., όπως διασώθηκε από τον Κολουμέλα, στο «de re rustica», 9.2), αλλά το ίδιο διεκδικούσε και η Αττική (είχαν εμφανισθεί στον Υμηττό την εποχή του Ερεχθέως, κατά τον Ευφρόνιο), η Θεσσαλία, η Κέως και η Νεμέα (κατά τον Ευτέκνιο, στην «Παράφρασιν εις τα Νικάνδρου Αλεξιφάρμακα», 450).
Μία Νύμφη με το όνομα Μέλισσα, τάϊζε μέλι τον μικρό Θεό Δία, εθίζοντάς τον στην γεύση του, την οποία εξακολούθησε να αγαπά ακόμη και όταν έγινε κυρίαρχος στον Όλυμπο. Σε μια από τις σχετικές με την γέννηση του Θεού μυθολογικές αφηγήσεις, ο Κρόνος που υποψιάστηκε την συμμετοχή της στην επιβίωση του Διός, την μεταμόρφωσε σε σκουλήκι, αλλά αργότερα ο νικητής Ζεύς την μεταμόρφωσε στην όμορφη μέλισσα που γνωρίζουμε. Σε άλλη μυθολογική αφήγηση (από τον Μνασέα τον Πατρέα, του Αθηνίωνος), η Νύμφη Μέλισσα ανακάλυψε την χρήση του μελιού στο φαγητό και στο ποτό, έγινε προστάτιδα του ομώνυμου εντόμου και πιστώθηκε ένα ακόμη βήμα προς την ημέρωση της ανθρωπότητας (με πέρασμα από τον κανιβαλισμό, την «αλληλοφαγία», στο καρποσυλλεκτικό στάδιο) και την υιοθέτηση των πρώτων Αρετών, της Σεμνότητας, της Ευσέβειας και της Οσιότητος (ως εισηγήτριες, «αρχηγοί», των οποίων τιμούνται εν συνόλω οι Νύμφες).
Ο Έλληνας μυθογράφος του 3ου αιώνος Αντωνίνος Λιμπεράλις (Antoninus Liberalis, στο «Μεταμορφώσεων συναγωγή», xix), διέσωσε την αφήγηση περί τεσσάρων θνητών που μεταμορφώθηκαν σε πουλιά όταν προσπάθησαν να εισέλθουν με χάλκινες πανοπλίες στο Ιερό Σπήλαιο όπου η Ρέα είχε γεννήσει τον Θεό Δία, και ήταν άβατο για κάθε άνθρωπο, όντας από αιώνων αφιερωμένο στην Μέλισσα Θεά. Οι Κρήτες ονόμαζαν τις ιερές μέλισσες «χαλκοειδείς», καθώς η τοπική παράδοση, την οποία κατέγραψε και διέσωσε ο Διόδωρος, ήθελε να τους έχει δώσει το ιδιαίτερο χρώμα τους, που ήταν πολύ κοντά στο χρυσό, ο ίδιος ο Θεός Ζευς,
«ΑΛΛΑΞΑΣ ΤΗΝ ΧΡΟΑΝ ΑΥΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΑΣ ΧΑΛΚΩι ΧΡΥΣΟΕΙΔΕΙ ΠΑΡΑΠΛΗΣΙΑΝ».
Τροφές ιδιαίτερου όντος παρουσιάζονται οι μέλισσες και στην περίπτωση του ημίθεου Μελιτέως, υιού του Διός με την νύμφη Οθρυΐδα (ή Οθρηΐδα), ιδρυτή και πρώτου βασιλιά της Μελιταίας Φθιώτιδος. Ο μύθος αυτός υπενθυμίζεται επάνω στα νομίσματα της πόλεως, των οποίων η εμπρόσθια όψη φέρει την κεφαλή του Θεού Διός και η οπίσθια μία απεικόνιση μέλισσας.
Ο χριστιανός Λακτάντιος αναφέρει μία παραλλαγή του μύθου της γέννησης του Θεού Διός που κατέγραψε ο Δίδυμος, και κατά την οποία ο πρώτος που τίμησε με προσφορές τους Θεούς ήταν ο Κρης βασιλιάς Μελισσεύς, οι δύο θυγατέρες του οποίου, η Αμάλθεια και η Μέλισσα, τάϊσαν το βρέφος με γάλα και μέλι (στην παραλλαγή του Απολλόδωρου και του Υγίνου, θυγατέρες του ήσαν η Αδράστεια και η Ίδη). Ο Μελισσεύς (δηλ. μελισσουργός) έχρισε πρωθιέρεια της Ρέας ή Μητρός των Θεών την θυγατέρα του Μέλισσα, το όνομα της οποίας έφεραν εφεξής, ως τίτλο, όλες οι πρωθιέρειες της Θεάς, ενδιαφέρον δε στοιχείο είναι πως ο τίτλος εμφανίζεται και σε άλλες λατρείες, όπως λ.χ. στους Δελφούς:
«ΣΕ Δ’ ΕΝ ΤΟΥΤΩι ΛΟΓΩι ΧΡΗΣΜΟΣ ΩΡΘΩΣΕΝ ΜΕΛΙΣΣΑΣ ΔΕΛΦΙΔΟΣ ΑΥΤΟΜΑΤΩι ΚΕΛΑΔΩι»,
γράφει ο Πίνδαρος, στον «4ο Πυθιόνικο» (59 – 60). Στην περίπτωση των Δελφών, θα πρέπει μάλιστα εδώ να θυμηθούμε την περίεργη καταγραφή του Παυσανία, πως τον δεύτερο κατά σειρά Ναό του μαντείου, που τελικά μάλιστα ένας θεϊκός άνεμος τον μετέφερε στην χώρα των Υπερβορείων, τον είχαν κατασκευάσει «μέλισσες»
(«ΔΕΥΤΕΡΑ ΔΕ ΛΕΓΟΥΣΙΝ ΟΙ ΔΕΛΦΟΙ ΓΕΝΕΣΘΑΙ ΥΠΟ ΜΕΛΙΣΣΩΝ ΤΟΝ ΝΑΟΝ ΑΠΟ ΤΕ ΤΟΥ ΚΗΡΟΥ ΤΩΝ ΜΕΛΙΣΣΩΝ ΚΑΙ ΕΚ ΠΤΕΡΩΝ»).
Ο Φιλόστρατος έγραψε πως όταν οι Αθηναίοι έστειλαν την πρώτη τους αποικία στην Ιωνία, τους οδήγησαν οι ίδιες οι Μούσες που είχαν μεταμορφωθεί σε μέλισσες. Ενδιαφέρουσα πάντως είναι η μία ακόμη αντίθεση της δικής μας οιωνοσκοπίας με την Ρωμαϊκή, που, ως γνωστόν, όριζε εντελώς αντίθετα από την Ελληνική την κατεύθυνση του ευοίωνου ή δυσοίωνου. Η ερμηνεία της μέλισσας αποτελεί μία ακόμη αντίθεση ανάμεσα στις δύο οιωνοσκοπικές σχολές, καθώς για τους Ρωμαίους δεν αποτελεί καλό οιωνό: πριν λ.χ. την ήττα του Πομπήϊου, ένα σμήνος μελισσών είχε έλθει και καθίσει επάνω στον βωμό.
ΘΕΟΛΟΓΙΑ – ΛΑΤΡΕΙΑ
Στην κρητική λατρεία, ο Μελισσεύς (που άλλοτε εμφανίζεται ως τιτάν, «υιός» του Ουρανού και της Γαίας, και άλλοτε ως ένας εκ των Κουρητών ή των ευβοέων Κορυβάντων με «γονείς» τις τοπικές θεότητες Σόκο και Κόμβη) είναι δαίμων – προστάτης του ο,τιδήποτε έχει να κάνει με την μελισσουργία, συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής μελοίνου (οινοπνευματώδους ποτού από την ζύμωση του μελιού με άλλους χυμούς).
Συγγενής θεότητα ήταν ο Αρισταίος («υιός» του Καρύστου ή του Απόλλωνος και της Νύμφης Κυρήνης), που επίσης στην Εύβοια ετιμάτο ως δαίμων – προστάτης της μελισσουργικής τέχνης.
Σύμφωνα με μία ύστερη μυθολογική αφήγηση (και συγκεκριμένα του Νόννου στα «Διονυσιακά» 5. 212 – 286), στον Αρισταίο, ο οποίος χάρισε στους ανθρώπους το μέλι, όπως ο Διόνυσος τον οίνο, οφείλεται η εφεύρεση της κυψέλης, της λινής φόρμας και της τεχνικής του καπνίσματος των μελισσών (το αρχαιότερο έως τώρα σκεύος για το κάπνισμα των μελισσών, έχει βρεθεί στο Σέσκλο (5η χιλιετία π.α.χ.χ.).
Ο Ησύχιος διέσωσε ότι ένα από τα λατρευτικά επίθετα του Θεού Διός είναι «Μελισσαίος», η δε Νύμφη Μέλισσα εμφανίζεται επίσης ως διδάσκαλος των Θεών Απόλλωνος (Ομηρικός Ύμνος 4.555 -557), Διονύσου (Οππιανός 4.265 – 272) και Αρισταίου (Διόδωρος 4.81). Ο τελευταίος μυθολογείται ότι δίδαξε στην ανθρωπότητα, πέραν της μελισσουργίας που προαναφέραμε, και την τέχνη της ποιμαντικής και της συστηματικής κτηνοτροφίας.
Από όσα αναφέραμε μέχρι εδώ, γίνεται προφανές πως από την μινωϊκή εποχή έως και την εποχή των μυθογράφων (δηλαδή έως τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους), η μέλισσα συμβόλιζε την θεότητα της Δημιουργίας, της Γονιμότητας και της Προσήλωσης, μια θεότητα που συνθέτει, υποστηρίζει και συντηρεί, είτε πρόκειται για αυτή την ίδια την ζωή, είτε για εύτακτα και αρμονικά συστήματα συνοχής αυτού του «διατεταγμένου και κεκοσμημένου Απείρου», το οποίο εμείς οι Έλληνες ονομάσαμε «Κόσμο». Σε αυτά τα πλαίσια είναι που η απεικόνιση του εντόμου μέλισσα χρησιμοποιείται ως σύμβολο της Αθανασίας ή της επικοινωνίας με τους κόσμους των Αθανάτων (είτε Θεών, είτε ψυχών).
Στο έκθεμα 1118 του Βρετανικού Μουσείου, η Θεά Μέλισσα απεικονίζεται ανάγλυφα επάνω σε τετράγωνο χρυσό έλασμα, το οποίο βρέθηκε στην Κάμειρο της Ρόδου και χρονολογείται τον 8ο αιώνα π.α.χ.χ. Η Θεά, της οποίας το σώμα από την μέση και κάτω είναι σώμα μέλισσας, ίπταται πάνω από δύο άνθη, με τα χέρια σε έκταση και με παλάμες κλειστές. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η μινωϊκή και μυκηναϊκή «ιερή αρχιτεκτονική» χρησιμοποίησε το σχήμα της θολωτής κυψέλης ως βάση για την ανέγερση τάφων και σιταποθηκών.
Στην κλασική αρχαιότητα η Θεά Μέλισσα ταυτίστηκε με τις Θεές Αρτέμιδα («Άρτεμις Μέλισσα» ως εξέλιξη της μινωϊκής «Πότνιας Θηρών», της θεότητας της παρθένας φύσης και της γονιμότητας), Αφροδίτη «Ανθεία» (μία από τις εξελίξεις της μινωϊκής «Ορείας Μητρός»), Δήμητρα (κάποιες ιέρειες της οποίας μάλιστα, κατά τον νεοπλατωνικό Πορφύριο στο «Περί του εν Οδυσσεία των Νυμφών άντρου», λέγονταν «Μέλισσαι»), Περσεφόνη και Σελήνη (στο αυτό:
«ΣΕΛΗΝΗΝ ΤΕ ΟΥΣΑΝ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΑ, ΜΕΛΙΣΣΑ ΕΚΑΛΟΥΝ»).
Η ιερή Μέλισσα αποτυπώθηκε σε νομίσματα πολλών πόλεων που λάτρευαν κάποια από τις πιο πάνω θεότητες, όπως Μελίτη Θεσσαλίας, Έφεσος, Σμύρνη, Ερυθραί, Άραδος, Ελαιούς Θράκης, Ανεμούριον Κιλικίας, Λυσός, Υρτάκινα, Τάρρας, Έλυρος, Άπτερα και Πραισός της Κρήτης, Καρθαία, Κορησία και Ιουλίς Κέας, Έρυξ Σικελίας, κ.ά. Ο Ναός της Θεάς Αφροδίτης στον Έρυκα, της οποίας η αρχιέρεια επίσης ονομαζόταν «Μέλισσα», είχε σχήμα εξαγώνου, κατά μίμηση της κηρύθρας, ενώ από αυτό ο αριθμός 6, η «εξάς» του Πυθαγόρου, θεωρείτο ιερός αριθμός της συγκεκριμένης Θεάς, ως αριθμός που συμβολίζει το Κάλλος, την Αρμονία και την Ωραιότητα (ο Πυθαγόρας, που κατά τον Πλούταρχο, αποκαλούσε «Αφροδίτη» την «εξάδα», έβλεπε στο εξάγωνο ένα σχήμα που αντανακλά την συμμετρία του Κόσμου).
Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί στις σπονδές της το μέλι δεύτερο σε συχνότητα μετά τον οίνο. Επίσης, οι προσφορές προς τους Θεούς υπό μορφή γλυκών αρτιδίων, λέγονταν «πλακούντες» ή «πέλανοι» και βασικό συστατικό παρασκευής τους ήταν το μέλι (μαζί με άλευρο, λάδι, γάλα, ξηρούς καρπούς, κ.λπ.). Στην αθηναίκή εορτή των «Αρρηφορίων», προσφέρονταν τόσο στον Ερεχθέα όσο και στην «Εν Κήποις» Θεά Αφροδίτη, ειδικές μελόπιτες, ως αντίδωρο για την ευημερία και μακροζωϊα της πόλεως και των πολιτών.
Βλάσης Γ. Ρασσιάς, Ιανουάριος 2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html