Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

Ο αποκλεισμός της ελληνόγλωσσης λογοτεχνίας από τις Ακαδημίες της Κρήτης και ο σιωπηλός διάλογος των δημιουργών




ΧΑΡΤΟ ΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΗΜΩΔΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (12ος - 17ος αι.) ΕΤΑΙΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ Ε Π ΙΜ Ε Λ Ε Ι Α ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ Πρακτικά του 7ου Διεθνούς Συνεδρίου NEOGRCA MED I I V I AΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΟΥ 7ΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ NEOGRÆCA MEDII ÆVI ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΗΜΩΔΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (12ος-17ος αι.) Επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης – Αλέξης Καλοκαιρινός 

Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

279 Aληλένδετες και η σειρά με την οποία θα τις παρουσιάσω δεν έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα. Η πρώτη υπόθεση έγκειται στην εκτίμηση ότι, εφόσον η Ακαδημία των Stravaganti ιδρύθηκε και λειτουργούσε σε κρητικό έδαφος, θα έπρεπε υποχρεωτικά να έχει ενσωματώσει στο πρόγραμμά της και τον τοπικό πολιτισμό και εν προκειμένω την ελληνόγλωσση λογοτεχνία.

Όμως οι Ακαδημίες ήσαν ιταλικά ιδρύματα που απλώς φιλοξενούνταν στην Κρήτη, γιατί στην πραγματικότητα λειτουργούσαν σύμφωνα με το πρόγραμμα των ιταλικών Ακαδημιών.

 Η Κρήτη των Ακαδημαϊκών μόνον γεωγραφικά ανήκει στην Ελλάδα ή, όπως έγραψε ο Alfred Vincent, «τα πιο σημαντικά μέλη των Ακαδημιών εννοούσαν τα ιδρύματά τους ως Ιταλικές ακαδημίες σε ελληνικό γεωγραφικό περιβάλλον».

5 Πολιτισμικά, η Κρήτη των Ακαδημαϊκών ανήκει στην Ιταλία και εκπροσωπείται από το ελληνορωμαϊκό παρελθόν της, το οποίο αναγεννάται εντός των Ακαδημιών.

 Έξω από τις Ακαδημίες, η Κρήτη είναι πολιτισμικά ανύπαρκτη, σε αντίθεση με την Ιταλία. Ιδού τι γράφει ο Francesco Barozzi στην ομιλία του για την ίδρυση της Ακαδημίας των Vivi το 1561, κείμενο που χρονολογικά είναι το παλαιότερο που διαθέτουμε για τη φύση, την ιδεολογία και το πρόγραμμα των Ακαδημιών της Κρήτης: […] però veggiamo la Grecia, che ne’ tempi suoi felici ha fiorito non solamente nelle scienze, ma in tutte le altre cose, hora esser affatto priva di tutte quelle cose, per le quali a que’ tempi si riputava sovr’ogni altra patria felice.

6 […] βλέπουμε όμως την Ελλάδα, που στους καιρούς της ευδαιμονίας διέπρεψε όχι μόνον στις επιστήμες αλλά σε κάθε άλλο πεδίο, να στερείται τώρα εντελώς όλα εκείνα τα πράγματα, χάρη στα οποία εκείνο τον καιρό φημιζόταν περισσότερο από κάθε άλλο ευτυχές έθνος. 

 Μπορεί το κείμενο να είναι πρώιμο, αλλά ο ελληνόγλωσσος κρητικός πολιτισμός της εποχής απουσιάζει επίσης από την ομιλία του Ανδρέα Κορνάρου για την ίδρυση της Ακαδημίας των Stravaganti, που αναδημοσίευσε ο Στέφανος Κακλαμάνης,

7 και από το 16ο κεφάλαιο της Istoria Candiana, που προήλθε επίσης από το χέρι του Ανδρέα Κορνάρου και δημοσίευσε για πρώτη φορά ο 5. Vincent, ό.π., σ. 140. 6.

 «Oratione di Francesco Barozzi recitata da lui nel principio dell’ Accademia de’ Vivi nella città di Rethimo del MDLXI nel giorno 4 di genaio», στο Στέφανος Κακλαμάνης (εκδ.), Francesco Barozzi, Descrittione dell’ isola di Creta (Περιγραφή της Κρήτης) 1577/8, Ηράκλειο 2005, σ. 349-350. 

7. Στέφανος Κακλαμάνης, Βιβλία, Βιβλιοθήκες και αναγνώστες στη βενετοκρατούμενη Κρήτη (16ος-17ος αι.), Αθήνα 1999 (δακτυλόγραφο), σ. 199-208.280 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ ίδιος μελετητής.

8 Τόσο από τον Barozzi όσο και από τον Κορνάρο προκύπτει καθαρά ότι η επίσημη πνευματική, φιλολογική και λογοτεχνική δραστηριότητα εντός των Ακαδημιών υπηρετούσε αποκλειστικά την ιταλική παιδεία.


 Οι λατινικές αφιερώσεις προς την Ακαδημία, που προτάσσονται στα βιβλία των Κρητών λογίων Μάρκου Κονταράτου (1593) και Δανιήλ Φουρλάνου (1605), δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για τους καθαρά λόγιους προσανατολισμούς της. Μάλιστα, η προτροπή του Φουρλάνου προς τα μέλη της Ακαδημίας «ut immortalitatis parta laurea quam longissime sitis a Vulgo» («να κατακτήσετε αθάνατη δόξα, κρατώντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση από το πλήθος»)

9 θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι σύρει μια κόκκινη γραμμή ανάμεσα στο πρόγραμμα της Ακαδημίας και τη λογοτεχνική παραγωγή στην κρητική διάλεκτο, στην lingua volgare. Στην Istoria Candiana μνημονεύονται μόνον Κρήτες λόγιοι με λατινική και αρχαιοελληνική παιδεία, και ανάμεσά τους ο Φουρλάνος είναι αυτός που μνημονεύεται εκτενέστερα και εγκωμιαστικά.

10 Η δεύτερη υπόθεση είναι κομβικής σημασίας και έγκειται σε αυτό που θα αποκαλούσαμε κανόνα των καταξιωμένων λογοτεχνιών ή λογοτεχνιών κύρους. Ας δούμε τι έγραψε ο ναπολιτάνος ποιητής και πεζογράφος Giambattista Basile, από τα πιο διάσημα μέλη της κρητικής Ακαδημίας των Stravaganti, απευθυνόμενος προς την Κρήτη στο ποίημά του Oda per l’Illustri Signori Acad(emici) Stravaganti di Cretα, μιαν ωδή που δημοσίευσαν το 1970 ο Νίκος Παναγιωτάκης και ο Alfred Vincent: Εd accrescon tue lode Uniti insieme il Tosco, il Latio e ’l Greco.

11 Και αυξάνουν τα εγκώμια προς τιμήν σου με κοινή φωνή η ιταλική, η λατινική και η αρχαία ελληνική. Σύμφωνα λοιπόν με τον Basile, η Ακαδημία των Stravaganti, η σημαντικότερη κρητική Ακαδημία, αναγνώριζε μόνον την ποίηση που ήταν γραμμένη στις τρεις καταξιωμένες γλώσσες ή γλώσσες κύρους, δηλαδή την ιταλική, τη λατινική και την αρχαία ελληνική. Μπορεί η νεοελληνική να ήταν η κυρίαρχη ομι8. Στέφανος Κακλαμάνης, «Ειδήσεις για την πνευματική ζωή στον Χάνδακα από το 16ο βιβλίο της “Istoria Candiana” του Ανδρέα Κορνάρου», στο Παιδεία και πολιτισμός στην Κρήτη: Βυζάντιο – Βενετοκρατία, ό.π., σ. 115-249. 9. Theophrasti Eresii, Peripateticorum post Aristotelem principis, pleraque antehac Latine nunquam, nunc Graece & Latine simul edita, Interpretibus, Daniele Furlano Cretensi, Adriano Turnebo, Hanoviae 1605, σ. 199. 10. Κακλαμάνης, «Ειδήσεις για την πνευματική ζωή στον Χάνδακα», ό.π., σ. 208. 11. Παναγιωτάκης, «Νέα στοιχεία», ό.π., σ. 

133.Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 281 λούμενη γλώσσα στην Κρήτη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εθεωρείτο ισότιμη, ως λογοτεχνική γλώσσα, με την ιταλική. Κάθε άλλο. Και αυτό γιατί η ιταλική, η lingua volgare, είχε πίσω της την παράδοση του Δάντη, του Βοκκάκιου, του Πετράρχη και των συνεχιστών τους. 

Οι Stravaganti μπορεί να γνώριζαν ή να μάθαιναν την ελληνική, αλλά η αναγνώριση και η προώθηση της σύγχρονής τους ελληνόγλωσσης λογοτεχνίας ήταν ολοκληρωτικά έξω από την ιδεολογία τους. Από μια σημείωση του Ανδρέα Κορνάρου, που έφερε στο φως ο Alfred Vincent, προκύπτει μάλιστα κάτι εξαιρετικά σημαντικό.

 Ο ιδρυτής και πρόεδρος της Ακαδημίας του Χάνδακα γνώριζε μεν την ελληνική, αλλά όχι μόνον δεν έγραψε ελληνική ποίηση, όπως είχε υποστηριχτεί παλαιότερα,

12 αλλά περιφρονούσε τη γλώσσα που μιλούσε και τη συνέκρινε αρνητικά με την αρχαία ελληνική: Usano generalmente i Candiani la lingua greca, non però quella antica nobile, che in pochi e rari si trova, et che con lo studio et fatica s’apprende, ma la commune, e volgare, et totalmente corrotta, et è lingua che non ha alcuna regola, et piena di vocaboli italiani, alterati et corrotti anch’essi.

13 Οι Κρητικοί μιλούν γενικά την ελληνική γλώσσα, όχι όμως εκείνη την ευγενή γλώσσα της αρχαιότητας, που λίγοι και σπάνια γνωρίζουν και που μαθαίνεται με μελέτη και μόχθο, αλλά την κοινή και χυδαία και εντελώς παρεφθαρμένη, μια γλώσσα που δεν έχει κανέναν κανόνα και είναι γεμάτη από ιταλικές λέξεις, αλλοιωμένες και παρεφθαρμένες και αυτές. Μπορεί η κρητική γλώσσα στην οποία αναφέρεται η σημείωση αυτή να είναι συγκρίσιμη με τη γλώσσα της κρητικής κωμωδίας, σημασία όμως έχει ότι την 12. Σχετικά με τη γνωστή μαρτυρία του Αγάπιου Λάνδου, γραμματικού του Ανδρέα Κορνάρου, ότι ο Κορνάρος «ἔγραφε τὰ ποιήματά του, διατὶ ἦτον γραμματισμένος πολλά, οὐ μόνον εἰς τὴν ἰταλικὴν γλῶσσαν ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν ἑλληνικήν», ο Παναγιωτάκης πίστευε ότι ο Λάνδος εννοούσε τα νέα ελληνικά («Έρευναι εν Βενετία ΙΙ», ό.π., σ. 62). 

Όμως ο Ευαγγελάτος απέδειξε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ο Λάνδος εννοούσε τα αρχαία ελληνικά (Σπύρος Ευαγγελάτος, Προς την αλήθεια για τον Βιτσέντζο Κορνάρο, Αθήνα 1985, σ. 115-118). Ο Marco Foscarini (Della letteratura veneziana, Βενετία 1854, σ. 257, σημ. 3) μνημονεύει άγνωστα σε εμάς έργα του Κορνάρου (λατινικές επιστολές) αλλά δεν κάνει λόγο για ποιήματα στη νεοελληνική. 13. H σημείωση προέρχεται από το χφ. Marc. Ital. VI. 154 (5800), στο οποίο ο Κορνάρος έκανε διορθώσεις και προσθήκες στο κείμενο της Istoria Candiana. Ο Alfred Vincent, στη μελέτη του «Scritti italiani di Creta veneziana», ό.π., σ. 140, δημοσίευσε μόνο τους δύο τελευταίους στίχους (totalmente corrotta […] anch’essi). To πρώτο τμήμα το ανέγνωσε πρόσφατα και το έθεσε πρόθυμα στη διάθεσή μου, πράγμα για το οποίο τον ευχαριστώ θερμά.282 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ ομιλούμενη διάλεξε ο Ανδρέας Κορνάρος για να συγκρίνει με τη γραπτή αρχαία ελληνική και όχι τη γλώσσα της Ερωφίλης ή του Ερωτόκριτου. 

Εικάζω ότι οι χαρακτηρισμοί «bagatelle» (= ασημαντότητες) και «cosuccie» (= μικροπράγματα), που ο Χιώτης λόγιος Λέων Αλλάτιος απέδωσε στην έντυπη δημώδη νεοελληνική ποίηση μέχρι το 1658, δεν θα ξάφνιαζαν την πλειονότητα των μελών της Ακαδημίας του Χάνδακα. 

Παραθέτω το απόσπασμα που περιλαμβάνει τα κρητικά και επτανησιακά ποιήματα: Però tutta la Poesia de Greci communale odierna si riduce come si e detto a Distichi, ancorche in quella lingua infin’ora non si veda compositione alcuna di consideratione, ma certe bagatelle […] & alcune Tragedie, tra quali mi passorno per le mani Eubiena di Teodoro Mondesse, Rodolino di Gio: Andrea Froilo, Erofila di Georgio Cortatzi Candiotto, & in questi ultimi anni Michele Summachi Candiotto tradusse in lingua Greca commune, & ne’ Distichi di Cielo il Pastor fido, Pastorale del Guarino. […] Si legge di più appresso loro in maggiore mole la Teseide e l’interpretatione dell’Iliade di Omero, & altre cosuccie. […]

14 Αλλά όλη η σύγχρονη δημώδης ποίηση των Ελλήνων περιορίζεται, όπως είπα, σε δίστιχα, ενώ στη γλώσσα αυτή μέχρι σήμερα δεν έχει εμφανιστεί κάποια αξιόλογη σύνθεση, μόνο ασήμαντα πράγματα […] και κάποιες τραγωδίες, από τις οποίες έπεσαν στα χέρια μου η Ευγένα του Θεόδωρου Μοντσελέζε, ο Ροδολίνος του Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλου, και η Ερωφίλη του Κρητικού Γεωργίου Χορτάτση· και τα τελευταία χρόνια ο Κρητικός [αντί Ζακυνθινός] Μιχαήλ Σουμμάκης από την Κρήτη μετέφρασε στην κοινή νεοελληνική και σε δίστιχα όπως αυτά του Cielo [ή Ciullo d’Alcamo] τον Pastor fido, το ποιμενικό δράμα 14. Poeti antichi raccolti da codici m.ss. della biblioteca Vaticana, e Barberina da Monsignor Leone Allacci e da lui dedicati alla Accademia della Fucina della Nobile, & Esemplare Città di  Messina, Napoli 1661, εισαγωγή, σ. 29-30. Για αναλυτική παρουσίαση και σχολιασμό του παραπάνω χωρίου και των συμφραζομένων του, βλ. Γ. Κεχαγιόγλου, «“Bagatelle” και “cosuccie”: ένας Χιώτης πρόδρομος του Κοραή κρίνει στα μέσα του 17ου αι. γλώσσα και στιχουργία της έντυπης νεοελληνικής ποίησης», υπό δημοσίευση στα Πρακτικά της ΙΔʹ Επιστημονικής Συνάντησης του Τομέα ΜΝΕΣ. Μνήμη Ξ. Α. Κοκόλη (27- 30.3.2014).

 Σε παλαιότερη εκτίμησή του, που περιλαμβάνεται στο δημοσίευμα De Georgiis, et eorum scriptis, diatriba, ο Αλλάτιος ξεχώριζε την Ερωφίλη από τα υπόλοιπα δημώδη ποιητικά κείμενα: «GEORGIUS CHORTAZIUS Cretensis scripsit carmine, sed communi Graecorum idiomate Erophilam Tragoediam satis pro ea lingua elegantem, & unam ad hunc diem quae in pretio haberi meruit, & prae manibus omnium teri. Nescio an edita sit»· βλ. Georgii Acropolitae Magni Logothetae, et Ducae Michaelis Ducae Nepotis Historia Byzantina, Παρίσι 1651, σ. 411 (το κείμενο του De Georgiis γράφτηκε το 1644 και ενσωματώνεται ως παράρτημα). 

Πάντως, η φράση «pro ea lingua» δείχνει ότι ο πυρήνας της σκέψης του Αλλατίου παρέμεινε ο ίδιος και στα δύο κείμενα: παλαιότερα έκανε μια παραχώρηση για την Ερωφίλη, αλλά αργότερα την απέσυρε κατατάσσοντας και την τραγωδία του Χορτάτση στις «bagatelle».Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 283 του Guarini. […] Διαβάζουμε ακόμη ελληνικά έργα μεγαλύτερης πνοής, τη Θησηίδα [του Βοκκάκιου], τη μετάφραση της Ιλιάδας του Ομήρου [από τον Νικόλαο Λουκάνη] και άλλα μικροπράγματα. […]

 Ο Αλλάτιος στηρίζει την ολοκληρωτικά απορριπτική αξιολόγησή του σε λόγους μετρικούς αλλά και γλωσσικούς, τους οποίους στη συνέχεια εξειδικεύει ως εξής: […] la lingua che si parla non hà ancora sussistenza nè fermezza, ma vaga & imperfetta viene da diversi linguaggi, e varie pronuncie, e toto genere diversi dominij così malamente menata, che più presto si può chiamare stroppio e guasto di lingua che lingua; e credo che sempre anderà peggiorando, se non si stabilisce qualche Dominio. […] η δημώδης γλώσσα δεν έχει ακόμη υπόσταση και σταθερότητα, αλλά είναι ρευστή και ατελής, καθώς συγκροτείται από διαφορετικά ιδιώματα και ποικίλες προφορές, και γενικά από διάφορες γλωσσικές επικράτειες, που την κατευθύνουν τόσο άσχημα, ώστε θα την αποκαλούσε κανείς στρέβλωση και καταστροφή της γλώσσας παρά γλώσσα· και πιστεύω ότι η κατάσταση θα χειροτερεύει διαρκώς, αν μία από τις γλωσσικές επικράτειες δεν κυριαρχήσει πάνω στις άλλες.

 Η γλώσσα αποτελεί λοιπόν για τον Αλλάτιο καίριο στοιχείο για την αξιολόγηση της λογοτεχνίας, και η παραπάνω περιγραφή τοποθετεί τη νεοελληνική δημώδη στους αντίποδες των τριών γλωσσών κύρους, δηλαδή την ιταλική, τη λατινική και την αρχαία ελληνική, των οποίων ο ίδιος υπήρξε άριστος γνώστης και χειριστής, εν μέρει και ως δημιουργός.15 Έμμεσα ξαναγυρίζουμε στα λόγια του Basile: «il Tosco, il Latio e ’l Greco». Είναι άκρως σημαντικό ότι ο Ανδρέας Κορνάρος δεν μνημονεύει πουθενά την ελληνόγλωσση ποιητική παραγωγή του αδελφού του Βιτσέντζου, ο οποίος, σύμφωνα με τους Παναγιωτάκη και Μαυρομάτη, είναι ο πιθανότερος συγγραφέας του Ερωτόκριτου, ούτε τη μνημονεύει ο Basile όταν εγκωμιάζει τα δύο αδέλφια.16 Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί το σονέτο που έγραψε ο Ανδρέας για τον θάνατο του αδελφού του Βιτσέντζου, και το οποίο δημοσίευσε το 2005 ο Cristiano Luciani:17 15. Βλ. Vincenzo Rotolo, Il carme «Hellas» di Leone Allacci, Παλέρμο 1966. 16. Παναγιωτάκης, «Νέα στοιχεία», ό.π., σ. 132. 17. Cristiano Luciani, «L’epitaffio per il fratello Vincenzo», στο Manierismo cretese: Ricerche su Andrea e Vincenzo Cornaro, Ρώμη 2005, σ. 15-23.284 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ Piango, e da gli occhi verso ampi torrenti, non per la gloria tua, frate, ch’in cielo, senza punto temer di Morte ’l telo, fra immortali hor ti godi spirti ardenti, per me, cui tutti i lumi son già spenti del cielo, te perduto, e al caldo e al gelo, al dì chiaro e di notte al tetro velo, ingombro l’aria di sospir cocenti. Ogni speme da me teco è sparita, ogni gioia e contento, ond’io mi vivo, miser, in aspra e dolorosa vita. Tu, che la su di quell’eterno e divo fonte ti satii ogn’hor, porgimi aita, né resti ’l mio pregar d’effetto privo.

 Κλαίω και από τα μάτια ποτάμια δάκρυα χύνω, όχι για τη δόξα σου, αδελφέ μου, που τώρα στον ουρανό, χωρίς καθόλου το πλήγμα του Θανάτου να φοβάσαι, ανάμεσα στ’ αθάνατα ευφραίνεσαι πύρινα πνεύματα, αλλά για μένα, που με το χαμό σου μου έσβησαν όλα τ’ άστρα του ουρανού· στη ζέστη και στο κρύο, στο φως της μέρας και κάτω από της νύχτας το μαύρο πέπλο, με αναστεναγμούς καυτούς γεμίζω τον αέρα. 

Μαζί σου χάθηκαν οι ελπίδες μου όλες, κάθε χαρά και ευτυχία, και τώρα πια ζω στη δυστυχία, στην οδύνη και την πίκρα. Εσύ, που εκεί ψηλά για πάντα από την αιώνια και θεία ξεδιψάς πηγή, βοήθησέ με, για να μη μείνουν οι παρακλήσεις μου ανεκπλήρωτες. Μεγάλη σημασία έχει και το αντίστροφο παράδειγμα: τα ιταλικά ποιήματα που αποδίδονται στον Βιτσέντζο Κορνάρο είναι λυρικά στιχουργήματα όπως αυτά των Ακαδημαϊκών.18 Η σχέση της ελληνόγλωσσης με την ιταλόγλωσση λογο

18. Στυλιανός Αλεξίου, «Ιταλικά ποιήματα του Vicenzo Cornaro», στο Ενθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης, Αθανάσιος Μαρκόπουλος, Γιάννης Μαυρομάτης, Ηράκλειο 2000, σ. 31-36.Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 285 τεχνία μοιάζει με ένα ισοσκελές τρίγωνο από το οποίο όμως απουσιάζει η κάτω πλευρά, με την έννοια ότι και οι δύο αντλούν έμπνευση από την Ιταλία, έστω και από διαφορετικά πρότυπα, χωρίς όμως να επικοινωνούν μεταξύ τους.

 Η τρίτη και τελευταία υπόθεση αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της θεωρίας του Νίκου Παναγιωτάκη. Έγκειται στο επιχείρημα ότι, εφόσον οι ιταλικές Ακαδημίες του 16ου και του 17ου αιώνα ενίσχυσαν και προώθησαν με ποικίλους τρόπους τη θεατρική δραστηριότητα, μέσω της παράστασης ή της απαγγελίας όχι μόνο ρωμαϊκών αλλά και ιταλικών θεατρικών έργων, ανάλογα η Ακαδημία των Stravaganti πρέπει να προώθησε την καλλιέργεια του κρητικού θεάτρου και γενικότερα της κρητικής λογοτεχνίας.

 Κατά τη γνώμη μου, η υπόθεση αυτή μπορεί να ελεγχθεί από δύο πλευρές. Το ενδιαφέρον του Andrea Cornaro για το ιταλικό θέατρο προκύπτει, π.χ., από το ποίημα που συνέθεσε με την ευκαιρία της παράστασης του ποιμενικού δράματος Pastor Fido του Guarini, το 1611, στον Χάνδακα.

19 Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέλη της Ακαδημίας των Stravaganti, όπως ο ναπολιτάνος Giambattista Basile και ο βενετσιάνος Nicolò Crasso, έγραψαν σε κάποια στιγμή της ζωής τους θεατρικά έργα, η απαγγελία ή η παράσταση ιταλικών θεατρικών έργων στην Ακαδημία είναι κάτι το αναμενόμενο. Θα μπορούσαμε έτσι να θεωρήσουμε ότι έμμεσα καλύπτεται η αναλογία με τη δραστηριότητα των ιταλικών Ακαδημιών, αλλά με τους όρους που έθεσα αρχικά, ότι δηλαδή είναι ιταλικά ιδρύματα που λειτουργούν με τους ίδιους όρους και στην Ιταλία και στην Κρήτη. Αυτό, δηλαδή, δεν συνεπάγεται την αναλογική επέκταση της θεατρικής δραστηριότητας στην προώθηση του κρητικού θεάτρου, για τους λόγους που ήδη εξήγησα, ότι δηλαδή η Ακαδημία πρόσφερε δημόσιο βήμα μόνο στις καταξιωμένες γλώσσες και λογοτεχνίες, δηλαδή αυτές που είχαν με το μέρος τους το κύρος της παράδοσης. Πολυτιμότερη για το θέμα που μας απασχολεί είναι η μαρτυρία των σωζόμενων ποιητικών κειμένων της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής. Αυτά ήσαν που με οδήγησαν αρχικά στην πρόταση για αποσύνδεση της ελληνόγλωσσης ποιητικής παραγωγής από τις δραστηριότητες των Ακαδημιών. 

Δεν πρόκειται για argumentum ex silentio, όπως θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, γιατί το επιχείρημα προκύπτει μέσα από τη συγκριτική εξέταση των κρητικών έργων με τα πρότυπά τους και κατά συνέπεια έχει απτή και μάλιστα δυναμική διάσταση. Είναι ένα πολύ σημαντικό τεκμήριο που, ενώ το είχαμε μπροστά στα μάτια μας, δεν το αξιοποιήσαμε. 

Ειδικότερα, σε ανακοίνωση που έκανα το 2004,20 παρατήρησα ότι κατά τη διαδικασία της πρόσληψης της Orbecche, του προτύπου της Ερωφίλης, ο  19. Παναγιωτάκης, «Έρευναι εν Βενετία ΙΙ», ό.π., σ. 37. 20. Πασχάλης, «Από την Orbecche στην Ερωφίλη», ό.π.286 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ Χορτάτσης απαλείφει μεθοδικά κάθε άμεσο και έμμεσο σχόλιο για ζητήματα ποιητικής. Εννοώ τον αποτελούμενο από 96 στίχους πρόλογο της Orbecche, που θεωρείται θεμελιώδες κείμενο για τη δραματουργία του Cinquecento, και κυρίως τον επίλογο έκτασης 192 στίχων με τίτλο «La Tragedia a chi legge», όπου ο Giraldi παραθέτει και αναλύει τις δραματουργικές και θεατρικές καινοτομίες του έργου του και υπερασπίζεται την lingua volgare.

 Θα περιμέναμε αντίστοιχα ο Χορτάτσης να είχε καταγράψει κάπου τις δικές του κριτικές και δραματουργικές θέσεις, τις σχετικές με τη σύλληψη και σύνθεση της Ερωφίλης, και να κάνει λόγο για τη γλώσσα στην οποία έγραψε την τραγωδία. Διευρύνοντας τον ερευνητικό ορίζοντα του θέματος διαπίστωσα ότι οι ποιητές της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής κατά κανόνα21 δεν αρθρώνουν δημόσιο κριτικό και θεωρητικό λόγο μέσα από τους προλόγους τους, ότι από την ιταλική παράδοση διατηρούν μόνο τους αφιερωματικούς προλόγους, και ότι δεν συνομιλούν μεταξύ τους ανοικτά ούτε συνομιλούν με τις Ακαδημίες.

 Αντίθετα, οι Stravaganti συνομιλούν μεταξύ τους δημόσια. Επίσης, οι Ιταλοί ομότεχνοι των Ακαδημαϊκών και των ελληνόγλωσσων ποιητών αναπτύσσουν, κυρίως στη διάρκεια του Cinquecento αλλά και αργότερα, έναν πλούσιο, δυναμικό και πολυσχιδή διάλογο για ζητήματα ποιητικής. Κατέληξα έτσι στο συμπέρασμα ότι η ελληνόγλωσση ποίηση της εποχής αναπτύχθηκε, όπως προανέφερα, έξω από τον ορίζοντα των Ακαδημιών, εκεί όπου δεν υπήρχε ή δεν μπόρεσε ή δεν πρόλαβε να αναπτυχθεί ένα ανάλογο βήμα δημόσιου διαλόγου. 

Ο επίλογος του Ερωτόκριτου, αν εξεταστεί σε αντίστιξη με το λογοτεχνικό του πρότυπο που είναι ο Orlando furioso του Ariosto, υπαινίσσεται σε ποιο περιβάλλον δημιουργούσε ο Βιτσέντζος Κορνάρος, ο κορυφαίος, μαζί με τον Γεώργιο Χορτάτση, ποιητής της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής. 

Πρόκειται για ένα περιβάλλον απομόνωσης, που το χαρακτηρίζει η απουσία δημόσιου διαλόγου με τους ομοτέχνους και η συνακόλουθη δημόσια αναγνώριση του ρόλου και της σημασίας αυτής της ποίησης. Παραθέτω πρώτα το ελληνικό κείμενο στην έκδοση του Στυλιανού Αλεξίου:22 Ἐσίμωσε τὸ ξύλο μου, τὸ ράξιμο γυρεύγει: ἦρθε σ’ ἀνάβαθα νερὰ καὶ πλιὸ δὲν κιντυνεύγει. 

 Θωρῶ τὸν Οὐρανὸ γελᾶ, τὴ γῆ καὶ καμαρώνει κ’ εἰσὲ λιμνιώνα ἀνάπαψης ἤραξε τὸ τιμόνι. 21. Την εξέλιξη της συγγραφικής αυτοσυνειδησίας μετά την έναρξη του Κρητικού Πολέμου εκθέτω στη δημοσίευσή μου «Η εξέλιξη της συγγραφικής αυτοσυνειδησίας στην κρητική λογοτεχνία της ακμής», Κρητικά Χρονικά, 35 (2015), 53-62. 22. Στυλιανός Αλεξίου, Bιτσέντσoς Koρνάρoς, Eρωτόκριτoς, Aθήνα 1980 (Δʹ έκδοση 2000).

Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 287 Σ’ βάθη πελάγου ἀρμένιζα, μὰ ἐδά ’ρθα στὸ λιμνιώνα, πλιὸ δὲ φοβοῦμαι ταραχὴ οὐδὲ μάνητα χειμώνα. Θωρῶ πολλοὶ ἐχαρήκασι κ’ ἐκουρφοκαμαρῶσα, κι ὅσοι ἐκλουθοῦσα ἀπὸ μακρά, ἐδὰ κοντὰ ἐσιμῶσα. Ἡ γῆς ἐβγάνει τὴ βοή, ὁ ἀέρας καὶ μουγκρίζει, καὶ μιὰ βροντὴ στὸν οὐρανὸ τσ’ ὀχθρούς μου φοβερίζει· ἐκείνους τοὺς κακόγλωσσους ποὺ ψέγουν ὅ,τι δοῦσι, κι ἀπόκεις δὲν κατέχουσι τὴν ἄλφα σκιὰς νὰ ποῦσι. Θωρῶ πολλοὺς καὶ πεθυμοῦν, κ’ ἔχω το γροικημένα Νὰ μάθουν τίς ἐκόπιασεν εἰς τ’ ἀπανωγραμμένα. K’ ἐγὼ δὲ θὲ νὰ κουρφευτῶ κι ἀγνώριστο νὰ μ’ ἔχου, μὰ θέλω νὰ φανερωθῶ, κι ὅλοι νὰ μὲ κατέχου. BΙΤΣENΤΖΟΣ εἶν’ ὁ ποιητὴς καὶ στὴ γενιὰ KOΡΝΑΡΟΣ, ποὺ νὰ βρεθεῖ ἀκριμάτιστος, σὰ θὰ τὸν πάρη ὁ Χάρος. Στὴ Στείαν ἐγεννήθηκε, στὴ Στείαν ἐνεθράφη, ἐκεῖ ’καμε κ’ ἐκόπιασεν ἐτοῦτα ποὺ σᾶς γράφει. 

Στὸ Κάστρον ἐπαντρεύτηκε σὰν ἀρμηνεύγει ἡ φύση, τὸ τέλος του ἔχει νὰ γενῆ ὅπου ὁ Θεὸς ὁρίση. (Ε1527-1548) Ήδη ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης23 παρατήρησε ότι οι στίχοι που περιγράφουν τον κατάπλου του ποιητή στο λιμάνι, μετά από επικίνδυνο και τρικυμιώδες ταξίδι, ως μεταφορά για την ολοκλήρωση ενός επίμοχθου έργου, αναπαράγουν τις δύο πρώτες οκτάβες του 46ου canto του Orlando furioso: 1 Or, se mi mostra la mia carta il vero, non è lontano a discoprirsi il porto; sì che nel lito i voti scioglier spero a chi nel mar per tanta via m’ha scorto; ove, o di non tornar col legno intero, o d’errar sempre, ebbi già il viso smorto. Ma mi par di veder, ma veggo certo, veggo la terra, e veggo il lito aperto. 2 Sento venir per allegrezza un tuono che fremer l’aria e rimbombar fa l’onde: odo di squille, odo di trombe un suono che l’alto popular grido confonde. Or comincio a discernere chi sono 23. Βιτζέντζου Κορνάρου, Ερωτόκριτος. Έκδοσις κριτική γενομένη […] υπό Στεφάνου Α. Ξανθουδίδου, Ηράκλειο 1915, σ. CXIV.288 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ questi che empion del porto ambe le sponde. Par che tutti s’allegrino ch’io sia venuto a fin di così lunga via. 

Ο Ariosto περιγράφει τη χαρά και την αγαλλίαση με την οποία τον υποδέχεται το κοινό του στο τέλος του ταξιδιού του.

 Όμως το ουσιαστικό μέρος, αυτό που δεν πρόσεξαν οι δικοί μας κριτικοί, δεν βρίσκεται στην ανάπλαση μιας μεταφοράς που σε τελευταία ανάλυση ανάγεται στην κλασική λατινική ποίηση,24 αλλά στο περιεχόμενο των επόμενων δεκαεπτά στροφών, στις οποίες ο ποιητής βλέπει και απαριθμεί (σε μια τροποποιημένη εκδοχή της ιλιαδικής τειχοσκοπίας και της βιργιλιανής ηρωοσκοπίας) αυτούς που τον υποδέχονται καθώς καταπλέει στο λιμάνι.25 

Πρόκειται για 94 προσωπικότητες της εποχής, που στην πλειονότητά τους αποτελούσαν την ιταλική αριστοκρατία των γραμμάτων και της τέχνης. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται ο Giangiorgo Tríssino, ο Ιανός Λάσκαρις, ο Μάρκος Μουσούρος, o Pietro Aretino, o Pietro Bembo, ο Bernardo Tasso, ο Pico della Mirandola και ο Iacopo Sannazaro.26 H επιτυχία του Orlando furioso αμέσως μετά την πρώτη έκδοση το 1516 ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο Μακιαβέλλι, σε μια γνωστή επιστολή του προς τον Lodovico Alamanni, με ημερομηνία 17 Δεκεμβρίου 1517, παραπονέθηκε γιατί απουσίαζε το όνομά του από τον κατάλογο των ποιητών και σχολίασε πως ο Ariosto τον άφησε στα αζήτητα «come un cazzo»: Io ho letto a questi di Orlando furioso dello Ariosto, et veramente il poema è bello tutto, et in molti luoghi è mirabile. Se si truova costì, raccomandatemi a lui, et ditegli che io mi dolgo solo che, havendo ricordato tanti poeti, che m’habbi lasciato indietro come un cazzo, et ch’egli ha fatto a me quello in sul suo Orlando, che io non farò a lui in sul mio Asino. 27 24. E. R. Curtius, Europäische Literatur  und lateinisches Mittelalter, Βέρνη 1969 (αʹ έκδοση 1948), σ. 138-141. 25. Για τους καταλόγους του Orlando furioso και τα πρότυπά τους, βλ. Pio Rajna, Le fonti dell’ Orlando furioso, Φλωρεντία 1900, σ. 191-194. 26. Για τον σχολιασμό των συγκεκριμένων στροφών, βλ. Lanfranco Caretti, «Commento dell’Orlando furioso», στο Ludovico Ariosto, Opere minori, a cura di Cesare Segre, Μιλάνο – Νάπολη 1954, σ. 1137∙ Remo Ceserani & Sergio Zatti, Orlando Furioso e Cinque Canti di Ludovico Ariosto, τόμος 2, Orlando Furioso XXVII-XLVI – Cinque Canti, Τορίνο 1997. 27. N. Machiavelli, Επιστολή στον Lodovico Alamanni, 17 Δεκεμβρίου 1517, στο Lettere, a cura di F. Gaeta, Milano 1961, σ. 383. Η υπόθεση που διατύπωσε ο Στέφανος Κακλαμάνης, κατά τη συζήτηση που ακολούθησε την ανακοίνωσή μου στο συνέδριο των Neogræca Medii ÆviVII, ότι οι προσωπικότητες που υποδέχονται τον ποιητή ταυτίζονται με τους συνδρομητές του Orlando furioso, δεν επιβεβαιώνεται από κάποια πηγή και δεν υπάρχει

 Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 289 Τους διάβασα τον Orlando furioso του Ariosto και στ’ αλήθεια ολόκληρο το ποίημα είναι όμορφο και σε πολλά σημεία θαυμαστό. Αν συναντήσετε τον Ariosto, να του μεταφέρετε την εκτίμησή μου και να του πείτε ότι λυπάμαι μόνον που, ενώ απαρίθμησε τόσους ποιητές, άφησε εμένα στα αζήτητα come un cazzo, και πως στον Orlando έκανε σε εμένα αυτό που εγώ δεν πρόκειται να του κάνω στον δικό μου Γάιδαρο [1517, έμμετρη σάτιρα εμπνευσμένη από τον Χρυσό γάιδαρο του Απουλήιου]. Χάσμα χωρίζει την κοσμοπολίτικη Φερράρα του Ariosto από την επαρχιακή Σητεία, όπου ο Κορνάρος έγραψε τον Ερωτόκριτο: «ἐκεῖ ’καμε κ’ ἐκόπιασεν ἐτοῦτα ποὺ σᾶς γράφει» (Ε1546). Ο ποιητής που καταπλέει στο λιμάνι δεν έχει να μνημονεύσει κανέναν ομότεχνό του ελληνόγλωσσο ποιητή, κανέναν Ακαδημαϊκό, κανέναν λόγιο της Κρήτης. Δεν θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί παραλείπει να εκμεταλλευτεί το εύρημα του Ariosto, αν πράγματι η λογοτεχνία που εκπροσωπεί έχει «το κίνητρο και την αφετηρία της» στις δραστηριότητες της Ακαδημίας των Stravaganti, όπως υποστήριξε ο Παναγιωτάκης; Τη στιγμή, μάλιστα, που ο Αντώνιος Αχέλης, ο οποίος πρώτος αναπαρήγαγε το σκηνικό υποδοχής του Ariosto στο προτελευταίο κεφάλαιο του ποιήματος Μάλτας πολιορκία, μνημονεύει ονομαστικά αυτούς που τον υποδέχονται: στην πρώτη, τιμητική θέση τοποθετεί τον πάτρωνά του Francesco Barozzi, τον οποίο στολίζει με πολλά εγκώμια, στη συνέχεια επαινεί τον συνώνυμο θείο του και τους Λαυρέντιο και Γεώργιο Barozzi, και αναφέρει τον δικό του εξάδελφο Ανδρέα Αχέλη. 

Υπάρχει και κάτι σημαντικότερο: ο ποιητής του Ερωτόκριτου ανατρέπει πλήρως τη λογική του προτύπου του, το οποίο του υπαγόρευε να απαριθμήσει τους (ιδανικούς) αναγνώστες του, και αντ’ αυτού ομολογεί ότι είναι παντελώς άγνωστος στο κοινό του και αποκαλύπτει την ταυτότητά του: «K’ ἐγὼ δὲ θὲ νὰ κουρφευτῶ κι ἀγνώριστο νὰ μ’ ἔχου, / μὰ θέλω νὰ φανερωθῶ, κι ὅλοι νὰ μὲ κατέχου» (Ε1541-1542). Δεδομένου όμως ότι ο Κορνάρος διατήρησε το μοτίβο της υποδοχής του ποιητή και τις εκδηλώσεις χαράς εκ μέρους του κοινού, κατέληξε σε έναν επίτεκμήριο ή μαρτυρία που να τη στηρίζει. Ο κατάλογος των προσωπικοτήτων επαυξήθηκε και τροποποιήθηκε μέχρι την τελική έκδοση με βάση συγκεκριμένη στρατηγική. Σύμφωνα με τον Alberto Casadei, διακεκριμένο μελετητή του Ariosto, ο σχεδιασμός ήταν ξεκάθαρος (un progetto chiaramente definito) και κατέληξε στο να συμπεριλάβει «τους μεγαλύτερους εκπροσώπους της σύγχρονης διανόησης»: «La strategia compositiva nell’ esordio del canto XLVI», στο La strategia delle varianti: le correzioni storiche del terzo Furioso, Λούκκα 1988, σ. 105-139 (ειδ. 105). 

Ο Casadei καταλήγει υιοθετώντας την εξής διατύπωση του Italo Calvino, σχετικά με τη στρατηγική του ποιητή: «il poeta ha ritagliato una sua società di lettori ideali all’interno del mondo dei lettori potenziali, cioè della società delle corti italiane del tempo» (σ. 138).290 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ λογο, όπου εντοπίζεται μια προφανής αντίφαση. Όταν λέει: «Θωρῶ πολλοὶ ἐχαρήκασι κ’ ἐκουρφοκαμαρῶσα, / κι ὅσοι ἐκλουθοῦσα ἀπὸ μακρά, ἐδὰ κοντὰ ἐσιμῶσα» (Ε1533-1534), παραπέμπει στους στίχους του Orlando furioso που αναφέρονται στο πρόσωπο που τον συντρόφευσε στο μακρύ λογοτεχνικό του ταξίδι: «sì che nel lito i voti scioglier spero / a chi nel mar per tanta via m’ ha scorto» (46, 2, 1-2). Σύμφωνα με τους σχολιαστές, το πρόσωπο αυτό ήταν είτε ο προστάτης του Ippolito d’Este είτε η ερωμένη και Μούσα του Alessandra Benucci. Τα συμφραζόμενα του ελληνικού επιλόγου δημιουργούν την εξής απορία: πώς είναι δυνατόν να παρακολουθούσαν κάποιοι τη δημιουργία του Ερωτόκριτου, όταν αμέσως παρακάτω ο Κορνάρος δηλώνει ότι είναι παντελώς άγνωστος; Αν είχε επιφανείς συνομιλητές, γιατί δεν τους μνημονεύει; Είναι φανερό ότι συμπεριέλαβε στον Επίλογο τους συγκεκριμένους στίχους διότι υπήρχαν στον Orlando furioso και όχι διότι εξέφραζαν την πραγματικότητα. Παλαιότερα ο Ξανθουδίδης, ερμηνεύοντας κυριολεκτικά τα αναφερόμενα στον επίλογο, υποστήριξε ότι ο Ερωτόκριτος κυκλοφόρησε αρχικά ανώνυμα και ότι ο Κορνάρος αποκάλυψε την ταυτότητά του εκ των υστέρων: «Το ποίημα άμα κυκλοφορήσαν το πρώτον ανωνύμως εύρε κριτάς, τους μεν φίλους και ευμενείς, τους δε εχθρούς και κακογλώσσους· και κατά τούτων μεν ως αμαθών και κακεντρεχών ο ποιητής εύχεται την εξ ουρανού τιμωρίαν, των δε φίλων των μετ’ ευμενείας προσδεξαμένων το ποίημα ικανοποιεί την επιθυμίαν και περιεργίαν αποκαλύπτων το όνομα και την πατρίδα.

 Πού εστήριζον οι μεν τον έπαινον και οι άλλοι τον ψόγον δεν εθεώρησεν ο ποιητής αναγκαίον να μας διαφωτίση».28 Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι ο ποιητής απλώς διασκευάζει το πρότυπο του Orlando furioso, όπως στην περίπτωση που αναφέρεται στους εχθρούς του που τον κακολογούν και στη βροντή που τους φοβερίζει. Στην αφετηρία αυτής της επινόησης βρίσκεται ο βροντερός αντίλαλος των χαρούμενων εκδηλώσεων του πλήθους που υποδέχεται τον Ariosto («Sento venir per allegrezza un tuono / che fremer l’aria e rimbombar fa l’onde»). Ίσως ο Κορνάρος εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι η λέξη «tuono» (βροντή) χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά για εκδηλώσεις χαράς και τη συσχέτισε με τους δήθεν επικριτές του ποιήματός του. 

Η επινόηση έχει όμως τη σημασία της, η οποία βρίσκεται στο εξής σημείο: o ποιητής όχι μόνον δεν κατονομάζει ή δεν υποδεικνύει έμμεσα τους επικριτές του, αλλά δεν έχει και κάτι συγκεκριμένο να πει εναντίον τους, εκτός από το ότι είναι κακόγλωσσοι και αγράμματοι («ποὺ ψέγουν ὅ,τι δοῦσι, / κι ἀπόκεις δὲν κατέχουσι τὴν ἄλφα σκιὰς νὰ ποῦσι»). Δεν έχει να μνημονεύσει κάτι 28. Ό.π., σ. CXXXVI.Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 291 το ουσιώδες, που να αναφέρεται δηλαδή στα κορυφαία ζητήματα που θέτουν η σύλληψη, η σύνθεση και η αφήγηση του Ερωτόκριτου και η γλώσσα στην οποία γράφτηκε το ποίημα, αλλά καταφεύγει σε μια συμβατική διατύπωση. Εδώ θα πρέπει να συνεκτιμήσουμε το γεγονός ότι, όπως επισήμανε ο Τάσος Καπλάνης,29 το μοναδικό σχόλιο ποιητικής σε ολόκληρο το ποίημα είναι οι στ. Α887-890, που τράβηξαν παλαιότερα την προσοχή του Σεφέρη, αλλά και αυτοί έχουν τον ίδιο γενικόλογο χαρακτήρα. Και εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχει στο ποίημα κανένα σχόλιο που να θίγει τα παραπάνω ζητήματα, δηλαδή κάτι ανάλογο με τον ουσιαστικό διάλογο πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα, που αναπτύχθηκε στην Ιταλία, συχνότατα με κείμενο αναφοράς την Ποιητική του Αριστοτέλη. 

Υπενθυμίζω αυτό που ανέφερα παραπάνω, ότι ο Χορτάτσης απάλειψε τον Πρόλογο και τον Επίλογο της Orbecche, που περιείχαν πλούσια σχόλια ποιητικής, και δεν τους αντικατέστησε με δικά του κείμενα. Αφού όμως τα σχόλια ποιητικής αποτελούν την πρώτη –ή, έστω, τη βασική– ύλη ενός διαλόγου για την ποίηση, μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί κατά την περίοδο της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής δεν αναπτύχθηκε ο κριτικός διάλογος, γιατί οι δημιουργοί δεν είχαν δημόσιους συνομιλητές και γιατί ο μόνος διάλογος που αναπτύχθηκε μεταξύ των ελληνόγλωσσων ποιητών ήταν βουβός, δηλαδή διακειμενικός. 29. Τάσος Καπλάνης, 

«“ Ὅπου κατέχει να μιλή με γνώση και με τρόπο…”: η ποιητική θεωρία του Β. Κορνάρου με αφορμή τα σχόλια ποιητικής του Ερωτόκριτου», στο Ζητήματα ποιητικής στον Ερωτόκριτο, επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης, Ηράκλειο 2006, σ. 369-394


Προλογικό Σημείωμα xiii ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ Χαρτογραφώντας τὴ δημώδη βυζαντινὴ καὶ πρώιμη νεοελληνικὴ λογοτεχνία (12ος-17ος αι.) 1 BERNARD FLUSIN Ita loquuntur novi Graeci: Johann Jacob Reiske et l’édition du De cerimoniis 13 ΜΑΡΙΝΑ ΔΕΤΟΡΑΚΗ Το Λειμωνάριον του Ιωάννη Μόσχου και η θέση του στα Neogræca Medii Ævi 25 ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΒΙΑΪΝΕΝ Ἀναζητώντας πρώιμες μορφὲς τοῦ γραπτοῦ δημώδους λόγου: Κάποια στατιστικὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν ἔκφραση τοῦ μελλοντικοῦ χρόνου στὴν πρώιμη βυζαντινὴ ἁγιολογικὴ ἀσκητικὴ λογοτεχνία 35 CRISTINA ROGNONI Note per uno studio linguistico dei documenti d᾽archivio medievali italo-greci 49 ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΙΟΡΙΔΗΣ Δώρα και προίκα στον Διγενή Ε και στο Cantar de mio Cid 61 ΗΛΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ Από την προφορική ή κειμενική αφήγηση στη μνημειακή απεικόνιση: Τρία βυζαντινά παραδείγματα του όψιμου Μεσαίωνα 71 HANS EIDENEIER Ποιος σατιρίζεται στις «σάτιρες» της ελληνικής δημώδους γραμματείας; 85viii ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΗΜΩΔΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (12ΟΣ-17ΟΣ ΑΙ.) ELIZABETH JEFFREYS A date and context for the War of Troy 93 RENATA LAVAGNINI La lingua greca medievale e l᾽opera di Costantino Ermoniaco 107 ΜΑΙΡΗ ΜΑΡΓΑΡΩΝΗ – 

ΑΡΓΥΡΩ ΜΟΥΝΤΑΚΗ Καλλίμαχος και Χρυσορρόη: Η προβληματική σχετικά με τις παραμυθιακές καταβολές της μυθιστορίας και οι περαιτέρω πρακτικές 117 GÜNTHER S. HENRICH Ποια ή ποιος συνέγραψε την Κακοπαντρεμένη; 131 CATERINA CARPINATO Stampe veneziane in greco volgare nella prima metà del Cinquecento e questione della lingua 147 CRISTIANO LUCIANI Προκαταρκτική έρευνα για μια νέα έκδοση των Ανδραγαθημάτων του Μερκουρίου Μπούα 169 OLESIA FEDINA Η μετρική ταυτότητα της κυπριακής ανώνυμης συλλογής του 16ου αιώνα (Ρίμες Αγάπης) 183 ΜΑΝΟΛΗΣ Σ. ΠΑΤΕΔΑΚΗΣ Μαρτυρίες από τη μη λόγια γλωσσική παράδοση της Κρήτης σε επιγραφές τοιχογραφημένων ναών (13ος-16ος αι.) 195 ARNOLD VAN GEMERT – ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΟΜΑΤΗΣ Η συνοπτική και κριτική έκδοση των ποιημάτων του Στέφανου Σαχλίκη – Παρατηρήσεις στον τρόπο εργασίας του ποιητή 217 ΤΙΝΑ ΛΕΝΤΑΡΗ Η πόλη των αισθήσεων στα ποιήματα του Στέφανου Σαχλίκη 229 ΣΩΤΗΡΙΑ ΣΤΑΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Φτώχεια και κοινωνική συνείδηση στην πρώιμη δημώδη ποίηση 241 MARIA CARACAUSI La Ριμάδα κόρης και νέου e i Contrasti italiani 251 FRANCESCA PAOLA VUTURO Appunti per una edizione dell᾽opera di Nilos-Nathanail Bertos 263 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ Ο αποκλεισμός της ελληνόγλωσσης λογοτεχνίας από τις Ακαδημίες της Κρήτης και ο σιωπηλός διάλογος των δημιουργών 277ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ix ROSEMARY E. BANCROFT-MARCUS Cretan Renaissance metrical idiosyncrasies and their relation to the Latin-script writing system: the cases of Abraham᾽s Sacrifice and The Faithful Shepherd 293 ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΠΑΦΙΤΗ «Άσπλαχνη και κακή μ᾽ ήθελαν κράζει»: Δυτικές λογοτεχνικές «ανταποκρίσεις» της Βοσκοπούλας 307 ΜΑΡΙΑ-ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΠΑΣΣΟΥ Σκέψεις για τις δομικές και ερμηνευτικές συντεταγμένες της Πανώριας του Γεωργίου Χορτάτση 323 ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ Από τον Pastor fido του Guarini στον κρητικό Πιστικό βοσκό: Χαρτογραφώντας τους μάρτυρες του ιταλικού κειμένου 339 ΕΛΕΝΗ ΛΑΜΠΑΚΗ Συγκριτική εξέταση των χειρόγραφων και έντυπων μαρτύρων της Ερωφίλης: Εισαγωγικές παρατηρήσεις 353 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΛΛΙΝΗΣ Η Ερωφίλη του Χορτάτση – Πέρα από το αρχαιοελληνικό τραγικό 363 ΝΑΤΑΛΙΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ Η ανάγνωση της Ερωφίλης στον Ερωτόκριτο 375 ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΙΕΡΗΣ Τα «λόγια της αγάπης» ή «του πόθου τα γραμμένα»: Για τους στίχους των τραγουδιών του Ρωτόκριτου 387 ΤΑΣΟΥΛΑ Μ. ΜΑΡΚΟΜΙΧΕΛΑΚΗ Συμβολή στη μελέτη της Γκιόστρας στον Ερωτόκριτο: Ο Αφέντης της Πάτρας Δρακόκαρδος 407 ΜΑΡΙΝΑ ΡΟΔΟΣΘΕΝΟΥΣ-ΜΠΑΛΑΦΑ Απηχήσεις του Βασίλειου Διγενή Ακρίτη Escorial στον Ερωτόκριτο 419 MARINA PIERA PIRRONE Διασυνδέσεις ιταλικών γλωσσικών στοιχείων στις κωμωδίες της «Κρητικής Αναγέννησης» και στον Ερωτόκριτο 443 ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΛΑΜΠΑΚΗΣ Ἡ κρητικὴ Ἀποκάλυψις τῆς Θεοτόκου 457 ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ Ανοιχτά ζητήματα στην έρευνα για το κρητικό θρησκευτικό ποίημα «Παλαιά και Νέα Διαθήκη» 477x ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΗΜΩΔΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (12ΟΣ-17ΟΣ ΑΙ.) ΝΤΙΑ ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ Θρήνος και ρίμα στην Παλαιά και Νέα Διαθήκη: Μια πρώτη προσέγγιση 491 ΕΙΡΗΝΗ ΓΕΡΓΑΤΣΟΥΛΗ Ιστορική αφήγηση και Ιστορία: Ανδραγαθία Λαζάρου Μοτσενίγου, του Θεόδωρου Μοντσελέζε (1657) 507 ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΑΝΟΥ Αποκρυφιστικά κείμενα του 16ου αιώνα: Γιατροσόφια – Ονειροκρίτες – Ζωδιολόγια – Υγρομαντεία 521 ΕΛΕΝΗ ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ-ΠΑΝΟΥ Για μια (πρώτη) συγκεντρωτική καταγραφή των διδακτικών (πεζών) αφηγήσεων σε δημώδη γλώσσα: Τίτλοι, παραλλαγές, χειρόγραφα, πηγές, εκδόσεις, κριτική 533 ΜΙΧΑΗΛΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ-ΙΑΤΡΟΥ Από την Κοινής των Ελλήνων γλώσσης του Νικολάου Σοφιανού στο Greco volgare του Girolamo Germano και στο Greco-barbarum του Simon Portius – Μια περιδιάβαση και αξιολόγηση των πρώτων νεοελληνικών γραμματικών στον 16ο και 17ο αιώνα 541 ΝΙΚΟΣ ΛΙΟΣΗΣ Η γραμματική του πατέρα Ρωμανού Νικηφόρου του Θεσσαλονικέως (17ος αι.) ως πηγή για τη μελέτη της πρώιμης νεοελληνικής και των ποικιλιών της 553 MATTEO MIANO Αντανακλάσεις της βυζαντινής σάτιρας σε ένα ρωσικό κείμενο του 17ου αιώνα 569 GAIA ZACCAGNI «Ζηλεύω τὴν ἀρετὴ ὁποὺ ἔχεις, νὰ λέγῃς πολλὰ εἰς ὀλίγα» – Η ρητορική τέχνη του Φραγκίσκου Σκούφου: συνέχεια και γλωσσική ανανέωση 579 ΑΛΕΞΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ Λόγιες ριμάδες 15ος-18ος αιώνας: Απόπειρα μιας πρώτης (και ατελούς) απογραφής 591 ΕΙΡΗΝΗ ΡΟΔΟΣΘΕΝΟΥΣ Διάσωση και διάδοση των ακριτικών/επικών ασμάτων της Κύπρου – Ο ρόλος των ποιητάρηδων και η λειτουργία λαϊκής συλλογικής μνήμης 619ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ xi ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗΣ Επίγονοι του Κοραή και πρώιμη νεοελληνική γραμματεία – Χριστόφορος Φιλητάς: πρόδρομος και λησμονημένος 635 ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ Ἀναφορὰ στὸν Μιχάλη Λασιθιωτάκη 661Μιχαήλ Πασχάλης Ο αποκλεισμός της ελληνόγλωσσης λογοτεχνίας από τις Ακαδημίες της Κρήτης και ο σιωπηλός διάλογος των δημιουργών Το 1966, ο αείμνηστος Νίκος Παναγιωτάκης, στη μελέτη του «Ιταλικές Ακαδημίες και θέατρο: Οι Stravaganti του Χάνδακα», διατύπωσε την άποψη ότι η Ακαδημία του Χάνδακα «έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της Κρητικής Λογοτεχνίας της ακμής και ιδιαίτερα του Κρητικού Θεάτρου». Εξειδικεύοντας την παραπάνω θέση υποστήριξε ότι «στις συγκεντρώσεις της Ακαδημίας τα μέλη διάβαζαν τα ιταλικά και ελληνικά ποιήματά τους»· και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «το κίνητρο και η αφορμή της σύνθεσης πολλών λογοτεχνημάτων ήταν ακριβώς αυτή η δημόσια παρουσίαση στην Ακαδημία».1 Στο θέμα επανήλθε σε μεταγενέστερα δημοσιεύματά του (το ένα σε συνεργασία με τον Alfred Vincent), στα οποία συγκέντρωσε νέα στοιχεία για την Ακαδημία του Χάνδακα, την ταυτότητα και τις δραστηριότητες των μελών της. To 1968 έγραφε μεταξύ των άλλων τα εξής: «Παρ’ ότι, ως φαίνεται, η κατ’ εξοχήν χρησιμοποιούμενη εις την Ακαδημίαν γλώσσα ήτο η ιταλική, θα ήτο δύσκολον να πιστευθή ότι δεν εγράφοντο και δεν ανεγιγνώσκοντο εις τας ακαδημαϊκάς συγκεντρώσεις και ποιήματα εις την ελληνικήν, η οποία ήτο η κυρίαρχος γλώσσα εν Κρήτη».2 1. Ν. Μ. Παναγιωτάκης, «Ιταλικές ακαδημίες και θέατρο: Οι Stravaganti του Χάνδακα», Θέατρο, τχ. 27-28 (1966), 39-53 [= Ν. Μ. Παναγιωτάκης, Κρητικό θέατρο. Μελέτες, επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης – Γιάννης Μαυρομάτης, Αθήνα 1998, σ. 11-63 (39, 56-57)]. 2. Ν. Μ. Παναγιωτάκης, «Έρευναι εν Βενετία. ΙΙ: Περί της Ακαδημίας του Χάνδακος και της πνευματικής ζωής εν Κρήτη κατά τον 16ον και τον 17ον αιώνα», Θησαυρίσματα, 5 (1968), 45-118, και «Νέα στοιχεία για την Ακαδημία των Stravaganti», Θησαυρίσματα, 7 (1980), 52-81 (σε συνεργασία με τον Alfred Vincent) [= Ν. Μ. Παναγιωτάκης, Κρητική Αναγέννηση: Μελετήματα για τον Βιτσέντζο Κορνάρο, επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης – Γιάννης Μαυρομάτης, Αθήνα 2002, σ. 32-97 και 103-135].278 ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΣΧΑΛΗΣ Οι προσδοκίες για εύρεση τεκμηρίων που θα επαλήθευαν την άποψη του Παναγιωτάκη δεν έχουν μέχρι σήμερα επιβεβαιωθεί και πολύ δύσκολα θα επιβεβαιωθούν. Κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα δεν έγκειται στην έλλειψη νέων τεκμηρίων αλλά στην ερμηνεία των τεκμηρίων που ήδη διαθέτουμε (όπως: οι σωζόμενοι ιδρυτικοί λόγοι των Ακαδημιών, αφιερώσεις βιβλίων, ιστοριογραφικά και άλλα κείμενα), τα οποία εντόπισε και δημοσίευσε ο ίδιος ο Παναγιωτάκης, φέρνοντας στο φως έναν θαυμαστό παλιότερο κόσμο, και ορισμένα δημοσίευσε τα τελευταία χρόνια ο Στέφανος Κακλαμάνης. Το γενικό πλαίσιο που διαγράφουν τα εν λόγω τεκμήρια είναι ότι η προώθηση της ελληνόγλωσσης λογοτεχνίας ήταν ασύμβατη με την ιδεολογία και το πρόγραμμα της Ακαδημίας των Stravaganti, για την οποία διαθέτουμε τα περισσότερα στοιχεία, αλλά και της Ακαδημίας των Vivi, με βάση τα λίγα στοιχεία που διασώθηκαν. Πληροφορίες για το αντίθετο δεν υπάρχουν και, εάν υπάρξουν στο μέλλον, θα αποτελούσαν, κατά τη γνώμη μου, μιαν εξαίρεση που δύσκολα θα ανέτρεπε τη γενική εικόνα. Εκτός από τα ιστορικά τεκμήρια, τα ίδια τα έργα της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής και τα συγκείμενά τους υποδεικνύουν έμμεσα ότι η λογοτεχνία αυτή φαίνεται να αναπτύχθηκε όχι μόνον έξω από τον ορίζοντα των Ακαδημιών αλλά και σε πείσμα της ιδεολογίας που αντιπροσώπευαν. Θα επιχειρήσω να κωδικοποιήσω τα πορίσματα της έρευνάς μου γύρω από το ζήτημα αυτό, η οποία ξεκίνησε το 2004,3 να διαγράψω τις προεκτάσεις τους και να προσθέσω ορισμένα στοιχεία που ενισχύουν την κεντρική θέση μου. Εισαγωγικά, αναφέρω ότι σύντομες αλλά ουσιαστικές παρατηρήσεις που αποσυνέδεαν τις Ακαδημίες από τη δημώδη κρητική λογοτεχνία της ακμής έκανε το 1998 ο Alfred Vincent.4 Κατά τη γνώμη μου, η άποψη για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε η Ακαδημία του Χάνδακα, και κατ’ επέκταση οι άλλες Ακαδημίες, στη διαμόρφωση της κρητικής λογοτεχνίας της ακμής στηρίχτηκε σε τρεις υποθέσεις, οι οποίες ελέγχονται ως προς τη θεμελίωσή τους. Οι υποθέσεις αυτές είναι αλ3. Μ. Πασχάλης, «Από την Orbecche στην Ερωφίλη: Αναζητώντας τους λόγιους συνομιλητές του Χορτάτση», στο Παιδεία και Πολιτισμός στην Κρήτη: Βυζάντιο – Βενετοκρατία [Ρέθυμνο στις 12-13 Νοεμβρίου 2004], Μελέτες αφιερωμένες στον Θεοχάρη Δετοράκη, επιμέλεια Ιωάννης Βάσσης, Στέφανος Κακλαμάνης και Μαρίνα Λουκάκη, Ηράκλειο 2008, σ. 263-275· Μ. Πασχάλης, «Η ιδεολογία των Ιντερμεδίων της Ερωφίλης και η συνάφειά τους με την τραγωδία του Χορτάτση», Κρητικά Χρονικά, 31 (2011), 163-182. 4. Alfred Vincent, «Scritti italiani di Creta veneziana», στο Modelli e ritorni: Per una storia dei rapporti letterari italo-greci, a cura di Cristiano Luciani, Ρώμη 1998, σ. 131-162. Βλ. επίσης Georgios I. Pilidis, «Fuor dal comun sentiero. L’Accademia degli Stravaganti di Candia: innesto socio-culturale italiano», I Greci durante la venetocrazia: Uomini, spazio, idee (XIII-XVIII), Atti del Convegno Internazionale di Studi, Venezia, 3-7 dicembre 2007, a cura di Chryssa Maltezou – Angeliki Tzavara – Despina Vlassi, Βενετία 2009, σ. 675-687. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html