Πόσο γλυκά μας μετάλλαξαν ;;; εεπ
Τον μήνα Ιούλιο -Πάναμο στην Ρόδο τελούνταν τα Αδώνεια, με τους ποιο ξακουστούς Ρόδιους Αδωνιστές στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, ήταν επταήμερη εορτή με δύο κύριες εκφάνσεις, προς τιμή του θεού Αδώνιδος.
Την πρώτη μέρα των Αδωνείων που λεγόταν "αφανισμός", ήταν ημέρα πένθους για τον
θάνατο του νεαρού θεού, με το στόλισμα των λεγομένων «κήπων του Αδώνιδος» του επιταφίου του θεανθρώπου.
Γυναίκες γυμνόστηθες, ανυπόδητες οδηγούσαν με θρήνους τα ομοιώματα του θεού με τους στολισμένους "κήπους" στην θάλασσα η σε ποτάμια και παρακαλούσαν τον θεό να ξαναεπιστρέψει τραγουδώντας {ΙΛΑΘΙ ΝΥΝ, ΦΙΛ’ ΑΔΩΝΙ, ΚΑΙ ΕΣ ΝΕΩΤΈΥΘΥΜΗΣΕΣ, ΚΑΙ ΝΥΝ ΗΝΘΕΣ, ΑΔΩΝΙ, ΚΑΙ ΟΥΚ΄ ΑΦΙΚΗ, ΦΙΛΟΣ ΗΞΕΙΣ}.
Η δεύτερη μέρα των εορτασμών λεγόταν "Ανάστασις" ήταν ημέρα χαράς για την ανάσταση του θεού εκ νεκρών και την ανάληψη του δίπλα στην θεά Αφροδίτη για το μισό του κάθε ενιαυτού {έτους}.
Μετά την απαγόρευση των «εθνικών» λατρειών και την πλήρη ιδιοποίηση των τελετών των Αδωνείων από τους χριστιανούς για την διαμόρφωση των εορτασμών της δικής τους μεγάλης εβδομάδος Πεσάχ η Πάσχα τα Αδώνεια σταμάτησαν.
Κατά τα πρώτα χρόνια οι "Πατέρες" της εβραιοπαράδοτης Εκκλησίας καταδίκαζαν τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα, η προσήλωση των Ελλήνων σε αυτά ήταν τόσο ισχυρή που αναγκάστηκαν να τα ενσωματώσουν στην χριστιανική λατρεία.
ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΠΟΥ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΝΗΣΙ
Τον μήνα Ιούλιο -Πάναμο στην Ρόδο τελούνταν τα Αδώνεια, με τους ποιο ξακουστούς Ρόδιους Αδωνιστές στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, ήταν επταήμερη εορτή με δύο κύριες εκφάνσεις, προς τιμή του θεού Αδώνιδος.
Την πρώτη μέρα των Αδωνείων που λεγόταν "αφανισμός", ήταν ημέρα πένθους για τον
θάνατο του νεαρού θεού, με το στόλισμα των λεγομένων «κήπων του Αδώνιδος» του επιταφίου του θεανθρώπου.
Γυναίκες γυμνόστηθες, ανυπόδητες οδηγούσαν με θρήνους τα ομοιώματα του θεού με τους στολισμένους "κήπους" στην θάλασσα η σε ποτάμια και παρακαλούσαν τον θεό να ξαναεπιστρέψει τραγουδώντας {ΙΛΑΘΙ ΝΥΝ, ΦΙΛ’ ΑΔΩΝΙ, ΚΑΙ ΕΣ ΝΕΩΤΈΥΘΥΜΗΣΕΣ, ΚΑΙ ΝΥΝ ΗΝΘΕΣ, ΑΔΩΝΙ, ΚΑΙ ΟΥΚ΄ ΑΦΙΚΗ, ΦΙΛΟΣ ΗΞΕΙΣ}.
Η δεύτερη μέρα των εορτασμών λεγόταν "Ανάστασις" ήταν ημέρα χαράς για την ανάσταση του θεού εκ νεκρών και την ανάληψη του δίπλα στην θεά Αφροδίτη για το μισό του κάθε ενιαυτού {έτους}.
Μετά την απαγόρευση των «εθνικών» λατρειών και την πλήρη ιδιοποίηση των τελετών των Αδωνείων από τους χριστιανούς για την διαμόρφωση των εορτασμών της δικής τους μεγάλης εβδομάδος Πεσάχ η Πάσχα τα Αδώνεια σταμάτησαν.
Κατά τα πρώτα χρόνια οι "Πατέρες" της εβραιοπαράδοτης Εκκλησίας καταδίκαζαν τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα, η προσήλωση των Ελλήνων σε αυτά ήταν τόσο ισχυρή που αναγκάστηκαν να τα ενσωματώσουν στην χριστιανική λατρεία.
Εδώ βλέπετε επιγραφές που αναφέρουν για τα Αδώνεια που βρέθηκαν στην Ρόδο το 1957
Ρόδος — 2ος π.α.χ.χ
τὸ κοινὸν̣ [τ]ῶν ἐρ̣α̣νιστᾶ[ν]
τῶ̣ν̣ Ἀδωνιαζόντων ἐτίμασε
Σω̣σικλῆ Σώσ̣ου Κρ̣ῆτα εὐεργε-
σίαι ἀ̣τελείαι, εἴμειν [δ]ὲ αὐτὸν
5
καὶ ἀσύμβολον καὶ στεφανοῦσ̣-
{σ}θαι {²⁶στεφανοῦσθαι}²⁶ καθ’ ἕκαστα Ἀδώνια θ̣αλλοῦ
στεφάνωι καὶ ἀνακαρύσσεσθαι.
καὶ Δαμάτριον Δαματρίου τὸν ἀρχεραν[ι]-
στὰν εὐεργεσίαι ἀτελείαι, εἴμειν δὲ α̣ὐ-
10
τὸν καὶ ἀσύμβολον καὶ σ̣τεφανοῦσθαι
〚— —〛 καθ’ ἕκαστα Ἀδώνια θαλλοῦ
στεφάνωι καὶ ἀνακαρύσ<σε>σθαι.
Και μια άλλη επιγραφή που βρέθηκε στην Λάρδο Ρόδου
Ρόδος Λίνδος Λάρδος— 1ος π.χ.χ
τιμαθ[έντες ὑπὸ — — — — — — — — — —]
χρυσ[έωι στεφάνωι]
καὶ πάλι τιμαθ[έντες ὑπὸ — — — — — —]
χρυσέωι [στεφάνωι καὶ]
5
ὑπὸ Ἀδωνιαστᾶ[ν — — — — — — — — — —]
καὶ ὑπὸ Σαραπιαστ[ᾶν — — — — — — — —]
καὶ ὑπὸ Ἑρμαϊστᾶν χρυσέ[ωι στεφάνωι]
χρηστοὶ χαίρετε {ν}.
Ο Άδωνις, αποτελεί προσωποποίηση του μυστηρίου της βλάστησης και η γιορτή του είναι μια τελετουργία που αποβλέπει στην αναζωογόνηση της γης, με τη βοήθεια του νερού.
Ο θάνατός του αντιπροσωπεύει το μαρασμό της φύσης, κατά τη διάρκεια του χειμώνα και η ανάστασή του, την αναγέννησή της με τον ερχομό της άνοιξης.
Η παραμονή του κοντά στην Περσεφόνη, συμβολίζει το φύτεμα του σπόρου και η επιστροφή του στην Αφροδίτη τη βλάστησή του.
Από τα «Αδωνίδια» σώζεται ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του βουκολικού ποιητή Βίωνα από τη Σμύρνη.
Ἐπιτάφιος Ἀδώνιδος 1-37
Αἰάζω τὸν Ἄδωνιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
«ὤλετο καλὸς Ἄδωνις», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
μηκέτι πορφυρέοις ἐνὶ φάρεσι Κύπρι κάθευδε·
ἔγρεο, δειλαία, κυανόστολα καὶ πλατάγησον
5 στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις».
αἰάζω τὸν Ἄδωνιν· ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
κεῖται καλὸς Ἄδωνις ἐν ὤρεσι μηρὸν ὀδόντι,
λευκῷ λευκὸν ὀδόντι τυπείς, καὶ Κύπριν ἀνιῇ
λεπτὸν ἀποψύχων· τὸ δέ οἱ μέλαν εἴβεται αἷμα
10 χιονέας κατὰ σαρκός, ὑπ᾽ ὀφρύσι δ᾽ ὄμματα ναρκῇ,
καὶ τὸ ῥόδον φεύγει τῶ χείλεος· ἀμφὶ δὲ τήνῳ
θνᾴσκει καὶ τὸ φίλημα, τὸ μήποτε Κύπρις ἀποίσει.
Κύπριδι μὲν τὸ φίλημα καὶ οὐ ζώοντος ἀρέσκει,
ἀλλ᾽ οὐκ οἶδεν Ἄδωνις ὅ νιν θνᾴσκοντα φίλησεν.
15 αἰάζω τὸν Ἄδωνιν· ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ἄγριον ἄγριον ἕλκος ἔχει κατὰ μηρὸν Ἄδωνις,
μεῖζον δ᾽ ἁ Κυθέρεια φέρει ποτικάρδιον ἕλκος.
τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται
καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες· ἁ δ᾽ Ἀφροδίτα
20 λυσαμένα πλοκαμῖδας ἀνὰ δρυμὼς ἀλάληται
πενθαλέα νήπλεκτος ἀσάνδαλος, αἱ δὲ βάτοι νιν
ἐρχομέναν κείροντι καὶ ἱερὸν αἷμα δρέπονται·
ὀξὺ δὲ κωκύοισα δι᾽ ἄγκεα μακρὰ φορεῖται
Ἀσσύριον βοόωσα πόσιν, καὶ παῖδα καλεῦσα.
25 ἀμφὶ δέ νιν μέλαν αἷμα παρ᾽ ὀμφαλὸν ᾀωρεῖτο,
στήθεα δ᾽ ἐκ μηρῶν φοινίσσετο, τοὶ δ᾽ ὑπὸ μαζοὶ
χιόνεοι τὸ πάροιθεν Ἀδώνιδι πορφύροντο.
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ὤλεσε τὸν καλὸν ἄνδρα, σὺν ὤλεσεν ἱερὸν εἶδος.
30 Κύπριδι μὲν καλὸν εἶδος ὅτε ζώεσκεν Ἄδωνις,
κάτθανε δ᾽ ἁ μορφὰ σὺν Ἀδώνιδι. «τὰν Κύπριν αἰαῖ».
ὤρεα πάντα λέγοντι, καὶ αἱ δρύες «αἴ τὸν Ἄδωνιν»·
καὶ ποταμοὶ κλαίοντι τὰ πένθεα τᾶς Ἀφροδίτας,
καὶ παγαὶ τὸν Ἄδωνιν ἐν ὤρεσι δακρύοντι,
35 ἄνθεα δ᾽ ἐξ ὀδύνας ἐρυθαίνεται, ἁ δὲ Κυθήρα
πάντας ἀνὰ κναμώς, ἀνὰ πᾶν νάπος οἰκτρὸν ἀείδει,
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν· ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
_____________________________________
(Απόδοση: Παντελής Μπουκάλας)
Τον Άδωνη θρηνολογώ, τον όμορφο που εχάθη,
«πάει, χάθηκεν ο Άδωνης» οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα πορφυρά σου Κύπριδα να μην ξαναπλαγιάσεις,
βάλε τα μαύρα σου, πικρή, και να στηθοκοπιέσαι,
σύρε φωνή, ο Άδωνης χάθηκεν, ο καλός σου. 5
Τον Άδωνη θρηνολογώ κι οι Έρωτες θρηνούνε.
Στα όρη κείτετ᾽ ο καλός, στο πόδι λαβωμένος,
πληγή στον άσπρο του μηρό από το άσπρο δόντι·
κι ως ξεψυχάει, την Κύπριδα φαρμάκι την ποτίζει·
στάζει το αίμα ολόμαυρο στη σάρκα τη χιονάτη, 10
τα μάτια σβήνουν, φεύγουνε τα ρόδα των χειλιών του,
σβήνει μαζί του το φιλί κι η Κύπριδα το χάνει.
Τι κι αν νεκρός, η Κύπριδα το φίλημα το θέλει,
μα δεν το νιώθει το φιλί ο Άδωνης που σβήνει.
Τον Άδωνη θρηνολογώ κι οι Έρωτες θρηνούνε. 15
Βαθιά πληγή έχει ο Άδωνης απάνω στο μερί του,
βαθύτερη μες στην καρδιά η έρμη Αφροδίτη.
Και τα καλά του τα σκυλιά ουρλιάζουν γύρωθέ του,
κλαίνε οι Νύμφες των Βουνών· ξυπόλυτ᾽ η Κυθέρεια,
με τα μαλλιά της ξέπλοκα πλανιέτ᾽ αλαλιασμένη, 20
σέρνει το μαύρο πένθος της στα δάση, στα ρουμάνια,
το αίμα της το ιερό τ᾽ αγκάθια το συνάζουν·
στις λαγκαδιές γυροβολά, θρηνολογεί και σκούζει,
τον άντρα τον Ασσύριο καλεί, το παλικάρι.
Ολόμαυρο το αίμα του στάζει στον αφαλό του, 25
βάφονται κατακόκκινα του Άδωνη τα στήθη,
το στέρνο το χιονόλευκο κι εκείνο πορφυραίνει.
«Αλί της της Κυθέρειας», οι Έρωτες θρηνούνε.
Όσον εζούσε ο Άδωνης, όμορφ᾽ η Αφροδίτη,
πέθαν᾽ εκείνος κι έδυσε το κάλλος της μαζί του. 30
«Αλί της» λένε τα βουνά, «αλί του» λεν τα δέντρα,
για το δικό της τον καημό και τα ποτάμια κλαίνε,
δακρύζουν για τον Άδωνη στα όρη οι νερομάνες.
Και τα λουλούδια άλικα βάφοντ᾽ από τον πόνο·
μες στα φαράγγια η θεά σέρνει πικρό τραγούδι: 35
«Αλί της της Κυθέρειας, ο Άδωνης εχάθη».
____________________________________________
ΔΩΡΙΚΑ ΤΟ "Α" ΕΙΝΑΙ "Η" ΟΧΙ ΠΑΝΤΑ ΟΜΩΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή