Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΣΤΕΣ ΙΟΥΔΑΙΟΙ



ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΣΤΕΣ ΙΟΥΔΑΙΟΙ

1) Ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αγησίλαος και οι Ουδαίοι Σπαρτοί

 Οι Πέρσες του Μαρδόνιου κυρίεψαν την Ελλάδα, κατέστρεψαν τους ναούς κι έκαψαν την πόλη των Αθηνών. Ακολούθησε η μεγάλη νίκη των Ελλήνων στις Πλαταιές όπου ο Μαρδόνιος σκοτώθηκε από τον Σπαρτιάτη Αρίμνηστο. Έτσι οι Πέρσες εγκατέλειψαν την Ελλάδα ηττημένοι.
 Αργότερα οι Έλληνες με τον Σπαρτιάτη στρατηγό Αγησίλαο εκστράτευσαν στην Μικρά Ασία για να απελευθερώσουν τις Ιωνικές πόλεις. Μιμούμενοι τα ομηρικά γεγονότα αποφάσισαν να κάμουν θυσίες στην Αυλίδα, όπως ακριβώς και οι Αχαιοί του Αγαμέμνονα. Δεν τοποθέτησαν βέβαια στο βωμό την κόρη του βασιλιά Αγησιλάου.
 Παλαιότερα ο βασιλιάς των Μεσσηνίων Αριστόδημος, θυσίασε την κόρη του προσδοκώντας νίκη επί των Σπαρτιατών. Ο θεός δεν σήκωσε από το βωμό την κόρη του φέρνοντας στην θέση της ένα αρνί, όπως έγινε με την Ιφιγένεια και τον Ισαάκ. Το αίμα της κόρης του Αριστόδημου έβαψε τον βωμό του θεού. Ωστόσο ηττήθηκε στον πόλεμο και η θυσία αποδείχτηκε μάταιη. Μετά από αυτό ο Αριστόδημος αυτοκτόνησε.
 Ο Αγησίλαος δεν είχε σκοπό να θυσιάσει κάποια κόρη. Ίσως αυτό να μην άρεσε στους Θηβαίους οι οποίοι επενέβησαν και χάλασαν τις θυσίες σκορπώντας τα μισοκαμένα ζώα από τους βωμούς. Μετά τον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών, τον γνωστό ως Πελοποννησιακό, αναστήθηκε η δύναμη των Θηβαίων με τον μεγάλο στρατηγό Επαμεινώνδα. Στην δύναμη των Θηβαίων έδωσε τέλος ο Μέγας Αλέξανδρος με την καταστροφή εκ βάθρων της πόλης. Άφησε όρθιο μόνο το σπίτι του Πινδάρου. Ετούτη ήταν η τιμωρία που άξιζε στην πόλη του Πενθέα, του βασιλιά που δεν δέχθηκε τον Διόνυσο στην πόλη του, όπως περιγράφει στην τραγωδία του ο Ευριπίδης.
 Ο Αγησίλαος παρόλο την αποτυχία των θυσιών, πήγε με τον στρατό του στην Ιωνία όπου είχε αρκετές επιτυχίες. Αναγκάσθηκε όμως να επιστρέψει στην Ελλάδα επειδή απειλείτο η ίδια η πατρίδα του. Οι Πέρσες δωροδοκούσαν με χρυσάφι τις ελληνικές πόλεις καταφέρνοντας πάντα να δημιουργούν προβλήματα και να διασπούν την ενότητα των Ελλήνων. Γι΄αυτό ο Αγησίλαος είπε το πολύ γνωστό, με νίκησαν 30.000 τοξότες, αναφερόμενος βέβαια στα Περσικά νομίσματα που από την μία όψη εικονιζόταν ένας τοξότης.
 Η ομόνοια των ελληνικών πόλεων έμοιαζε εκείνο τον καιρό με ένα μακρινό ομηρικό παραμύθι. Η αιτία της διχόνοιας ήταν όπως πάντα τα χρειαζούμενα χρήματα. Οι αριστοκράτες στρεφόταν εναντίον των δημοκρατικών, οι φτωχοί εναντίον των πλουσίων και οι πολιτικές έριδες τρεφόταν από τις αναζητούμενες περιουσίες.
 Στην Αθήνα, ο Ισοκράτης πίστευε ότι μόνο κάτω από την δύναμη των Μακεδόνων του βασιλιά Φιλίππου οι Έλληνες θα ενωνόταν και θα μπορούσαν έτσι ν΄ αντισταθούν στον κίνδυνο από την ανατολή. Έλληνες για τον Ισοκράτη ήταν όλοι εκείνοι που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και ζούσαν σύμφωνα με τον ελληνικό τρόπο. Οι εξ αίματος συγγένειες δεν καθόριζαν πλέον τα όρια ενός λαού.
 Ο λαός όμως του Αγησιλάου ήταν γνωστός για την αμιξία του. Οι Σπαρτιάτες δεν ήταν όπως οι Ίωνες και οι άλλοι Έλληνες ανοικτοί στα έθιμα των ξένων. Όπως οι Ιουδαίοι, είχαν μια τάση να διαφυλάσσουν την δική τους παράδοση και τον ιδιαίτερο τους πολιτισμό. Παρόλο που οι νόμοι των Σπαρτιατών αποδίδονται στον ημίθεο Λυκούργο, ο οποίος έλαβε τους νόμους όπως λέγεται από την Κρήτη, οι Λάκωνες παρουσιάζουν μια έντονη ομοιότητα με τους Αιγυπτίους, κάτι που δεν ξεφεύγει από την παρατήρηση του Πλούταρχου και του Ηροδότου. Τα μητριαρχικά έθιμα των Σπαρτιατών και τα παλαιά μαύρα ξύλινα αγάλματα των θεών που ονομάζονται ξόανα φανερώνουν Αιγυπτιακή επιρροή. Η επιρροή όμως του κρητικού πολιτισμού των Δωριέων μπορεί συγχρόνως να δικαιολογήσει και τις Αιγυπτιακές επιρροές μια και η Κρήτη βρίσκεται κοντά στην χώρα των Φαραώ.
 Όπως οι Αιγύπτιοι, οι Σπαρτιάτες προσκυνούσαν τα αγάλματα των βασιλιάδων τους και αυτό το έθιμο προφανώς δεν προέρχεται από τον Λυκούργο αλλά από τις παλαιότερες εποχές. Οι Σπαρτιάτες είχαν δύο βασιλιάδες κι επειδή μόνο ο ένας πήγαινε στον πόλεμο, κουβαλούσαν πάντα μαζί τους το άγαλμα του άλλου βασιλιά. Όταν μάλιστα κάποιος βασιλιάς σκοτωνόταν στην μάχη, έβγαζαν για προσκύνημα το άγαλμα του κι έπειτα τον έθαβαν.
 Οι σχέσεις που ομολογούνται στην βίβλο μεταξύ των Ιουδαίων και των Σπαρτιατών, παρόλο που κανείς δεν τις πιστεύει, ίσως έχουν κάποια αλήθεια αν υποθέσουμε ότι οι Ιουδαίοι με τους οποίους συγγένευαν οι Σπαρτιάτες ήταν οι Αιγύπτιοι Ιουδαίοι, οι οποίοι λάτρευαν τα είδωλα και την γυναικεία θεότητα και όχι οι νεώτεροι Ιουδαίοι. Δεν πρέπει δηλαδή κανείς να υποθέσει πως οι Σπαρτιάτες λάτρευαν τον Γιεχωβά ή πως δεν είχαν αγάλματα και πίστευαν ότι μόνο ο δικός τους θεός είναι αληθινός αλλά πως οι αρχαίοι Δωριείς συγγένεψαν με τους λαούς της ανατολικής Μεσογείου, πράγμα που δεν φαίνεται καθόλου παράξενο.
 Πολλά αρχαία ελληνικά ονόματα από την μυθολογία είναι ίδια με τα ιουδαϊκά ονόματα της βίβλου. Υπάρχει ο Έλληνας Σαλμωνέας, ο γιος του Αιόλου, όπως ο Ιουδαίος Σολωμόντας ή Σάλωμων της ελληνικής μετάφρασης των Ο΄.  Υπάρχει ο Σίμος, βασιλιάς της Θεσσαλίας και ο ποιητής Σιμωνίδης όπως ο Ιουδαίος Σίμωνας. Υπάρχει ο Ιάσων των Αργοναυτών που γράφεται στην δοτική από τον Απολλόδωρο ως “τω Ιήσονι”, γι΄αυτό και η βίβλος των Ο΄, μεταφράζει το όνομα του αρχιερέα Ιησού, σε Ιάσονα.  Υπάρχει ο Κάδμος των Θηβαίων αλλά και ο Καδμίλος, όπως ονομάζεται ο Ερμής των Καβειρίων μυστηρίων, όπως και ο Καδμιήλ ο αρχιερέας των Ιουδαίων. Υπάρχει ο Αβραμος όπως ονομάζεται από τους Λυκίους ο Ερμής, όπως και ο Αβραάμ των Εβραίων. Υπάρχει ο Αδμων ο Σάμιος ή ο Ιδμων ο Φρυξ ή ο Ατύμνιος από την Κιλικία που αποκαλείται Αδαμος παίδας από τον Ιων της Χίου και ο οποίος όπως ο Αδωνις σκοτώνεται στο κυνήγι από κάπρο, από το όνομα του οποίου ονομάζεται ο Κρητικός Ιδομενέας και ο Ιουδαίος Αδάμ.
  Πάνω απ΄όλα όμως υπάρχει το όνομα Εμμανουήλ, που είναι ο Μενέλαος ο βασιλιάς της Σπάρτης. Στα αρχαία Εβραϊκά καθώς δεν είχαν σύμφωνα το όνομα Μενέλαος γραφόταν με τρία σύμφωνα ΜΝΛ. Είναι φανερό λοιπόν πως  Εμμανουήλ ή Μανουήλ ή Μενέλαος είναι ένα και το αυτό όνομα. Πολλά ακόμη ονόματα είναι κοινά στην βίβλο και την ελληνική μυθολογία όπως των αδελφών Κηφέα και Φινέα και του όρους Αταβυρίου της Ρόδου με του όρους Θαβώρ στην Παλαιστίνη. Ο Κατρέας, εξορισμένος από την Κρήτη, όταν βρισκόταν στην Ρόδο και είδε τα πέριξ νησιά και την Κρήτη, θυμήθηκε τους θεούς των πατέρων του κι έχτισε στο Αταβύριο όρος ναό του Αταβυρίου Διός, όπως κάποιοι που λάτρεψαν τον θεό του όρους Θαβώρ. Στο όρος αυτός έγινε και η μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού.
 Βέβαια σήμερα ομολογείται ότι τα αρχαία Εβραϊκά περιέχουν πολλές ελληνικές λέξεις και θεωρείται πλέον σίγουρη η ελληνική επιρροή. Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι οι αρχαίοι Κρήτες ήταν όντως Ιουδαίοι που καταδιωγμένοι από τους Έλληνες κατέφυγαν στην Αίγυπτο και την Παλαιστίνη. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν, όπως και οι αρχαιότεροι ιστορικοί, ότι ο Μωυσής ήταν Έλληνας που έζησε στην Αίγυπτο και με την διδασκαλία του κατήργησε τους ζωόμορφους θεούς της χώρας, επιβάλλοντας τους ανθρωπόμορφους θεούς των Ελλήνων.
 Πιστεύω πως ο καθένας κατανοεί ότι η σαραντάχρονη παραμονή στην έρημο δεν μπορούσε να είναι οδυνηρή για ένα ποιμενικό λαό. Θα γινόταν όμως ο κυριότερος θρύλος ενός ναυτικού λαού που βρέθηκε ξαφνικά στην έρημο. Μόνο έτσι εξηγούνται οι ομοιότητες των Κρητών με τους Ιουδαίους και ακόμη η θαλασσινή εμπειρία του λαού του Δαυίδ. Ο Μωυσής δεν ήταν περιτμημένος αλλά προέρχεται από Έλληνες της Αιγύπτου και οι Ιουδαίοι δεν ήταν Ισραηλίτες αλλά μια ελληνική φυλή που κατέκτησε την Φοινίκη. Ακόμη και ο Γκρέιβς παραδέχεται ότι το όνομα του θεού Γιαχβέ δεν είναι σημιτικής καταγωγής. Γι΄αυτό τον λόγο οι Ισραηλίτες δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν τι σημασία του ονόματος.
 Είναι πάντως φανερό πως όλα τα ιουδαϊκά ονόματα προέρχονται από την παράδοση των Φοινίκων και των Φιλισταίων. Η παράδοση των Φοινίκων, των Σιδωνίων γυναικών από την Θράκη, ή εκείνων που εγκαταστάθηκαν στην Θήβα με τον Κάδμο, είναι η Διονυσιακή παράδοση. Από τους αρχαίους χρόνους υποστηρίζεται πως ο Διόνυσος είναι Φρύγας, ή Φοίνικας ή Αιγύπτιος ή ακόμη και Παλαιστίνιος. Ο θεός όμως των Ελλήνων δεν είναι άλλος από τον γιο του Δία και γεννήθηκε σύμφωνα με την Ορφική παράδοση σε ένα σπήλαιο λίγο παραπάνω από την Λύκτο, στα όρη Δίκτη της Κρήτης.
 Οι Φοίνικες εξελληνίσθηκαν νωρίς, παρατώντας το έθιμο της περιτομής, το οποίο είχαν διδαχθεί από τους Αιγυπτίους, και τα άλλα σημιτικά έθιμα. Δεν είναι τυχαίο πως ο μύθος του πουλιού Φοίνικα, που ταξιδεύει από την Αραβία στην Αίγυπτο για να πεθάνει και να αναστηθεί μέσα από τις στάχτες του, ο οποίος αναφέρεται πρώτα από τον Ηρόδοτο, αναφέρεται και από όλους σχεδόν τους πρώτους Χριστιανούς κι ακόμη σε Βυζαντινά ποιήματα. Οτι και να συμβαίνει, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι πως η Ιουδαϊκή παράδοση δεν περιγράφεται στην βίβλο ούτε ολοκληρωμένα, ούτε αντικειμενικά.
 Όπως η βίβλος έτσι και η ελληνική μυθολογία δεν ξεχωρίζει τα έθνη αλλά τα θεωρεί όλα συγγενικά. Έτσι βρίσκονται πάντα σχέσεις μεταξύ των λαών οι οποίες ανάγονται σε αρχαίες αιματικές συγγένειες. Ο Κάδμος παράδειγμα που θεωρείτε Φοίνικας και αδερφός της Ευρώπης την οποία έκλεψαν οι Κρήτες από την Τύρο της Φοινίκης, έφθασε στην Θήβα ψάχνοντας την αδερφή του. Ο Κάδμος σκότωσε ένα δράκο που φύλαγε την κρήνη του Άρεως και όπως τον διέταξε η Αθηνά έσπειρε τα δόντια του και φύτρωσαν άνθρωποι που ονομάστηκαν Σπαρτοί. Αυτοί άρχισαν να σκοτώνονται μεταξύ τους ώσπου τελικά έμειναν μόνο πέντε. Ένας από αυτούς ονομαζόταν Ουδαίος. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι εξαιτίας αυτού του μύθου οι Ιουδαίοι υπέθεσαν ότι είναι Σπαρτοί κι επομένως συγγενείς με τους Σπαρτιάτες. Μα προφανώς και οι Σπαρτιάτες πρέπει να θεωρούνται τότε Φοίνικες. Κόρη του Κάδμου πάντως ήταν η Σεμέλη με την οποία ο Δίας γέννησε τον Διόνυσο. Έτσι όπως ο Ιησούς θεωρείται Ιουδαίος έτσι και ο Διόνυσος εθεωρείτο Θράκας ή Φοίνικας.
 Όταν αργότερα βασίλευε στους Θηβαίους ο Κρέοντας και πολέμησε με τους Αργείους διέταξε να μείνουν άταφα τα πτώματα των Αργείων πολεμιστών. Οι Αθηναίοι πολέμησαν και νίκησαν τους Θηβαίους, θάβοντας έτσι τους νεκρούς. Ίσως πρέπει εδώ να υποθέσουμε ότι οι Θηβαίοι δεν έθαβαν τους νεκρούς τους αλλά όπως οι Πέρσες οπαδοί του Ζωροάστρη τους έδιναν στα σκυλιά.

2) Ο Μέγας Αλέξανδρος και ο θεός των Σεραφείμ.

 Ο Πλούταρχος αναφέρει στον βίο του Αλεξάνδρου πως ένα από τα πιο ακριβά λάφυρα που βρήκαν οι Μακεδόνες στην σκηνή του Πέρση βασιλιά Δαρείου, ήταν μια πολύτιμη λάρνακα. Ίσως να ήταν η μπιζουτιέρα της γυναίκας του. Ίσως η λάρνακα αυτή ήταν η κιβωτός των Ιουδαίων, εκεί όπου φύλασσαν τα βιβλία του νόμου του θεού. Όταν την έφεραν στον βασιλιά, ο Αλέξανδρος τοποθέτησε εκεί τα βιβλία του Ομήρου. Ο Μέγας Αλέξανδρος πήρε μαζί του στην εκστρατεία τα βιβλία του Ομήρου, θεωρώντας τον επικό ποιητή ως τον καλύτερο παιδαγωγό για ένα βασιλιά.
 Αυτό το αναφέρω γιατί αν κανείς πιστέψει ην βιογραφία του Καλλισθένη, τότε πρέπει να πιστέψει ότι ο Μακεδόνας που κατάκτησε τον κόσμο, ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Οι Ιουδαίοι δεν αναφέρουν ότι ο Αλέξανδρος είχε κάποια σχέση με τον Ιουδαισμό.  Ο Ιώσηπος γράφει ότι οι Ιουδαίοι βοήθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο κι εκείνος τους αντάμειψε δίνοντας τους προνόμια και θεωρώντας τους ισότιμους με τους Μακεδόνες. Όμως από όσα διαβάζουμε στον Αρριανό και τον Πλούταρχο και σε άλλους συγγραφείς, ο Μέγας Αλέξανδρος δίδαξε ότι όλοι οι λαοί είναι ίσοι και ότι παιδιά του θεού λογαριάζονται όσοι κάνουν καλά έργα ανεξαρτήτως εθνότητας.
 Την βιογραφία του Αλεξάνδρου πρώτος συνέγραψε ο Καλλισθένης, ο ανιψιός του Αριστοτέλη, τριακόσια χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού. Το κείμενο που έφθασε μέχρι εμάς προέρχεται από τον τρίτο αιώνα μετά Χριστόν και παρουσιάζει τον Αλέξανδρο ως προφήτη του θεού της παλαιάς διαθήκης και αρνητή των ελληνικών θεών. Ο Αλέξανδρος “πάντας εξουθένησε τους θεούς της γης και μόνο ένα θεόν αληθινό ανεκήρυξεν αθεώρητον, ανεξιχνίαστον, τον επί των Σεραφίμ εποχούμενον και τρισαγίω φωνή δοξαζόμενον”. Το τρισάγιο είναι βέβαια χαρακτηριστικό των Χριστιανών.  Με λίγα λόγια ο Αλέξανδρος έχει κάνει την δουλειά, την οποία υποτίθεται πως έκανε ο Χριστός, τριακόσια χρόνια αργότερα.
 Όμως και σε ένα αρχαίο χρονικό των Ιβήρων, (της σύγχρονης Γεωργίας), ο Μέγας Αλέξανδρος αναφέρεται ως ο Έλληνας βασιλιάς που πρώτος δίδαξε την αλήθεια στον κόσμο, γιατί μέχρι τότε κανένας δεν είχε διδάξει την αλήθεια. Ο Αλέξανδρος ετούτος καταδιώκει τους δαίμονες Γωγ και Μαγώγ, οι οποίοι αναφέρονται και στην Αποκάλυψη του Ιωάννου και κηρύττει τον ήλιο την σελήνη και τους πέντε πλανήτες, ως αληθινούς θεούς. Η πληροφορία ετούτη που παρουσιάζει τον Αλέξανδρο ως μοναδικό προφήτη της αλήθειας, προέρχεται από ένα ελληνιστικό ιουδαϊκό περιβάλλον. 
 Ο Ιουδαίος προφήτης Δανιήλ, προφητεύει τον ερχομό του Αλεξάνδρου και την βασιλεία των Ελλήνων στις τέσσερις γωνιές της γης.
Δεν αναφέρονται βέβαια για τον Αλέξανδρο, όσα λέγονται για τον Κύρο που τυγχάνει της εκτιμήσεως του θεού των Εβραίων. Πουθενά στην παλαιά διαθήκη δεν εμφανίζεται ο Μέγας Αλέξανδρος έστω ως ένας σημαντικός προφήτης. Ο Φλάβιος Ιώσηπος αναφέρει πολύ συχνά τις διαταγές του βασιλιά Αλεξάνδρου, σύμφωνα με τις οποίες ο λαός των Ιουδαίων ήταν ισότιμος με τους Έλληνες.
 Εύκολα κανείς μπορεί να υποθέσει ότι οι «Πράξεις Αλεξάνδρου» του Ψευδοκαλλισθένη, προωθούσαν μια προπαγανδιστική άποψη των ελληνιστών βασιλιάδων της Ιουδαίας. Σύμφωνα με αυτήν την παράδοση, θα χτιστεί Ιουδαϊκός ναός στην Αίγυπτο και ο Κύριος θα στείλει κάποιον άνθρωπο για να τους σώσει. Πολλοί πιστεύουν ότι ο Ησαΐας προφητεύει τον Αλέξανδρο.
(Ο΄. Ησαΐας ΙΘ,19) “Τη ημέρα εκείνη έσται θυσιαστήριον τω Κυρίω εν χώρα Αιγυπτίων και στήλη προς το όριον αυτής τω Κυρίω, και σημείον εις τον αιώνα Κυρίου εν χώρα Αιγύπτου, ότι κεκράξονται προς Κύριον δια τους θλίβοντας αυτούς, και αποστελεί αυτοίς Κύριος άνθρωπον, ος σώσει αυτούς, και γνωστός έσται Κύριος τοις Αιγυπτίοις και γνώσονται οι Αιγύτιοι τον Κύριον”.
 Ο προφήτης Δανιήλ γράφει ποιό καθαρά όταν εξηγεί το όνειρο του Βαλτάσαρ λέγοντας πως “ο κριός τον οποίο είδες είναι ο βασιλεύς των Περσών και των Μήδων, ο τράγος των αιγών είναι ο βασιλεύς Ελλήνων, και το κέρας το μέγα, το οποίο ήταν ανάμεσα στους οφθαλμούς αυτού, ούτος εστίν ο βασιλεύς ο πρώτος.” Ο διονυσιακός τράγος, της τραγωδίας και του θεάτρου, είναι το σύμβολο των Ελλήνων βασιλιάδων. Πρώτος βασιλιάς είναι ο Μέγας Αλέξανδρος και τελευταία βασίλισσα των Ελλήνων ήταν η Κλεοπάτρα της Αιγύπτου. Την χρονιά που αυτοκτόνησε η τελευταία βασίλισσα των Ελλήνων, γεννήθηκε ο τελευταίος Έλληνας βασιλιάς της Ιουδαίας, ο Αλέξανδρος της Μαρίας.
 Ο Μέγας Αλέξανδρος σύμφωνα με τον Φλάβιο Ιώσηπο, επισκέφθηκε την Ιερουσαλήμ, όπου τον υποδέχτηκε ο αρχιερέας του ναού. Ο Αλέξανδρος δήλωσε ότι δεν προσκυνάει τον ιερέα αλλά τον Θεό τον οποίο πιστεύει. Ζήτησε μάλιστα κάποια εικόνα του ή ένα άγαλμα του να στηθεί στον ναό. Ο ιερέας απάντησε πως ο νόμος του θεού δεν τους επιτρέπει να τοποθετούν εικόνες ή αγάλματα στο ναό. Ωστόσο θα έκαναν κάτι γι΄αυτόν που θα έμενε στους αιώνες. Ο αρχιερέας διέταξε κάθε παιδί που θα γεννιόταν εκείνη την χρονιά από την ιερατική φυλή του Λευί, να ονομαστεί Αλέξανδρος. Έτσι το όνομα αυτό μπήκε στο Ταλμούδ και μέχρι σήμερα πολλοί Ιουδαίοι ονομάζονται Αλέξανδροι. Αυτά βέβαια ισχυρίζεται ο Ιώσηπος. Είναι φανερό πως οι Ελληνιστές Ιουδαίοι λάτρεψαν ως θεό τον Αλέξανδρο, όπως έκαναν και πολλοί Έλληνες της ανατολής.
 Οι Μωαμεθανοί ωστόσο πιστεύουν, όπως γράφει το Κοράνι, ότι ο Μέγας Αλέξανδρος (Ισκαντέρ) είναι ένας μεγάλος προφήτης του Αλλάχ. Το ίδιο πράγμα βέβαια πιστεύουν οι Μωαμεθανοί και για τον Χριστό. Και είναι παράξενο που οι Άραβες έχουν σε μεγαλύτερη υπόληψη τον Μακεδόνα βασιλιά από τους ίδιους τους Έλληνες.
 Οι σύγχρονοι Έλληνες διδάσκονται πως ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ένας μεγάλος στρατηλάτης αλλά δεν του αποδίδουν καμία σοφία, ούτε καμία αγιότητα, όπως αντίθετα κάνουν ο Πλούταρχος, ο Αρριανός και ο Μωάμεθ. Σήμερα ακούγονται περισσότερο οι φήμες για τα μεθύσια του και τις νεανικές του τρέλες. Οι φήμες για τα μεθύσια του δικαιολογούν από την μια τις δολοφονίες των φίλων του, οι οποίοι τον πρόδωσαν και από την άλλη προέρχονται από το γεγονός πως ο Αλέξανδρος παρομοιαζόταν με τον Διόνυσο, ο οποίος κατέλαβε την Ινδία με τους μεθυσμένους Σάτυρους και τους Σιληνούς.
 Η αλήθεια είναι ότι ο Αλέξανδρος λατρεύτηκε από τους αρχαίους Έλληνες σαν θεός και ο θρύλος που βοήθησε στην άνθηση της Διονυσιακής λατρείας, της λατρείας που έπρεπε να εξαφανισθεί για να επικρατήσουν σε όλο τον κόσμο οι γιοι του Αβραάμ και οι απόγονοι του Αινεία. Έτσι οι εξιουδαϊσμένοι νεοέλληνες Ρωμιοί αντιπαθούν τον Μέγα Αλέξανδρο.
 “Αλέξανδρον τιμώ τον τω όντι μέγαν, τον ουκ εν πολέμοις, αλλ΄εν πνεύματι μέγαν”, έψαλαν οι Χριστιανοί της Αλεξάνδρειας για να τιμήσουν τον πατριάρχη Αλέξανδρο, τον αρχιερέα που εξεδίωξε τον Αρειό και νίκησε την απεχθή αίρεση. Είναι φανερό πως ο αρχιερέας Αλέξανδρος αντιπαραβάλετε με τον Μακεδόνα βασιλιά ο οποίος ήταν αναμφισβήτητα Μέγας στους πολέμους. Είναι βεβαίως φανερή και η άρνηση των οπαδών του πατριάρχη να τιμήσουν τον Μέγα Αλέξανδρο, ως ένα άνθρωπο που εκτός από τις μεγάλες πολεμικές του πράξεις, πρόσφερε στον κόσμο μια ξεχωριστή σοφία. Πως όμως μέσα σε κείμενα που θεωρούνται χριστιανικά βρίσκονται πληροφορίες οι οποίες παρουσιάζουν τον Μέγα Αλέξανδρο να προσκυνάει τον Θεό των Χριστιανών;
 “Οι Πράξεις Αλεξάνδρου” του Καλλισθένη μεταφράστηκαν πρώτη φορά στα λατινικά το τριακόσια μετά Χριστόν από τον Ιούλιο Βαλέριο. Η λατινική μετάφραση συμφωνεί ακριβώς με το ελληνικό κείμενο που διασώθηκε. Το γνήσιο αρχαίο ελληνικό κείμενο έχει χαθεί και μας έμεινε μόνο η μετάφραση που συμφωνεί με το λατινικό κείμενο. Δικαίως οι ιστορικοί ονομάζουν την βιογραφία αυτή του Αλεξάνδρου, “Ψευδοκαλλισθένη”.
 Βέβαια από τους είκοσι περίπου αρχαίους συγγραφείς που έγραψαν για την ζωή του Αλεξάνδρου, έφθασαν σε μας, εκτός από τον Ψευδοκαλλισθένη, μόνο η βιογραφία του Πλούταρχου και η “Αλεξάνδρου Ανάβασις” του Αρριανού, οι οποίοι έγραψαν αιώνες αργότερα από την εποχή του Μακεδόνα βασιλιά. Όσα έγραψαν ο Ονησίκριτος, ο Ερατοσθένης, ο Πτολεμαίος, ο Αριστόβουλος, ο Χάρης, ο Δούρης, ή ακόμη όσα αληθινά έγραψε ο Καλλισθένης και άλλοι σύγχρονοι του Μέγα Αλεξάνδρου ιστορικοί, έχουν χαθεί. Διάφορες πληροφορίες υπάρχουν βέβαια σε πολλά άλλα ελληνικά κείμενα που έχουν διασωθεί.
 Τον ίδιο καιρό που κατέληξαν οι Ρωμαίοι σε αυτό το λατινικό κείμενο για την ζωή του Αλεξάνδρου, πολλά άλλα βιβλία που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες ρίχτηκαν στην φωτιά ή μεταφράστηκαν στα λατινικά με μεγαλύτερη φυσικά ακρίβεια!

3) Ο Αλέξανδρος του Φιλίππου

 Ο Πλούταρχος γράφει, και συμφωνούν οι περισσότεροι ιστορικοί μαζί του, ότι κανένας άνθρωπος δεν κατάφερε τόσα όσα ο Μέγας Αλέξανδρος. Σύμφωνα όμως με τα ευαγγέλια, ο μεγαλύτερος και δικαιότερος άνθρωπος που γεννήθηκε από γυναίκα, ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής.
 Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί πως ο Ιούλιος Καίσαρας, ο δημιουργός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όταν βρισκόταν στην Ισπανία στάθηκε κάτω από το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπου έκαμε την φιλόδοξη σκέψη να κατακτήσει την Ευρώπη. Και οι δύο αυτοί άντρες, που τις ζωές τους συγκρίνει ο Πλούταρχος, λατρεύτηκαν σαν θεοί. Η αλήθεια όμως είναι πως η λατρεία του Καίσαρα ήταν πολύ μικρότερης διάρκειας και έντασης συγκρινόμενη με την λατρεία του Αλεξάνδρου.
 Όμως και οι διαφορές τους είναι μεγαλύτερες από τις ομοιότητες. Το σώμα του Αλεξάνδρου βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια όπου και το προσκυνούσαν πιστοί μέχρι και τον δεύτερο αιώνα μετά Χριστόν. Το σώμα του Ιουλίου Καίσαρα κάηκε και διέρρευσαν φήμες ότι αναλήφθηκε στον ουρανό. Οι Ρωμαίοι δεν σταμάτησαν να λένε ότι τον είδαν να υψώνεται πάνω από τις φλόγες.
 Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ο τρίτος βασιλιάς των Μακεδόνων με αυτό το όνομα. Η γενεαλογία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αν θεωρήσουμε ότι ο Φίλιππος ήταν ο πραγματικός του πατέρας, φθάνει φυσικά μέχρι τον Ηρακλή και τον Δία, όπως και του Αλεξάνδρου Α΄, του γιου του Αμύντα. Ο Μέγας Αλέξανδρος, ο νομιζόμενος γιος του Φιλίππου, ήταν γιος του θεού, αφού η μητέρα του συνέλαβε μέσω του Δία. Η σειρά των πατεράδων, παππούδων και προπαππούδων δεν είχε καμία αξία για τον γνήσιο γιο του Δία, τον Αλέξανδρο της Ολυμπιάδας.
 Κάτι παρόμοιο θα έπρεπε να συμβαίνει και με τον Ιησού Χριστό. Αφού ο Ιησούς είναι άμεσα Γιος του Υψίστου Θεού, δεν χρειάζονται οι μακρές γενεαλογίες που αναφέρουν ο Ματθαίος και ο Λουκάς, από τον νομιζόμενο πατέρα του Ιησού, τον Ιωσήφ, μέχρι τον Δαβίδ και τον Αδάμ. Άλλωστε ο Αδάμ δεν ήταν γιος του Θεού, όπως ήταν ο Ηρακλής αλλά δημιούργημα των χεριών Του. Ωστόσο η μόνη ομοιότητα που αναγνωρίζεται μεταξύ Αλεξάνδρου και Ιησού είναι πως και οι δύο πέθαναν τριαντατριών χρονών.
 Για τον Αλέξανδρο βέβαια γνωρίζουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες, από όσες για τον Ιησού Χριστό. Όμως συμβαίνει οι πληροφορίες αυτές να μην προέρχονται από την εποχή του Αλεξάνδρου αλλά από νεότερες εποχές όταν οι γνώμη των ανθρώπων για τον Μέγα Αλέξανδρο είχε αλλάξει. Έτσι ενώ αρχικά ο Αλέξανδρος του Φιλίππου αναφερόταν ως γιος του θεού Άμμωνα Δία, την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου κυκλοφορούσε ευρύτατα η φήμη, ότι ο Αλέξανδρος ήταν γιος του Φαραώ Νεκτανεβώ.
 Η  βιογραφία του Αλεξάνδρου που είναι γνωστή ως Ψευδοκαλλισθένης, αναφέρει πως απατώνται οι άνθρωποι που νομίζουν ότι ο Αλέξανδρος είναι γιος του  Φιλίππου, γιατί όπως υποστηρίζουν οι σοφότεροι των Αιγυπτίων, πραγματικός του πατέρας είναι ο Φαραώ Νεκτανεβώ. Ο Φαραώ αυτός ήταν ο τελευταίος των Αιγυπτίων αφού το κράτος του καταλύθηκε από τους Πέρσες. Φεύγοντας από την Αίγυπτο ο Νεκτανεβώ επισκέφθηκε το παλάτι του Φιλίππου. Επειδή ο Φαραώ ήταν μάγος μεταμορφώθηκε σε δράκο και συνευρέθηκε με την Ολυμπιάδα την γυναίκα του Φιλίππου. Οι Αιγύπτιοι λέγοντας αυτά υποστήριζαν έτσι πως οι Πτολεμαίοι καταγόταν από αιγυπτιακή γενιά. Μια τέτοια φήμη βέβαια ίσως βόλευε και τους Πτολεμαίους.
 Την παράδοση για τον δράκο την αναφέρει βέβαια και ο Πλούταρχος, γράφοντας ότι είδαν ένα δράκο να κοιμάται στο κρεβάτι με την Ολυμπιάδα, χωρίς όμως να αναφέρει κανένα Νεκτανεβώ. Αναφέρει αντίθετα την σχέση της Ολυμπιάδας με τα μυστήρια της Σαμοθράκης και τα όσα παράξενα συνέβησαν πριν από την γέννηση του Αλεξάνδρου, όπως βροντές και κεραυνοί. Όλα αυτά τα αποδίδει ο Πλούταρχος στις Ορφικές τελετές και στα Διονυσιακά μυστήρια στα οποία είχαν εθιστεί οι γυναίκες, που μιμούνταν μάλιστα τα έθιμα των Σιδωνίων γυναικών από την Θράκη.
 Διαδόθηκαν βέβαια αρκετές φήμες για την γέννηση του Αλεξάνδρου κι ακόμη ότι την ημέρα που γεννήθηκε κάηκε ο ναός της Εφεσίας Άρτεμης από τον Ηρόστρατο που ήθελε με αυτόν τον τρόπο να μείνει το όνομα του στην αιωνιότητα. Οι Ίωνες καταδίκασαν τον Ηρόστρατο σε θάνατο και ψήφισαν να μην αναφέρουν ποτέ το όνομα του. Ωστόσο μέχρι σήμερα όλοι γνωρίζουν ποίος έκαψε τον ναό της Άρτεμης.
 Όταν ο Αλέξανδρος εκστράτευσε στην Ασία, το άγαλμα του Ορφέα στα Λείβηθρα που ήταν από ξύλο κυπαρισσιού ίδρωσε. Ο Αριστόβουλος έγραψε πως ο Αλέξανδρος ξεκινώντας για την Ασία δεν είχε πάνω του, ούτε πενήντα τάλαντα, ο Δούρις πως είχε τρεις μέρες τροφή και ο Ονησίκριτος ότι χρωστούσε μάλιστα διακόσια τάλαντα. Όταν έφτασε στην Τροία, άλειψε με λάδι την στήλη του Αχιλλέα και έτρεξε γύρω από αυτή γυμνός όπως απαιτούσε το έθιμο, την στεφάνωσε και μακάρισε τον Αχιλλέα γιατί όταν ζούσε είχε πιστό φίλο τον Πάτροκλο και όταν πέθανε έτυχε μεγάλου κήρυκα, όπως ήταν ο Όμηρος.
 Όταν έφθασε στο βάθος της Μικράς Ασίας πέρασε την Παμφυλία τόσο γρήγορα που πολλοί ιστορικοί έγραψαν πως η θάλασσα υποχώρησε στον Αλέξανδρο, όπως υποχώρησε κάποτε και στον Μωυσή. Τούτο δηλώνει και Μένανδρος σε κάποια κωμωδία αναφερόμενος σε αυτό το παράξενο γεγονός. Στην επιστροφή από την Ινδία, ο Αλέξανδρος διέσχισε με τον στρατό του μια έρημο που κανένας ως τότε δεν είχε διασχίσει, προσπαθώντας ίσως να ξεπεράσει τον Μωυσή. Ανέβηκε μάλιστα στην Αορνο κορυφή στην οποία ούτε ο Ηρακλής δεν είχε ανεβεί και έφτασε στα πέρατα του κόσμου, όπου ο θεός Διόνυσος δεν είχε φτάσει.
 Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στον Καλλισθένη ο Αλέξανδρος έφθασε στο τέλος της γης κι εκεί ο μάγειρας του, που τον έλεγαν Ανδρέα, βρήκε μία πηγή που έτρεχε αθάνατο νερό. Το κατάλαβε αυτό καθώς έπλυνε τα παστά ψάρια κι εκείνα ζωντάνεψαν. Επειδή ήταν όμως ερωτευμένος με την κόρη του Αλεξάνδρου, έκρυψε το γεγονός από τον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος βέβαια ως θεός που ήταν τιμώρησε τον Ανδρέα και την αδερφή του. Η αδερφή του, που ονομαζόταν Καλή, δεν είναι άλλη από την αθάνατη γοργόνα που ψάχνει πάντα τον αδερφό της.
 Οι Αθηναίοι όμως ποτέ δεν δέχθηκαν να προσκυνήσουν ως θεό τον Αλέξανδρο, γιατί ποτέ δεν προσκύνησαν κανένα άνθρωπο ως θεό. Η διαμάχη μεταξύ των Ελλήνων και των Περσών συνεχίστηκε μέσα στο στρατόπεδο του Αλεξάνδρου, καθώς οι Πέρσες και μάλιστα εκείνοι που προερχόταν από τους μικτούς γάμους ή από τους τριάντα χιλιάδες νεαρούς που σπούδασε ο Αλέξανδρος, τον προσκυνούσαν με μεγάλη ευχαρίστηση σαν θεό, αφού έτσι έκαναν και πρωτύτερα με τον βασιλιά Κύρο.
 Οι δύο παραδόσεις παραμένουν μέχρι σήμερα. Ο Διογένης δεν σέβεται τον Αλέξανδρο, όπως κάνουν οι υπόλοιποι φιλόσοφοι που τον αποκαλούν φως της γης αλλά του ζητάει μόνο να μην στέκεται μπροστά του, κρύβοντας τον πραγματικό ήλιο. Όταν ο Αλέξανδρος τον ρώτησε αν θέλει κάποιο δώρο, εκείνος είπε: “Μικρόν του ήλιου μετάστηθι”.
 Ο Πλούταρχος δίνει την απάντηση γράφοντας στο “Περί Αλεξάνδρου τύχης”:
“και τώρα συγχώρεσε με Διογένη γιατί μιμούμαι τον Ηρακλή και ζηλεύω τον Περσέα και ακολουθώ τα ίχνη του Διονύσου, ο οποίος είναι θεός αρχηγός του γένους μου και προπάτωρ μου, και θέλω πάλιν στην Ινδία να στήσω χορούς των Ελλήνων νικητών προς τιμήν του Διονύσου και να ενθυμίσω τα βακχικά όργια στους πέρα από του Καυκάσου κατοικούντας ορεινούς και άγριους λαούς”.
 Ο Αλέξανδρος επέβαλε την προσκύνηση μόνο για πολιτικούς λόγους. Αυτό πιστεύει ο Πλούταρχος που αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος δεν θεώρησε ποτέ τον εαυτό του θεό, και δεν λατρεύτηκε ως θεός όσο ζούσε, ενώ οι διάδοχοι του πήραν αμέσως θεϊκά ονόματα και θεωρήθηκαν θεοί.
 Ο Δημήτριος, στον οποίο η τύχη έδωσε μικρό μέρος της δυνάμεως του Αλεξάνδρου, εδέχετο να ονομάζεται Καταιβάτης, αφού φημιζόταν ότι ήταν γιος του Απόλλωνα. Ο Λυσίμαχος που κατέλαβε την Θράκη μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, ήταν τόσο υπερόπτης, ώστε όταν έφταναν οι Βυζάντιοι αγγελιοφόροι, είπε ότι ερχόταν την στιγμή που η λόγχη του άγγιζε τον ουρανό. Ο Βυζάντιος Βασιάδης που τον άκουσε, είπε: “ας απομακρυνθούμε μήπως δια της αιχμής του δόρατος τρυπήσει τον ουρανό.”                                                                                                                                            
 Ο Αλέξανδρος όμως “έλεγε ότι καταλαβαίνει ότι είναι θνητός μόνο από τον ύπνο και τον έρωτα γιατί και ο πόνος και η ηδονή προέρχονται από μια και μόνη κοινή αδυναμία της φύσης”. Όταν πληγώθηκε από βέλος, ενώ πονούσε απήγγειλε Όμηρο λέγοντας τους στοίχους: “Φίλοι μου ετούτο που τρέχει είναι αίμα και όχι ιχώρ που ρέει στις φλέβες των μακάριων θεών”. 
 Ο Πλούταρχος αναφέρει πως όταν έχτισε την Αλεξάνδρεια, ο προφήτης, σύμφωνα με τους χρησμούς του οποίου θα έχτιζε αυτή την πόλη, τον αποκάλεσε “παιδίον” αλλά καθώς ήταν ξένος του είπε “παιδίος”, το οποίο ακούστηκε ως “παι Διός”, πράγμα που διαδόθηκε στην Αίγυπτο, χαροποιώντας τον Αλέξανδρο.

4) Ο Μέγας Αλέξανδρος. Θεός ή άνθρωπος;

 Το μαντείο των Δελφών έδωσε κάποτε χρησμό για τον μεγάλο νομοθέτη των Σπαρτιατών, τον Λυκούργο, εκφράζοντας την απορία του, αν ο Λυκούργος ήταν άνθρωπος ή θεός. Οι Σπαρτιάτες βέβαια τον τίμησαν μετά θάνατο ως θεό.
 Η ίδια απορία δημιουργήθηκε και για τον Αλέξανδρο στους ανθρώπους βλέποντας τον να πετυχαίνει τόσα πολλά. Ο Αρριανός δεν πιστεύει πως ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα άλλο άνθρωπο στον κόσμο, γεννήθηκε χωρίς την θεία βούληση.
 Το ζήτημα της προσκύνησης προκάλεσε την διχόνοια στο στρατόπεδο των Μακεδόνων και απ΄ ότι φαίνεται αυτός ήταν ο λόγος της δολοφονίας του Αλεξάνδρου. Το πραγματικό ζήτημα αφορούσε τις σχέσεις των Ελλήνων με τα έθνη που είχε καταλάβει ο Αλέξανδρος. Ο Μακεδόνας βασιλιάς δεν ήταν έτοιμος να υποτάξει με την βία και να υποδουλώσει τους λαούς, ώστε οι Έλληνες να δοξαστούν και να πλουτίσουν, όπως φανταζότανε οι στρατιώτες του, κατακτώντας την ανατολή. Ο Αλέξανδρος φανέρωσε από πολύ νωρίς ότι είχε σκοπό να δημιουργήσει ένα κράτος δικαιοσύνης όπου οι Έλληνες δεν θα εκμεταλλευόταν τους βάρβαρους και οι βάρβαροι δεν θα μισούσαν τους Έλληνες. Ο Αλέξανδρος δεν πίστευε στις ράτσες αλλά δίδασκε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά ενός θεού αλλά ο θεός θεωρεί δικά του παιδιά μόνο τους δίκαιους. Αυτά αναφέρει ο Πλούταρχος.
 Όμως και ο όρκος του Μεγάλου Αλεξάνδρου που αναφέρει ο Αρριανός είναι ενδεικτικός.
 “Σας εύχομαι τώρα που τελειώνουν οι πολέμοι να ζήσετε με ειρήνη. Όλοι οι θνητοί να ζήσετε μονιασμένοι σαν ένας λαός. Θεωρήστε την οικουμένη πατρίδα σας, με κοινούς νόμους, όπου θα κυβερνούν οι άριστοι ανεξαρτήτως φυλής. Δεν ξεχωρίζω τους ανθρώπους όπως κάνουν οι στενοκέφαλοι σε Έλληνες και βάρβαρους. Δεν με ενδιαφέρει η καταγωγή των πολιτών ούτε η ράτσα που γεννήθηκαν. Τους καταμερίζω με ένα μόνο κριτήριο, την αρετή. Για μένα κάθε καλός ξένος είναι Έλληνας και κάθε κακός Έλληνας είναι χειρότερος από βάρβαρο.
..Τον θεό δεν πρέπει να τον βλέπετε σαν αυταρχικό κυβερνήτη αλλά σαν κοινό πατέρα όλων, ώστε η διαγωγή σας να μοιάζει με την ζωή που κάνουν τα αδέρφια στην οικογένεια. Από μέρους μου θα θεωρώ όλους ίσους, λευκούς ή μελαψούς, και θα ήθελα να μην είστε μόνο υπήκοοι αλλά μέτοχοι και συνέταιροι. Όσο περνάει από το χέρι από το χέρι μου θα προσπαθήσω να συντελεστούν όσα υπόσχομαι. Τον όρκο που με σπονδή δώσαμε απόψε, κρατήστε τον σαν συμβόλαιο αγάπης”. Η διδασκαλία του Αλεξάνδρου απλώθηκε από τότε στον κόσμο, ώστε την εποχή του Χριστού, ο Πυθαγόρειος φιλόσοφος Απολλώνιος ο Τυανέας, κηρύττει την οικουμένη ως κοινή πατρίδα και λέει στους Έλληνες: “σοφό ανδρί Ελλάς παντού”.
 Ο Πλούταρχος εκτός από την βιογραφία του Αλεξάνδρου, έγραψε και ένα βιβλίο “Περί του Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής”, όπου υποστηρίζει ότι τα έργα του Μακεδόνα βασιλιά δεν οφειλόταν στην τύχη αλλά στον φιλοσοφικό τρόπο ζωής του.
“Εάν προσέξεις την διδασκαλία του Αλεξάνδρου θα δεις ότι εδίδαξε τους Υρκανούς να συνάπτουν νομίμους γάμους, τους Αραχωσίους να καλλιεργούν την γη τους, τους Σογδιανούς να τρέφουν και όχι να σκοτώνουν τους γέροντες τους και τους Σκύθας να θάβουν τους νεκρούς τους και να μην τους τρώγουν. Αλλ΄ η Ασία όλη εξημερωθήσα από του Αλεξάνδρου ανεγίγνωσκε τον Όμηρο, και οι Πέρσες και οι Σογδιανοί και οι Γεδρώσιοι έψαλλαν τις τραγωδίες του Ευριπίδη και του Σοφοκλέους. Και τους νόμους μεν του Πλάτωνος ολίγον αναγιγνώσκομεν, τους δε νόμους του Αλεξάνδρου μυριάδες ανθρώπων εφάρμοσαν και ακόμη τους εφαρμόζουν, ευτυχέστεροι διότι κατακτήθηκαν από τον Αλέξανδρο. Εάν δε μέγιστος έπαινος της φιλοσοφίας είναι ότι τα σκληρά και τα αμόρφωτα ήθη εξημερώνει και εξευγενίζει, ο δε Αλέξανδρος φαίνεται ότι εξεπολίτησε τόσους λαούς αγρίους και ατίθασους, ώστε δικαίως μπορεί να θεωρηθεί ως φιλοσοφώτατος ”.
 Ο Αλέξανδρος σύμφωνα με το λεξικό του Σούδα είναι “το σώμα κάλλιστος και φιλοπονώτατος και οξύτατος στην γνώμη, ανδρειότατος και φιλοτιμότατος και φιλοκινδυνότατος και του θείου επιμελέστατος, ηδονών τε των μεν του σώματος εγκρατέστατος, ...και προς το παν καλόν επιτηδειότατος”. 
 Το κύριο έργο όμως του Αλεξάνδρου ήταν όχι απλώς η εναρμόνιση των ηθών και των νόμων αλλά η ένωση όλων των λαών κάτω από μια εξουσία. Γι΄ αυτό γράφει ο Πλούταρχος αποδέχθηκε τα έθιμα και τις συνήθειες των άλλων λαών, φορώντας μάλιστα μια ανατολίτικη και όχι μακεδονική βασιλική στολή.
 “Αν ο δαίμονας που έστειλε την ψυχή του στην γη, δεν τον έπαιρνε πίσω τόσο γρήγορα ο κόσμος τώρα θα είχε μία δικαιοσύνη κι ένα κοινό φως. Αλλά σήμερα το τμήμα της γης που δεν γνώρισε τον Αλέξανδρο είναι σαν να μην είδε το φως του ήλιου”.
 Την εποχή όμως του Αλεξάνδρου, οι Έλληνες δεν ήθελαν να συγχωνευθούν με τους βάρβαρους, ούτε να προσκυνήσουν ως θεό ένα άνθρωπο. Οι αντιδράσεις εκφράστηκαν γρήγορα από τους Μακεδόνες στρατιώτες και από τους Έλληνες στρατηγούς. Κάποιος Καλλίνης παραπονέθηκε στον Αλέξανδρο ότι έχει κάνει οικογενειακές σχέσεις με Πέρσες, και πολλούς από αυτούς τους ονομάζει συγγενείς του και έχουν το δικαίωμα να τον φιλούν, ενώ δεν είχε συγγενέψει με κανένα από τους Μακεδόνες. Ο Αλέξανδρος του απάντησε ότι ονομάζει συγγενείς του όλους τους Μακεδόνες. Τότε ο Καλλίνης έσπευσε να τον φιλήσει κι έτσι έκαναν όσοι Μακεδόνες βρισκόταν εκεί. Το αδερφικό φιλί των Μακεδόνων, διατηρήθηκε και μεταξύ των μαθητών του Χριστού.
 Ο Κλείτος παραπονιόταν στον Αλέξανδρο επειδή συμπεριφερόταν με ανατολίτικο τρόπο και ο Αλέξανδρος του απάντησε: “Δεν σας φαίνεται πως οι Έλληνες περπατούν ανάμεσα στους Μακεδόνες όπως οι ημίθεοι ανάμεσα στα θηρία;”. Ο Κλείτος κάποια στιγμή σήκωσε το χέρι του φωνάζοντας: “αυτό σ΄έσωσε Αλέξανδρε”. Πάνω στον καυγά αυτόν ο Αλέξανδρος σκότωσε τον φίλο του.
 Ο Καλλισθένης για τον ίδιο λόγο σκοτώθηκε από τον Αλέξανδρο. Διαφωνούσε κι εκείνος με την προσκύνηση και τόσα άλλα ξένα έθιμα που αποδεχόταν ο βασιλιάς των Μακεδόνων. Υποστήριζε πως μόνο μετά θάνατον μπορούσε να θεωρηθεί θεός ο Αλέξανδρος, όταν το τέλος της ζωής του φανερώσει όλα όσα η μοίρα του φύλαγε και όχι πριν πεθάνει. Έτσι είχε γίνει με όλους τους Έλληνες θεούς, παράδειγμα με τον Διόνυσο και τον Ηρακλή. Μόνο μετά θάνατον ανακηρύχτηκαν θεοί και λατρεύτηκαν από τους Έλληνες με παιάνες και τραγούδια.
 Και ποίος μπορούσε να ξεχάσει άλλωστε πως ο βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος ύμνησε την σοφία του Σόλωνα, όταν οι Πέρσες κατέλαβαν την χώρα του και ετοιμαζόταν να τον κάψουν ζωντανό. Κάποτε ο Κροίσος ρώτησε τον Σόλωνα ποίος πίστευε ότι ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο, περιμένοντας προφανώς την κολακεία του Έλληνα σοφού. Ο Σόλωνας θεώρησε ως ευτυχισμένους ανθρώπους, εκείνους που είχαν πεθάνει μέσα στην ευτυχία και όχι πάντως τον Κροίσο που μπορεί να ήταν ο πλούσιος βασιλιάς της Λυδίας, αλλά δεν γνώριζε ακόμη όσα του επιφύλασσε η τύχη. Πάνω στην πυρά βρισκόταν λοιπόν ο Κροίσος όταν κατανόησε τα λόγια του Σόλωνα.
 Σύμφωνα βέβαια με αυτό το σκεπτικό και ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός, μόνο μετά θάνατον θα έπρεπε να θεωρείται θεός. Κάτι τέτοιο βέβαια πίστευε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος θεωρούσε ότι μόνο μετά την σταύρωση και την ανάσταση ο Ιησούς είχε εκπληρώσει το θεϊκό του καθήκον, και μόνο ως εσταυρωμένος και αναστημένος ήταν θεός.
 Σύμφωνα με αυτή την άποψη του Παύλου, κατανοούμε και μερικούς από τους Χριστιανούς πατέρες οι οποίοι δεν πίστευαν πως ένας ζωντανός άνθρωπος μπορεί να είναι θεός.




 Ο Χριστιανός πατέρας Αθηναγόρας γράφει στο γράμμα του προς τον Μάρκο Αυρήλιο, ότι ένας άνθρωπος που είναι φτιαγμένος από σάρκα και υπόκειται στις υλικές μεταβολές δεν μπορεί να είναι θεός. Ο Χριστός δηλαδή, που τον εικονίζομε ως βρέφος κατά την γέννηση και γηραιότερο κατά την σταύρωση, είναι φανερό ότι υπόκειται στις μεταβολές του ανθρώπινου σώματος και ως ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί να είναι θεός, παρά μόνο ως πνεύμα. Κατηγορεί λοιπόν ο Αθηναγόρας εκείνους που λατρεύουν ακόμη και τον Αντίνοο, τον οινοχόο του αυτοκράτορα Αδριανού αλλά και όλους τους δαίμονες, οι οποίοι ήταν άνθρωποι πριν γίνουν θεοί.
 Ο Αθηναγόρας κοροϊδεύει τους Κρητικούς γιατί δείχνουν τον τάφο του θεού, λες και οι θεοί πεθαίνουν. Κι όμως την εποχή του Αθηναγόρα, οι Χριστιανοί έδειχναν τον τάφο του Ιησού Χριστού, όπως έδειχναν τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που εθεωρείτο θεός. Γι΄αυτό ο Ιουλιανός ο παραβάτης στον κατά Γαλιλαίων λόγο του αγανακτεί λέγοντας πως οι Χριστιανοί προσκυνούν τον τάφο του Χριστού, ενώ κατηγορούν τους Κρητικούς που δείχνουν τον τάφο του Δία. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την αρχαία ρήση, “άνω ποταμών ρέουσιν πηγές”.

 Σύμφωνα με την θεωρία του Επικουρικού φιλοσόφου Ευήμερου, οι θεοί ήταν όλοι αρχαίοι βασιλιάδες. Ο ίδιος είχε ανακαλύψει στην Βαβυλώνα πίνακες με τα ονόματα των βασιλιάδων θεών. Άρα οι όλοι θεοί ήταν πρώτα άνθρωποι. Η θεωρία του Ευήμερου θεώρηθηκε ως αθεϊστική επειδή πρόδιδε ότι οι θεοί ήταν αρχικά άνθρωποι. Όμως δεν ήταν αυτό που εννοούσε ο Ευήμερος. Οι Επικουρικοί πίστευαν πως μετά τον θάνατο, τα καταξιωμένα ανθρώπινα πνεύματα γίνονται δαίμονες θεοί.
 Σπουδαίοι άνθρωποι, όπως ο Νταλί, ο Καζαντζάκης και ο Μέγας Αλέξανδρος, έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να ήταν αθάνατοι. Η αρχαία ελληνική θρησκεία θα τους επέτρεπε κάτι τέτοιο. Θα έγραφαν την ιστορία τους σαν ευαγγέλια, θα έφτιαχναν τα αγάλματα και τις εικόνες τους, και θα εκτελούσαν κάποιες εορτές προς ανάμνηση τους. Αυτό δίδασκαν οι Έλληνες ιερείς και οι ποιητές του Διονύσου, πως οι άνθρωποι έχουν μέσα τους αθάνατη θεϊκή ψυχή και μπορούσαν αν είναι δίκαιοι και χρηστοί να θεωθούν και να γίνουν αθάνατα πνεύματα. Γι΄αυτό και ο Διόνυσος, ο Ηρακλής, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Ιησούς Χριστός λατρεύτηκαν ως θεοί ενώ ήταν άνθρωποι. Με όσα έκαναν στην ζωή τους απέδειξαν περίτρανα ότι ήταν θεοί.
 Οι Ιουδαίοι είπαν στον Ιησού ότι θα τον λιθοβολούσαν “περί βλασφημίας, και οτι συ άνθρωπος ων ποιείς σεαυτον θεόν. Απεκρίθη αυτοις ο  Ιησούς, Ουκ εστίν γεγραμμένον στο νόμο σας οτι  Εγώ είπα, Θεοί εστε; ει εκείνους ειπεν θεούς προς ους ο λόγος του θεού εγένετο, και ου δύναται λυθηναι η γραφή”. (Κατά Ιωάννη,10,33-35)
 Η βίβλος άλλωστε κάνει λόγο για θεούς και υιούς θεών, μάλιστα στην Γένεση όταν αναφέρει ότι οι γιοι των θεών συνεβρέθησαν με τις κόρες των ανθρώπων κι έγιναν τότε οι έκπαλαι άνδρες ονομαστοί και οι ήρωες και οι ημίθεοι. Το απόσπασμα όμως που αναφέρει εδώ ο Ιησούς προέρχεται από τους ψαλμούς. Κηρύττει λοιπόν και ο Ιησούς σύμφωνα με την ελληνική θρησκεία, πως ο ενσαρκωμένος και θνητός άνθρωπος που το σώμα του αλλάζει με τον χρόνο μπορεί να είναι υιός θεού, αν φυσικά είναι δίκαιος. Αυτό ακριβώς βέβαια διδάσκει και ο Μέγας Αλέξανδρος.
 Ο Κλήμεντας Αλεξανδρείας στους Στρωματείς (Δ΄,κεφ.23) συγκρίνει τον Ψαλμό με την άποψη του Εμπεδοκλή. “Εγώ είπα, θεοί έστε και υιοί υψίστου” (Ψαλμ.81,6) φησί δε και ο Εμπεδοκλής των σοφών τας ψυχάς θεούς γίγνεσθαι ωδέ πως γράφων: “εις δε τέλος μάντεις τε υμνοπόλοι και ιητροί και πρόμοι ανθρώποισιν επιχθονίοισι πέλονται, ένθεν αναβλαστούσι θεοί τιμήσι φέριστοι”.
 Οι αρχαίοι άνθρωποι, Έλληνες και βάρβαροι, είχαν την τάση να βιάζονται και να μην περιμένουν να πεθάνει κάποιος για να τον λατρέψουν ως θεό. Οι κάτοικοι της Λήδας λάτρεψαν τον Παύλο και τον Πέτρο σαν θεούς και ήθελαν να θυσιάσουν για χάρη τους, από την πρώτη μέρα που έφθασαν στην πόλη τους! Οι Αθηναίοι χειροτόνησαν σωτήρες θεούς, τον Αντίγονο και τον γιο του Δημήτριο. Οι Αλεξανδρείς λάτρεψαν ως θεό σωτήρα τον Πτολεμαίο του Λάγου και όλοι τελικά οι Μακεδόνες επίγονοι ήταν θεοί και σωτήρες. Πως άραγε ο Μέγας Αλέξανδρος αντιμετώπισε τόση αντίδραση, που του στοίχισε την ζωή;
 Είναι αλήθεια πως το πνευματικό έργο του Αλεξάνδρου, αν και ακόμη αναγνωρίζεται στους σημερινούς πολιτισμούς, παραμένει άγνωστο στους Έλληνες, ενώ διαφημίζεται μονάχα η στρατιωτική του αξία και ο άτακτος χαρακτήρας του. Αυτή είναι όμως μια άποψη εχθρική προς τον Αλέξανδρο που κυριάρχησε πολλούς αιώνες αργότερα. Ένας θεός δεν πεθαίνει έλεγαν στα τριαντατρία του χρόνια αλλά είναι αθάνατος στους αιώνες.  
 Εκείνο μόνο που θα αναφέρω για τον θάνατο του Αλεξάνδρου, είναι την προφητεία του Χαλδαίου προφήτη που τον συμβούλεψε να μην κοιτάξει τον ήλιο που δύει αλλά να κάνει τον κύκλο και να μπει στην Βαβυλώνα από δυτικά, βλέποντας έτσι την ανατολή. Σύμφωνα με τον Αρριανό, ο Αριστόβουλος έγραφε πως ο Αλέξανδρος ήθελε να μπει στην Βαβυλώνα από την δυτική πλευρά αλλά δεν τα κατάφερε παρόλο που προσπάθησε, γιατί η περιοχή ήταν δύσβατη και υπήρχαν έλη. Έτσι ο Αλέξανδρος δεν υπάκουσε στον θεό, γιατί πίστεψε ότι οι Χαλδαίοι ήθελαν να καθυστερήσουν την είσοδο του στην πόλη. Γι΄αυτό ο Αλέξανδρος πέθανε. Γιατί προσκύνησε, χωρίς να το θέλει την Δύση!
 Οι αρχαίοι ναοί είχαν τις πύλες από την ανατολική πλευρά αντίθετα με τους Χριστιανικούς που έχουν το ιερό προς την ανατολική πλευρά. Γι΄αυτό ο Πυθαγόρας συμβούλευε τους πιστούς, όταν μπαίνουν μέσα στους ναούς να κάνουν ένα κύκλο γύρω από τον εαυτό τους για να προσκυνήσουν στρεφόμενοι ανατολικά.
 Οι φιλόσοφοι, όπως ο Πυθαγόρειος Απολλώνιος ο Τυανέας και όλοι οι πρώτοι Χριστιανοί, προσευχόταν το πρωί στην ανατολή του ήλιου. Οι Εβραίοι αντίθετα προσκυνούσαν το βράδυ την δύση του ήλιου. Ο προφήτης Ιωήλ παρανοεί όταν βλέπει τους Εβραίους που βρισκόταν στην εξορία να προσκυνούν με το πρόσωπο στραμμένο προς την ανατολή.
 Την διαμάχη για το προσκύνημα αντιμετωπίζει ο Μωάμεθ διδάσκοντας τους πιστούς του να μην προσκυνούν ούτε την δύση, ούτε και την ανατολή, αλλά σε όποιο σημείο βρίσκονται να στρέφονται προς την Μέκκα. Κάτι παρόμοιο έκαναν αργότερα Ιουδαίοι και Χριστιανοί, με την Ιερουσαλήμ.
 Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στην Βαβυλώνα το 323 π.Χ..  Οι επίγονοι μετά από αρκετούς πολέμους μοίρασαν μεταξύ τους την τεράστια αυτοκρατορία.

5) Ο θεός Αλέξανδρος

 Οι Έλληνες πίστεψαν πως ο άνθρωπος που πέθανε στην Βαβυλώνα ήταν πραγματικά ένας θεός που έζησε μεταξύ των ανθρώπων. Αν δεν έχουμε καμία παράδοση στην Ελλάδα που να θέλει τον Αλέξανδρο προφήτη, συμβαίνει γιατί οι Έλληνες τον τίμησαν σαν θεό και όχι σαν φιλόσοφο. Ως θεός ο Αλέξανδρος ήταν ο ίδιος ο Διόνυσος και η ζωή του ήταν ίδια με την ζωή του Διονύσου.
 Ο Διόνυσος, ο γιος του Δία από την θνητή Σεμέλη, ήταν ένα μικρό  βρέφος όταν μετά από διαταγές της Ήρας τον άρπαξαν οι Τιτάνες. Παρόλο που ο Διόνυσος μεταμορφώθηκε σε διάφορα ζώα, όπως λιοντάρι, ταύρο και δράκο, οι Τιτάνες τον έπιασαν και αφού ξέσκισαν τις σάρκες του τον έφαγαν. Η γιαγιά του η Ρέα τον έφτιαξε από την αρχή και ο Διόνυσος έζησε ξανά. Η Περσεφόνη τον πήρε και σύμφωνα με τις διαταγές του Δία τον άφησε στον βασιλιά του Ορχομενού Αθάμαντα και στην σύζυγο του Ινώ για να τον μεγαλώσουν. Η Ήρα όμως τρέλανε τον Αθάμαντα που σκότωσε τον γιο του Λέαρχο στο κυνήγι, αφού τον πέρασε για ελάφι.
 Ο Ερμής ξανά υπό τις οδηγίες του Δία μεταμόρφωσε τον Διόνυσο σε παιδί ή σε έριφο (κατσίκι) και τον έδωσε στις νύμφες του Ελικώνα για να τον μεγαλώσουν. Ο Διόνυσος που η Ήρα τον τρέλανε κι αυτόν, ξεκίνησε το μεγάλο του ταξίδι με την παρέα των Σιληνών, των Σατύρων και των Μαινάδων σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Έπλευσε μέχρι την Αίγυπτο φέρνοντας το κρασί στην χώρα των Φαραώ. Εκεί γνώρισε τις Αμαζόνες που μαζί τους πολέμησε τους Τιτάνες και αφού τους νίκησε έδωσε την χώρα της Αιγύπτου στον πρώην βασιλιά της τον Άμμωνα.
 Έπειτα ο Διόνυσος πέρασε τον Ευφράτη, αντιμετωπίζοντας τον βασιλιά της Δαμασκού και με την βοήθεια του Δία πέρασε και τον Τίγρη ποταμό, φτάνοντας μέχρι τις Ινδίες. Στην επιστροφή του από τις Ινδίες κυνήγησε τις Αμαζόνες μέχρι την Έφεσο. Μερικές διέφυγαν στον ναό της Εφέσιας Άρτεμης, ενώ άλλες στην Σάμο, το νησί της Ήρας.
 Ο Διόνυσος επισκέφθηκε στην Βοιωτία το βασίλειο του Πενθέα. Ο Πενθέας όμως δεν πίστεψε στον Διόνυσο και τον συνέλαβε μαζί και όλες τις μαινάδες. Ο μάντης Τειρεσίας όμως δέχεται τον Διόνυσο και συμβουλεύει τον Πενθέα να κάνει το ίδιο. “Αυτός ο νέος δαίμων που τον περιγελάς δεν μπορώ να πω πόσο θα μεγαλυνθεί μέσα στην Ελλάδα. Η Δήμητρα η θεά είναι η γη κι εσύ ονόμασε την όπως θες, εκείνη που με το σιτάρι τρέφει τους ανθρώπους. Έπειτα ήρθε ο αντίπαλος, ο γιος της Σεμέλης που βρήκε το ποτό του σταφυλιού και στους θνητούς το έδωσε. Καταπραΰνει των θνητών την λύπη και χαρίζει τον ύπνο και την λήθη στα δεινά της ημέρας. Άλλο γιατρικό της θλίψης σαν κι αυτό δεν βρέθηκε. ..Πενθέα αν έχεις γνώμη νοσηρή μην την θαρρείς ορθή, δέξου τον νέο δαίμονα, σπένδε και βάκχευε και στεφάνωνε την κεφαλή γιατί δεν εξαρτάται από τον Διόνυσο πως οι γυναίκες θα λατρεύουν την Αφροδίτη αλλά η ίδια η φύση καθορίζει τον τρόπο. Η φρόνιμη γυναίκα και βακχεύοντας στην διαφθορά δεν θα βουλιάξει”.
 Ο Κάδμος συμβουλεύει επίσης τον βασιλιά Πενθέα να δεχθεί τον νέο δαίμονα κι αν ακόμη δεν πιστεύει, ας λέει ψέματα πως η Σεμέλη γέννησε θεό, λαμπρύνοντας έτσι την γενιά τους. Ο Πενθέας όμως δεν πείθεται και απειλεί να σκοτώσει τον Διόνυσο και τις μαινάδες προφήτισσες του. Ο θεός όμως τον τρέλανε και αντί να σκοτώσει τον Διόνυσο σκότωσε ένα ταύρο. Τρέλανε και όλες τις γυναίκες της Θήβας, οι οποίες βρισκόμενες σε έκσταση, κατακρεούργησαν τον Πενθέα και πρώτη μεταξύ των γυναικών μαινάδων ήταν η ίδια μητέρα του Πενθέα η Αγαύη.
 Μετά που οι Θηβαίοι παραδέχτηκαν ως θεό τον Διόνυσο, ο Διόνυσος ταξίδεψε στην Ικαρία. Εκεί μπήκε στο πλοίο κάποιων ναυτικών από την Τυρρήνη που πήγαιναν στη Νάξο. Αποδείχθηκε όμως πως ήταν πειρατές οι οποίοι έδεσαν τον Διόνυσο στο κατάρτι του καραβιού και ετοιμαζόταν να τον σκοτώσουν, όταν από το κατάρτι φύτρωσαν κλήματα αμπελιού που κάλυψαν το πλοίο. Τα κουπιά έγιναν φίδια και ο ίδιος ο Διόνυσος μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι τρομοκρατώντας τους πειρατές, που πήδηξαν στην θάλασσα μεταμορφωμένοι σε δελφίνια. Στην Νάξο ο Διόνυσος βρήκε την Αριάδνη την κόρη του Μίνωα και την έκανε γυναίκα του.
 Τελικά ο Διόνυσος αναλήφθηκε στους ουρανούς και κάθισε δεξιά του πατέρα Δία. Η μητέρα του θεοποιήθηκε και αυτή αφού αναλήφθηκε στους ουρανούς στο ναό της Άρτεμης στην Τροιζίνα, αλλάζοντας το όνομα της σε Θυώνη.
 Η θρησκεία του Διονύσου θεωρείται από πολλούς συγγραφείς προελληνική και βαρβαρική. Γι΄ αυτό άλλωστε ο Διόνυσος δεν περιλαμβάνεται στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. Λατρεύεται όμως ως η σκοτεινή μορφή του Απόλλωνα τους χειμερινούς μήνες στους Δελφούς. Ενώ οι ιερείς του Απόλλωνα φοράνε άσπρα λινά, οι ιερείς του Διονύσου, φοράνε μαύρες προβιές.
 Ο θνήσκων θεός των Κρητικών ονομαζόταν Δίας Ζαγρεύς και όπως ο Διόνυσος αναστηνόταν και πέθαινε κάθε χρόνο. Οι κρητικοί τον αποκαλούσαν Εριφο, όπως μέχρι σήμερα αποκαλούν ρίφια τα κατσίκια που σφάζουνε την Λαμπρή. Ο Διόνυσος εικονιζόταν με κέρατα, κριού ή τράγου ή ακόμη και ταύρου, ανάλογα με την παράδοση των ανθρώπων. Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε συνήθως κέρατα κριού.
 Ο Πάνας που αντιπροσώπευε τα κατώτερα Διονυσιακά στοιχεία, είχε πόδια κατσικίσια. Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι τα πολύ φημισμένα μεθύσια του Αλεξάνδρου προέρχονται από την Διονυσιακή φήμη του Μακεδόνα βασιλιά αφού οι βιογράφοι του αναφέρουν πως ήταν αρκετά εγκρατής. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι ένα μέθυσος κυριάρχησε σε όλο τον κόσμο. Εκτός πάλι αν ήταν όντως ο θεός Διόνυσος.
 Αναμφισβήτητα ο Διόνυσος λατρεύεται από τους Έλληνες πολύ πριν τον Μέγα Αλέξανδρο. Οι ελληνικές πόλεις δέχτηκαν την θρησκεία του Διονύσου, όταν κυβερνούσαν ακόμη οι Τύραννοι. Οι τεχνίτες του Διονύσου δημιούργησαν την μουσική και το θέατρο της Αθήνας και τον χρυσό αιώνα του Περικλή. Τα βιβλία του Ομήρου, τα χάρισαν στους Έλληνες οι Μούσες, ο ζωντανός λόγος των ανθρώπων, ο ίδιος ο θεός Διόνυσος. Αυτός είναι ο αρχαίος λόγος των Ελλήνων που βλαστάνει και πεθαίνει και συνεχώς ανανεώνεται γιατί είναι αθάνατος.
 Όπως είναι γνωστό ο Όμηρος τραγουδήθηκε από τους ραψωδούς, όπως ακριβώς μέχρι πρόσφατα τραγουδούσαν στην Κρήτη τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου. Τα βιβλία του Ομήρου γράφτηκαν μόλις τον πέμπτο αιώνα προ Χριστού από τους Πεισιστρατίδες τύραννους της Αθήνας, δηλαδή μόλις τριακόσια χρόνια νωρίτερα από την μετάφραση της βίβλου.
 Ο Διόνυσος λένε πως ονομάζεται Όμηρος, γιατί οι Τυρηνοί πειρατές τον αιχμαλώτισαν και τον έδεσαν στο κατάρτι του πλοίου τους. Άλλοι λένε ότι ονομάζεται Όμηρος επειδή γεννήθηκε από τον μηρό του Δία. Η θνητή μητέρα του Διόνυσου, η Σεμέλα, ζήτησε από τον Δία να της φανερωθεί με όλη του την δύναμη, όπως την είχε συμβουλεύσει η Ήρα. Ο Δίας που της είχε ήδη υποσχεθεί πως θα έκανε τα πάντα γι΄ αυτήν, αποκαλύφθηκε στην Σεμέλα η οποία βρήκε έτσι φρικτό θάνατο. Ο Δίας έβαλε το αγέννητο ακόμα παιδί του μέσα στον μηρό του και ο Διόνυσος βγήκε από τον μηρό του Δία. Η φράση από τον μηρό του θεού, χρησιμοποιείται για τους ευγενείς και στην παλαιά διαθήκη.
 Βέβαια ο Διόνυσος ονομάζεται Όμηρος εξαιτίας των ποιημάτων που ενέπνευσε. Ο Όμηρος τραγουδήθηκε από τους ιερείς του Διονύσου, γι΄ αυτό Διόνυσος και Όμηρος είναι δύο πνεύματα που ταυτίζονται. Στην Ελλάδα, ψάλτες και χορευτές ήταν όπως και σε όλους τους λαούς, οι ιερείς. Αν θα έπρεπε να ορίσεις ένα ιερό βιβλίο για ετούτη την θρησκεία, του Απόλλωνα και του Διονύσου, τότε αναμφισβήτητα αυτό θα ήταν ο Όμηρος.
 Ακόμη και τα έργα των φιλοσόφων, που ήταν γνωστά την ίδια εποχή, είναι γραμμένα με ποιητικό μέτρο, κάποια με το μέτρο του Ομήρου, πράγμα που σημαίνει ότι ρήτορες και οι σοφιστές απήγγειλαν τα έργα τους. Η προφορική αυτή παράδοση σταδιακά εξασθένησε, αφού ακόμη και η Πυθία άρχισε να δίνει χρησμούς στον πεζό λόγο.
 Ο έμμετρος λόγος διευκόλυνε πολύ την απομνημόνευση μεγάλων ποιημάτων, αλλά βασιζόταν περισσότερο στον ρυθμό και το ύφος ήταν αυτό που τόνιζε τον μύθο περισσότερο από τις λέξεις. Ο γραπτός λόγος είναι πεζός και άρρυθμος και επικεντρώνεται στα σύμβολα και στις καθορισμένες έννοιες. Τα σύμβολα αυτά ξαφνικά αποκτούν μεγαλύτερη αξία από τα ίδια τα λόγια των ανθρώπων.

6) Η Περσική θρησκεία και οι Ρωμαίοι

 Αντίθετα με την ελληνική θρησκεία, υψώθηκε η θρησκεία των Περσών που δεν αναγνώριζε στον άνθρωπο την δυνατότητα να γίνει θεός ή να είναι θεός, παρά μόνο αντιπρόσωπος του θεού. Όπως γράφει ο Ηρόδοτος στην Κλειώ, οι Πέρσες δεν είχαν αγάλματα, ναούς και βωμούς. Και όσους τα είχαν τους θεωρούσαν ανόητους, επειδή οι Πέρσες δεν πίστευαν όπως οι Έλληνες ότι οι θεοί έχουν ανθρώπινη μορφή.
 Ο θεός των Περσών δεν έχει τελειώσει κατά κάποιο τρόπο την δημιουργία αλλά συνεχίζει να μάχεται με τις δυνάμεις του κακού. Σύμφωνα με τους Έλληνες οι Τιτάνες είχαν νικηθεί και ο Τυφώνας είχε σκοτωθεί από τον Διόνυσο. Σύμφωνα με τους Πέρσες ο θεός δεν έχει ακόμη νικήσει τον κακό δαίμονα. Ο θεός των Περσών πρέπει πρώτα να θριαμβεύσει επί του θεού του κακού, δημιουργώντας έτσι ένα παράδεισο για τους καλούς ανθρώπους. Αυτό θα το πετύχει με την βοήθεια του Μεσίτη, του Μίθρα ο οποίος θα εμφανιστεί στην γη και θα οδηγήσει τους ανθρώπους στην δικαιοσύνη. Η θεοποίηση του Μίθρα έγινε μόνο έπειτα από τον εξελληνισμό των Περσών και την δημιουργία της ελληνοπερσικής θρησκείας.  
 Ο μεγάλος μάγος των Περσών ήταν ο Ζωροάστρης, τον οποίο αναφέρει και ο Πλάτωνας. Ο Ζωροαστρισμός διδάσκει ένας είδος τριαδικότητας, όπως και ο Πλήθων ο Γεμιστός γράφει στα Χαλδαϊκά λόγια. Αυτή η τριαδικότητα όμως δεν αναφέρεται στην σύνθεση των τριών υποστάσεων του θεού, αλλά στον πόλεμο που απαραίτητα θα γίνει μέχρι η καλή υπόσταση του θεού να νικήσει την κακή υπόσταση του θεού, βοηθούμενη από την τρίτη υπόσταση του Μεσίτη Μίθρα. Έτσι το γήινο στοιχείο, το σωματικό και το υλικό και όλα όσα συμβολίζει η γη και η γυναικεία θεότητα, θεωρούνται εχθροί του καλού που πρέπει να καταστραφούν για να υπερισχύσει μόνο το καθαρά πνευματικό, το μόνο αγαθό, το αρσενικό.  
 Κυρίαρχο στοιχείο στην Περσική θρησκεία του Ζωροάστρη είναι η περιφρόνηση του ανθρώπινου σώματος. Οι Κέλτες, όπως οι Αχαιοί και οι Ρωμαίοι έκαιγαν τα ανθρώπινα σώματα κρατώντας την στάκτη σε ειδικά δοχεία, δίνοντας σημασία στο πνεύμα που ενυπάρχει στον άνθρωπο. Οι Αιγύπτιοι διατηρούσαν το σώμα ταριχεύοντάς το και οι Έλληνες έφτιαχναν μεγάλους θολωτούς τάφους, τοποθετώντας μέσα αρκετά σκεύη που θα χρησιμοποιούσαν οι νεκροί. Γνωρίζουμε πάντως ότι δεν άφηναν ποτέ ένα πτώμα άταφο.
 Ο Ζωροάστρης όμως διδάσκει πως δεν πρέπει ποτέ να θάβονται τα πτώματα κάτω στη γη, ούτε να καίγονται στην πυρά. Πρέπει σύμφωνα με την επιθυμία του αόρατου θεού να μεταφερθεί το πτώμα σε ένα μέρος που συχνάζουν σαρκοφάγα όρνια και σκυλιά για να φαγωθεί από αυτά. Αν είναι χειμώνας επιτρέπεται να θάψουν το πτώμα μόνο για μερικούς μήνες μέχρι να λιώσουν τα χιόνια κι έπειτα να δοθεί ως τροφή στα σκυλιά και τα όρνια.
 Φαντάζεται κανείς την φρίκη των Αιγυπτίων και των Ελλήνων, όταν άκουγαν πως θα τους έτρωγαν τα σκυλιά. Ο Ακταίονας σύμφωνα με την μυθολογία βρήκε τραγικό θάνατο καθώς τον έφαγαν ζωντανό τα σκυλιά της θεάς Άρτεμης. Ήταν σίγουρα πιο τιμητικό για τους Χριστιανούς, να τρώγονται από τα λιοντάρια της αρένας παρά από άγρια σκυλιά.
 Τα σκυλιά τα θεωρούσαν οι αρχαίοι ως ζώα του Άδη. Οι φύλακες του Άδη οι Κέρβεροι, ήταν σκυλιά σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία αλλά και ο Αιγύπτιος θεός των νεκρών, ο Ανουβις, είχε πρόσωπο σκύλου. Δεν έδωσαν όμως τα σώματα των νεκρών να τα φάνε οι σκύλοι, όπως δίδασκε ο Ζωροαστρισμός.
 Οι Αιγύπτιοι αγαπούσαν τόσο τα πτώματα των συγγενών τους ώστε διατηρούσαν τα ταριχευμένα σώματα τους, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο. Εκεί δεχόταν επισκέψεις και δειπνούσαν μαζί τους, αντικρίζοντας στις ζωγραφισμένες νεκρικές μάσκες το πρόσωπο του πεθαμένου συγγενή.
 Ο Ζωροάστρης δεν αναφέρεται αποκλειστικά στους ανθρώπους αλλά πάντα αναφέρει ισότιμα τους σκύλους γράφοντας παράδειγμα, “αν κάποιος θάψει ένα σκύλο ή ένα άνθρωπο στη γη θα τιμωρηθεί από τον θεό”. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι ενώ οι Αιγύπτιοι ιερείς δεν σκότωναν κανένα ζώο εκτός από αυτά που θυσίαζαν οι Πέρσες ιερείς που ονομαζόταν μάγοι, σκότωναν με τα χέρια τους οτιδήποτε ζωντανό, εκτός από σκύλο και άνθρωπο και το θεωρούν μάλιστα κατόρθωμα να σκοτώνουν μυρμήγκια, φίδια, όλα τα ερπετά της γης και τα πετεινά του ουρανού.
 Η αγάπη των Περσών για τους σκύλους και τους λύκους δημιούργησε τον μύθο για τον βασιλιά Κύρο, πως μεγάλωσε πίνοντας το γάλα μιας σκύλας. Ο Ηρόδοτος γράφει ότι τον μεγάλωσε μια γυναίκα που την λέγανε Σπάκα, που σημαίνει Σκύλα στα Περσικά. Με παρόμοιο τρόπο λέγεται ότι μεγάλωσαν και οι ιδρυτές της Ρώμης, ο Ρώμος και ο Ρωμύλος, πίνοντας το γάλα μιας λύκαινας. Ίσως δεν είναι σύμπτωση ότι οι Ρωμαίοι πιστεύουν πως κατάγονται από τους Αρκάδες οι οποίοι είχαν κάποιους παρόμοιους θρύλους για τους λύκους και για τους λυκάνθρωπους, και ακόμη ίσως δεν είναι σύμπτωση πως ο Ρωμύλος λατρευόταν με το όνομα Κυρίνος.
 Ο Πρόκλος, γράφει ο Πλούταρχος στο βίο του Νουμά, είδε τον Ρωμύλο να ανέρχεται στους ουρανούς με πλήρη πανοπλία και άκουσε φωνή η οποία τον διέτασσε να ονομασθεί Κυρίνος. Οι Σαβίνοι που ενώθηκαν με τους Ρωμαίους ονομαζόταν βέβαια Κυρίτες. Για κάποιο διάστημα μάλιστα βασίλευαν στην Ρώμη διαφορετικοί άρχοντες την ημέρα και διαφορετικοί την νύχτα, εν ονόματι του Κυρίνου.
 Κείρανους όμως ονομάζει ο Όμηρος τους άρχοντες, και Κείρανοι ονομάζονται οι άρχοντες των Φιλισταίων στην Παλαιστίνη. Σύμφωνα μάλιστα με την μετατροπή του Κάπα και του Σίγμα σε Ταυ από την αττική διάλεκτο, οι Κείρανοι δεν ήταν άλλοι από τους Τύραννους που κυβέρνησαν τις ελληνικές πόλεις τον έκτο και το έβδομο αιώνα προ Χριστού. Οι Σπαρτιάτες ανέτρεψαν τους Τύραννους των Αθηνών και της Κορίνθου, επιβάλλοντας ολιγαρχικά πολιτεύματα. Έπειτα ακολούθησε η δημοκρατία του Περικλή.
 Δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι υπήρχε μια σχέση ανάμεσα στην Περσική θρησκεία και τους Ρωμαίους, αν και υπήρχαν αυτές οι ομοιότητες. Άμεση σχέση προφανώς δεν υπήρχε. Εκείνο μόνο που έχει σημασία είναι πως οι Ρωμαίοι πίστεψαν ότι καταγόταν από τους Φοίνικες και τους Τρώες. Σύμφωνα με τα λατινικά ποιήματα του Βεργιλίου, είχε από παλιά προφητευτεί ότι οι γιοι του Αινεία που διώχθηκαν από την Τροία θα κατακτούσαν τον κόσμο. Τις προφητείες του Ομήρου και της Σίβυλλας, επιστρατεύει ο Βεργίλιος για να αναδείξει τον Ιούλιο Καίσαρα σε ένα αντίπαλο θεό απέναντι στον θεό των Ελλήνων, τον Μέγα Αλέξανδρο.
 Έτσι μετά τους Πέρσες, την σωτηρία των Τρώων και τον πόλεμο εναντίον των Γραικών ανέλαβαν οι Ρωμαίοι, οι οποίοι έμμεσα ανέλαβαν και την σωτηρία της Περσικής θρησκείας. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Νουμάς, ο νομοθέτης των Ρωμαίων, θεωρούσε ότι το πρώτο ον είναι αόρατο και άκτιστο και νοητό και απαγόρευσε έτσι να έχουν οι Ρωμαίοι εικόνες του θεού ανθρωπόμορφους και ζωόμορφους. Πράγματι τα πρώτα εκατόν εβδομήντα χρόνια, γράφει ο Πλούταρχος, οι Ρωμαίοι δεν κατασκεύασαν κανένα άγαλμα αφού πίστευαν πως τον θεό μόνο με την νόηση μπορείς να τον συλλάβεις και όχι με τις αισθήσεις. Αλλά και οι θυσίες διέταζε να γίνονται αναίμακτες όπως ο Πυθαγόρας γιατί ο θεός ως φύλακας της ειρήνης και μάρτυρας της δικαιοσύνης έπρεπε να είναι καθαρός από οποιοδήποτε φόνο.
 Ο Νουμάς έφτιαξε κυκλική την εστία όπου φυλασσόταν το άσβεστο πυρ, γιατί οι Πυθαγόρειοι πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι κυκλικός και στην μέση υπάρχει το πύρ, το οποίο αποκαλούν Εστία και Μονάδα. Οσον αφορά την γη, θεωρούν ότι κινείται κυκλικά γύρω από το πυρ και δεν είναι ούτε εκ των κυριοτέρων, ούτε εκ των πρώτων μερών του κόσμου.
 Παρόλα αυτά οι Ρωμαίοι είχαν αγάλματα και ο Πυθαγόρας απ΄ότι φαίνεται δεν τα απαγόρευσε ποτέ. Όπως όλοι οι φιλόσοφοι καταπολέμησε κι εκείνος την αστεία πίστη των ανθρώπων πως η ύλη των αγαλμάτων είχε ξεχωριστή δύναμη και πως η ύλη περιείχε το πνεύμα του θεού. Οι φιλόσοφοι πίστευαν ότι μόνο ο ανώτατος θεός, το αόρατο και άκτιστο Ένα ήταν εκείνο που δεν ζωγραφιζόταν και δεν γινόταν κατανοητό παρά μόνο με την νόηση. Οι θεοί δαίμονες, οι ημίθεοι και οι ήρωες που υπήρξαν άλλοτε άνθρωποι, εικονιζόταν βέβαια και η μορφή τους αποτυπωνόταν στο μάρμαρο και το ξύλο. Οι δαίμονες θεοί άλλωστε δίνουν τα ονόματα τους στους Ρωμαϊκούς μήνες. Ο Ιανουάριος ονομάζεται από τον δαίμονα Ιανό, ο Μάρτιος από τον Άρη (Μαρς), ο Απρίλιος από την Αφροδίτη, ο Μάιος από την μητέρα του Απόλλωνα Μαία και ο Ιούνιος από την Ήρα (Τζούνο). Ο Ιούλιος μήνας ονομάστηκε έτσι από τον Ιούλιο Καίσαρα και ο Αύγουστος από τον Οκταβιανό Καίσαρα Αύγουστο, αφού και αυτοί θεοποιήθηκαν κι έγιναν δαίμονες.
 Όταν ο Νουμάς πέθανε, το σώμα του δεν κάηκε γιατί εκείνος λέγεται ότι απαγόρευσε την καύση, αλλά τάφηκε σε πέτρινη σαρκοφάγο. Σε μια άλλη πέτρινη σαρκοφάγο τοποθέτησαν τα βιβλία του, δώδεκα ιεροφαντικά και δώδεκα ελληνικής φιλοσοφίας. Τα βιβλία αυτά όταν αργότερα βρέθηκαν δεν διαβάσθηκαν στον λαό αλλά κάηκαν.
 Η παράδοση του Νουμά είναι πολύ αρχαία για να έχει κάποια σημασία τον καιρό των Καισάρων, όταν όλα είχαν αλλάξει. Όπως είπαμε, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι Ρωμαίοι θεωρήθηκαν απόγονοι των Τρώων που ως πρόσφυγες κυνηγημένοι από τους Έλληνες έφθασαν στην Ιταλία, όπου έχτισαν την νέα πολιτεία τους.

6) Η ελληνική βίβλος των Ο΄.

 Τα βιβλία της παλαιάς διαθήκης, μεταφράστηκαν στα ελληνικά τον τρίτο προχριστιανικό αιώνα από τους εβδομήκοντα δύο πατέρες που συγκέντρωσε ο Μακεδόνας βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος ο Σωτήρ και γι΄ αυτό η αρχαία ελληνική μετάφραση έμεινε γνωστή ως “μετάφραση των εβδομήκοντα”. Επειδή το εβδομήντα στα ελληνικά γραφόταν ως Ο΄, έτσι δηλώνεται ως “μετάφραση των Ο΄”.
 Η Ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία μέχρι σήμερα χρησιμοποιεί αυτήν την μετάφραση στις θείες λειτουργίες. Στην εισαγωγή της εκδόσεως της Ελληνικής Εκκλησίας, ο κ. Χριστουπόλεως Πέτρος, αναφέρει: “Η παρούσα συλλογική μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης των Ο΄ στην ελληνική γλώσσα έχει μεγάλη σημασία και για τον ελληνισμόν καθότι απέβη η “παιδαγωγό εις Χριστόν” τόσον των Ελληνιστών Ιουδαίων, όσο και των εθνικών. Μέχρι της ολοκληρώσεως του Κανόνος της Καινής Διαθήκης, η μετάφραση των Ο΄ ήταν διά την Εκκλησία η αποκλειστική Βίβλος, στην οποία αναφέρονται τόσο ο Κύριος όσο και Μαθητές, Του. Η μετάφραση των Ο΄ είναι η πλέον παλαιά από τις γνωστές σε μας μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης, σ΄αυτήν δε στηρίχθηκαν οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας και σε αυτήν πλείστοι από αυτούς υπομνημάτισαν και ερμήνευσαν δια μέσου των αιώνων.
 Αυτή απολαμβάνει θείας αυθεντίας και κύρους ως η βίβλος της αδιαιρέτου Εκκλησίας των οκτώ πρώτων αιώνων. Συνιστά την Παλαιά Διαθήκη, το επίσημο κείμενο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και παραμένει το αυθεντικό κείμενο βάσει του οποίου έγιναν και οι επίσημες μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης των άλλων αδερφών Ορθόδοξων Εκκλησιών, υπήρξε το θείο όργανο του προ Χριστού ευαγγελισμού και απετέλεσε την βάση της Ορθόδοξης θεολογίας. Πρόκειται δε περί σπουδαιοτάτου και μοναδικού μνημείου του Ελληνισμού και του Πολιτισμού του με αδιάκοπη και καταπλήσσουσα παράδοση των “χειρογράφων” της μέχρι σήμερα.
 Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και η υπό της Εκκλησίας μας λειτουργική χρήση της, καθότι στις τρεις Θείες Λειτουργίες, στα ευχολόγια και στα λοιπά λειτουργικά βιβλία και κείμενα των ιερών Ακολουθιών, γίνεται ευρύτατη χρήση αγιογραφικών χωρίων, προφητειών κ.λ.π. από την Παλαιά Διαθήκη των Ο΄”.
 Ο Χριστιανικός θρύλος λέει, ότι οι εβδομήντα δύο πατέρες κατοίκησαν ξεχωριστά, σε εβδομήντα δύο σκηνές που στήθηκαν γι΄αυτό το σκοπό, στην παραλία της Αλεξάνδρειας. Χωρίς να έχουν ποτέ καμία επικοινωνία μεταξύ τους, μετέφρασαν το εβραϊκό κείμενο με τις ίδιες ακριβώς ελληνικές λέξεις. Έτσι και οι εβδομήντα δύο μετέφρασαν την εβραϊκή λέξη Μεσσίας, που σημαίνει χρισμένος, σε Χριστός. Μετέφρασαν ακόμη το όνομα του θεού σε Ων ή Κύριος ή Σαβαώθ. Πουθενά στην βίβλο των Ο΄ δεν θα συναντήσεις το όνομα Ιεχωβά.  
 Σήμερα όμως διαβάζουμε μία ελληνική μετάφραση που συμφωνεί με την λατινική μετάφραση, την επονομαζόμενη Βουλγάτα του Αγίου Ιερώνυμου, η οποία είναι μεταφρασμένη εκ των θείων εβραϊκών αρχετύπων, τρεις αιώνες μετά την γέννηση του Χριστού! Η μετάφραση αυτή δεν μεταφράζει το Μεσσίας με την ελληνική λέξη Χριστός αλλά με την λέξη “κεχρισμένος”. Αφήνει μάλιστα το όνομα του Ιεχωβά όπως έχει, δηλαδή μεταφράζει το τετραγράμματο JHVH σε Ιεοβά, σύμφωνα με την αραμαϊκή βίβλο των Φαρισαίων. Οι νέες λοιπόν μεταφράσεις επαναφέρουν το όνομα του Ιεοβά της αραμαϊκής γραφής το οποίο είχαν αγνοήσει παντελώς οι εβδομήκοντα μεταφραστές.
 Το παράδοξο είναι ότι την αρχαία ελληνική μετάφραση αναφέρουν στα επιχειρήματα τους όλοι οι Χριστιανοί απολογητές. Οι Φαρισαίοι κατηγορούσαν την ελληνική γραφή των εβδομήκοντα, ότι κακώς μετέφραζε στον Ησαΐα ¨ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει¨, γιατί το εβραϊκό πρωτότυπο αναφέρει, ¨ιδού η γυνή εν γαστρί έξει¨. Σύγχρονοι Διαμαρτυρόμενοι ή Αγγλικανοί Χριστιανοί δέχονται ακόμη και σήμερα αυτή την άποψη Φαρισαίων. Οι παλαιοί Χριστιανοί όμως αντιδρούσαν, λέγοντας ότι η μετάφραση των Ο΄ έγινε με την βοήθεια του θείου πνεύματος. Ολοι οι Χριστιανοί πατέρες, ακόμη και οι γνωστοί ανθέλληνες Χριστιανοί, αναφέρουν την μετάφραση των Ο΄ με υπερηφάνεια, σαν το ακλόνητο αποδεικτικό στοιχείο της θεότητας του Ιησού.
 Ο Ευσέβιος της Καισαρείας παραδίδει στην εκκλησιαστική ιστορία την γνώμη του Ειρηναίου για την βίβλο, ο οποίος γράφει πως «ο θεός έγινε άνθρωπος και αυτός ως Κύριος μας έσωσε με το σημείο της παρθένου και όχι όπως ισχυρίζονται μερικοί που τώρα τελευταία τόλμησαν να μεταφράσουν τις γραφές “ιδού μια νεαρή κοπέλα θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει υιό”, όπως ερμήνευσαν ο Θεοδοτίων από την Έφεσο και ο Ακύλας από τον Πόντο και οι δύο προσήλυτοι στον ιουδαϊσμό, που ακολουθώντας την παράδοση των Εβιωναίων λένε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε από τον Ιωσήφ». Η αρχαία ελληνική μετάφραση των Ο΄ γράφει «ιδού μια παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο» και όχι «ιδού μια γυνή».
 Μετά από λίγο εξηγεί ο Ειρηναίος, πως πριν επικρατήσουν οι Ρωμαίοι, όταν την Ασία κρατούσαν οι Μακεδόνες. ο Πτολεμαίος ο Λάγου ζήτησε από τους Ιεροσολυμίτες ιερείς να μεταφράσουν στην ελληνική γλώσσα τις γραφές.
 “Τούτοις επιφέρει μετά βραχέα λέγων, ¨προ του γαρ Ρωμαίων κρατύναι την αρχήν αυτών, έτι Μακεδόνων την Ασία κατεχόντων, Πτολεμαίος ο Λάγου φιλοτιμούμενος την υπ΄αυτού κατεσκευασμένην βιβλιοθήκην εν Αλεξανδρεία κοσμήσαι τοις πάντων ανθρώπων συγγράμμασιν όσα γε σπουδαία υπήρξαν, ηττήσατο παρά των Ιεροσολυμιτών εις την Ελληνικήν διάλεκτον σχειν αυτών μεταβεβλημένας τα γραφάς”.
 Η μετάφραση των εβδομήκοντα υπήρξε το καύχημα των πρώτων Χριστιανών. Όλοι οι Χριστιανοί απολογητές αναφέρουν την αρχαία μετάφραση, όπως κάνει ο Ειρηναίος για να αντικρούσουν τους Εβραίους που διάβαζαν διαφορετικά πράγματα στην αραμαϊκή βίβλο. Οι νέοι μεταφραστές της βίβλου, είναι Ιουδαίοι που προσηλυτίστηκαν στον χριστιανισμό, οι οποίοι δεν πίστευαν στην παρθενία της Παναγίας αλλά θεωρούσαν τον Ιωσήφ πατέρα του Ιησού, όπως ακριβώς οι Φαρισαίοι (Ιωαν, Στ΄,42) και όπως ακριβώς παραδίδουν οι γενεαλογίες του Ματθαίου και του Λουκά.
 Η λατινική μετάφραση της βίβλου επιβλήθηκε στους χριστιανούς από την Ρωμαϊκή εξουσία, όπως και η λατινική άποψη για τον χριστιανισμό επιβλήθηκε στους χριστιανούς από την Ρωμαϊκή εξουσία της εποχής εκείνης. Την ιστορία την γράφουν πάντα οι νικητές. Την εποχή που σταυρώθηκε ο Ιησούς, νικητές ήταν οι Ρωμαίοι. Επέβαλαν λοιπόν ο μήνας Ιούλιος να ονομασθεί σύμφωνα με τον Καίσαρα και ο μήνας Αύγουστος να ονομασθεί σύμφωνα με τον Οκταβιανό. Από την εποχή εκείνων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, δεν έχει παρέλθει η Ρωμαϊκή άποψη για την ιστορία.
 Η λογοκρισία και η προπαγάνδα ήταν πάντα τα πιο χρήσιμα όπλα της εξουσίας. Τριακόσια χρόνια μετά την γέννηση του Σωτήρα, υπερίσχυσε στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η φιλοϊουδαϊκή χριστιανική άποψη και αποφασίστηκε ποία κείμενα ήταν αληθινά και ποία κείμενα ψεύτικα. Οι λατινικές μεταφράσεις θεωρούνται όπως είναι φυσικό τα αυθεντικά κείμενα της εκκλησίας. Κι όμως μερικές Χριστιανικές εκκλησίες της ανατολής, χρησιμοποιούν ακόμη το ημερολόγια της βασιλείας των Μακεδόνων Σελευκιδών, ξεκινώντας την χρονολογία από το 312 π.Χ., τον πρώτο χρόνο της βασιλείας του Μακεδόνα Σέλευκου.
 Η αρχαία μετάφραση της βίβλου στα ελληνικά δεν έγινε κατά λέξη από τους εβδομήντα σοφούς αλλά όπως η συγκρητική θρησκεία απαιτούσε, αποδόθηκε το όνομα Αδονάι, με το όνομα Κύριος, ένα όνομα που οι ελληνιστικές θρησκείες χρησιμοποιούσαν στα μυστήρια. Οι ελληνιστές Ιουδαίοι ζωγράφιζαν τον Παντοκράτορα και έφτιαχναν είδωλα όπως έκαναν και οι αρχαίοι Ιουδαίοι. Εκτελούσαν δράματα και τελετές όπως όλοι οι λαοί της ανατολικής μεσογείου για τον θνήσκοντα και πάλι ζώντα θεό.
 Οι Ιουδαίοι αυτοί διάβαζαν αλληγορικά την ιερά γραφή και δεν έπαιρναν τοις μετρητοίς όσα αναφερόταν στο βιβλίο του θεού. Γι΄αυτό και καυχιούνται ότι πρώτος ένας Ελληνιστής Ιουδαίος περιπατητικός φιλόσοφος, ο Αριστόβουλος, εισήγαγε την μέθοδο της αλληγορίας. Άλλοι λένε ότι πρώτος ο Ιουδαίος Φίλωνας από την Αλεξάνδρεια, αλληγόρησε πραγματικά. Ο Πλούταρχος όμως αναφέρει ότι αλληγορία αποκαλούν οι Ιουδαίοι αυτό που οι Έλληνες ονομάζουν υπόνοια. Είναι γεγονός πάντως ότι τα χρόνια εκείνα δεν έπαιρναν κατά γράμμα όσα διάβαζαν στους μύθους των Ελλήνων και των Εβραίων αλλά τα ερμήνευαν αλληγορικά. Και είναι γεγονός ότι οι Ιουδαίοι, οι Μακεδόνες και οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ίδια γλώσσα και μοιραζόταν ένα πολιτισμό.
 Η ελληνική μετάφραση της βίβλου χρησιμοποιήθηκε από όλους τους Ιουδαίους, οι οποίοι δεν μιλούσαν πλέον την εβραϊκή, αλλά ζώντας στην Βαβυλώνα ή την Παλαιστίνη υπό την περσική κυριαρχία μιλούσαν τα αραμαϊκά, τα οποία οι Πέρσες επέλεξαν ως επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας τους. Μέχρι την συγγραφή της παλαιάς διαθήκης από τους Έλληνες, τα αρχαία εβραϊκά γράμματα και τα βιβλία της παλαιάς διαθήκης δεν ήταν ποτέ συγκεντρωμένα σε μια βίβλο. Η ιουδαϊκή βίβλος που συγγράφηκε στην Αλεξάνδρεια σε απλή ελληνική γλώσσα, τριακόσια μόλις χρόνια μετά την συγγραφή του Ομήρου, έγινε το βιβλίο του λαού των Ελληνιστών Ιουδαίων.
 Την εποχή των Μακεδόνων μεταφράστηκαν και τα βιβλία του Αιγυπτίου Ερμή του Τρισμέγιστου, δηλαδή του θεού Θώθ, που μέχρι τότε υπήρχαν γραμμένα μόνο στην ιερογλυφική γραφή των Αιγυπτίων. Πολλοί αποδίδουν αυτές τις μεταφράσεις στην επιθυμία του Μακεδόνα βασιλιά Πτολεμαίου να συγκεντρώσει τα βιβλία όλου του κόσμου στην βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι η γνώση που ως τότε εθεωρείτο προνόμιο των ιερέων, έγινε πλέον κτήμα των λαών και οι ιερείς έχασαν ένα μεγάλο μέρος της δυνάμεως τους. Ίσως γι΄ αυτό οι ιερείς επέμεναν να μην μεταφράζονται οι ιερές λέξεις, υποστηρίζοντας ότι χάνουν την μαγική τους δύναμη. Η εποχή όμως των μάγων, όπως έλεγαν τους Πέρσες ιερείς, είχε περάσει και μια νέα άνθηση των ελληνικών γραμμάτων και της επιστήμης έλαβε μέρος σε όλη την επικράτεια των ελληνικών βασιλείων της ανατολής.

7) Οι Μακεδόνες Ιουδαίοι

 Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δημιουργήθηκαν στην ανατολή δύο μεγάλα βασίλεια. Το ένα από τον Σέλευκο στην Συρία, με πρωτεύουσα την Αντιόχεια και το άλλο από τον Πτολεμαίο στην Αίγυπτο με πρωτεύουσα την Αλεξάνδρεια. Ο διαχωρισμός αυτός επανέλαβε τον παλαιότερο διαχωρισμό της ανατολής μεταξύ Βαβυλωνίων στον βορά και των Αιγυπτίων στον νότο. Οι Ιουδαίοι της Ιερουσαλήμ ήταν χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα, οι μισοί υποστήριζαν τους Βαβυλώνιους και αργότερα του Πέρσες, ενώ οι άλλοι μισοί υποστήριζαν τους Αιγυπτίους και αργότερα τους Έλληνες.
  Η Παλαιστίνη αρχικά βρισκόταν υπό την κατοχή των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, μέχρι που ο Αντίοχος ο Μέγας την κατέλαβε κι έκτοτε αποτέλεσε μέρος του βασιλείου των Σελευκιδών. Και στα δύο αυτά βασίλεια ζούσαν αρκετοί Ιουδαίοι.
 Στην Αλεξάνδρεια, οι Ιουδαίοι είχαν εγκατασταθεί από την αρχή που κτίστηκε η πόλη. Κατοικούσαν μάλιστα στην συνοικία Δέλτα, δηλαδή στην συνοικία του Δία. Οι συνοικίες της Αλεξάνδρειας ονομαζόταν Άλφα, Βήτα, Γάμα, Δέλτα και Έψιλον, παίρνοντας τα ονόματά τους από τα αρχικά της φράσεως, “Αλέξανδρος Βασιλεύς Γιος Διός Έχτισε”.
 Ο Φλάβιος Ιώσηπος μας πληροφορεί στον κατ΄ Απίωνος λόγο του, ότι οι Ιουδαίοι της Αλεξάνδρειας ονόμαζαν τους εαυτούς τους Μακεδόνες. Ο ίδιος ιστορικός στον Ιουδαϊκό πόλεμο γράφει πως τους επετράπη να λέγονται Μακεδόνες. Ίσως βέβαια κάτι τέτοιο ισχυρίζεται ο Ιώσηπος για να τους ξεχωρίσει από τους Έλληνες, τους οποίους δεν συμπαθούσε και πολύ αλλά και από τους Αιγυπτίους, αφού ακόμη και τον Απίωνα που καταγόταν από την Κρήτη, τον ονομάζει Αιγύπτιο.
 Ο Ιουδαίος φιλόσοφος Αριστέας, από το γράμμα του οποίου στον Πτολεμαίο μαθαίνουμε τα σχετικά με την μετάφραση της βίβλου από τους εβδομήκοντα πατέρες, γράφει ότι: “ο θεός, ο δημιουργός των πάντων, τον οποίο λατρεύουν οι Ιουδαίοι, είναι Αυτός που όλοι λατρεύουν, κι εμείς επίσης Μεγαλειότατε, μολονότι τον αποκαλούμε Δία”.
 Ο συγκρητισμός των θρησκειών που επέβαλε ο Μέγας Αλέξανδρος, ίσχυσε και αναπτύχθηκε όταν βασίλευαν οι επίγονοι. Όμως αυτός ο συγκρητισμός προωθούσε συγχρόνως και τον εξελληνισμό των  διαφόρων εθνών, μη εξαιρουμένων και των Ιουδαίων. Έτσι στην Ιουδαία, εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, υπάρχουν δύο Ιουδαϊκές παραδόσεις. Από την μια βρίσκονται οι φιλοαιγύπτιοι Ιουδαίοι και φίλοι της νέας βασιλείας των Ελλήνων και από την άλλη οι φιλοπέρσες Φαρισαίοι και εχθροί των Ελλήνων.
 Οι ελληνιστές Ιουδαίοι θεωρούν ότι προέρχονται από τους αρχαιότερους Ιουδαίους, εκείνους που υπήρχαν πριν την εξορία στην Βαβυλώνα και πριν την φιλοπερσική μεταρρύθμιση του Έσδρα. Οι Φαρισαίοι επιμένουν σε μια αντιαιγυπτιακή και ανθελληνική παράδοση, θεσπίζοντας μάλιστα εκτός από τον νόμο του Μωυσή κι άλλες πατροπαράδοτες διατάξεις, όπως ο ίδιος ο Ιώσηπος μας πληροφορεί.
 Και οι δύο παρατάξεις είχαν εξελληνιστεί αρκετά, αλλά οι συντηρητικοί Φαρισαίοι, οι οποίοι έβλεπαν ότι έχαναν την πρωτοκαθεδρία από τους ελληνιστές Σαδδουκαίους, αντιδρούσαν στον ολοένα και πιο έντονο εξελληνισμό. Σήμερα οι περισσότεροι ιστορικοί παραδέχονται πως ο ελληνισμός επηρέασε την ιουδαϊκή παράδοση, μια και ο Ιουδαϊσμός αναπτύχθηκε τα χρόνια των Μακεδόνων βασιλιάδων, με νέο ισχυρό όπλο την ελληνική γλώσσα.
 Μετά από την μετάφραση της βίβλου τον τρίτο π. Χ. αιώνα, πολλά βιβλία που βρίσκονται στην σημερινή παλαιά διαθήκη όπως ο Εσδρας Β΄, οι Μακκαβαίοι, η Σοφία Σολομώντος και άλλα που θεωρούνται απόκρυφα, γράφτηκαν κατευθείαν στα ελληνικά. Ο “Εκκλησιαστής” και η “Σοφία Σειράχ”, φανερώνουν μεγάλη επιρροή από την ελληνική φιλοσοφία. Είναι γνωστή φράση, «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης», με την οποία ξεκινάει το βιβλίο του Εκκλησιαστή. Ο εξελληνισμός των Ιουδαίων ήταν έντονος και αυτό αποδεικνύεται από τις αρχαιολογικές ανασκαφές που φέρνουν στο φως ελληνιστικές συναγωγές και ελληνιστικά ιουδαϊκά νεκροταφεία. Μεταξύ των εβδομήντα δύο πατέρων που μετέφρασαν την βίβλο τον καιρό του Πτολεμαίου κάποιοι είχαν ήδη ελληνικά ονόματα. Η θρησκεία αυτών των ελληνιστών Ιουδαίων είναι διαφορετική από την θρησκεία που είχαν επιβάλλει οι μεταρρυθμίσεις του αρχιερέα Έσδρα τον έκτο αιώνα π.Χ. και οι οποίες έγιναν κάτω από την κυριαρχία των Περσών. Οι Φαρισαίοι δεν αποδέχτηκαν ποτέ τα κείμενα της ελληνικής μεταφράσεως, ούτε και την θρησκεία του Σαβαώθ των ελληνιστών Ιουδαίων. Προτιμούσαν την αραμαϊκή γλώσσα αφού είχαν μάθει στην Βαβυλώνα φαρσί τα Φαρσί, δηλαδή την περσική γλώσσα. Ασπαζόταν έτσι τον Γιαχβέ σύμφωνα με την Περσική θρησκεία, η οποία δεν χρησιμοποιούσε αγάλματα και εικόνες.
 Ο χριστός Κύρος που αναγγέλλει ο Ησαΐας είναι λοιπόν ένας κεχρισμένος αντιπρόσωπος του Γιαχωβά. Οι Πέρσες και οι Εβραίοι δεν πίστεψαν ποτέ πως κάποιος βασιλιάς τους ήταν θεός. Όλοι ήταν σοφοί και δίκαιοι βασιλιάδες, προερχόμενοι από ανθρώπινο σπέρμα αλλά ευλογημένοι ή χρισμένοι από τον Γιαχβέ που προνοεί έτσι για τους λαούς, δίνοντας πνεύμα στους ηγεμόνες τους.
 Το όνομα Γιαχβέ δεν αναφέρεται ούτε μία φορά από την αρχαία ελληνική μετάφραση των εβδομήκοντα. Ο θεός αποκαλείται Κύριος Σαβαώθ, ένα όνομα για το οποίο έχει επισημανθεί η ομοιότητα του με τον Σαβάζιο, αφού ακόμη και το Κύριος είναι τίτλος του Διονύσου των Θρακών, Σαβάζιου. Ένα άλλο όνομα του θεού που γράφεται στην εβραϊκή βίβλο είναι το «Αδωνάι» και μεταφράζεται με το Κύριος. Αδωνις όμως ονομαζόταν ο Διόνυσος των Χαναναίων, η θρησκεία του οποίου είχε φτάσει μέχρι την Ελλάδα. «Αδώνι΄ άγομεν και τον Άδωνιν κλάομεν», γράφει ο Φερεκράτης για τον θνήσκοντα θεό, τον εραστή της Αφροδίτης.
 Οι Εβραίοι όπως και οι Αιγύπτιοι έκλαιγαν τον Κύριο, τον Αδωνι που είχε πεθάνει. Γι΄αυτό και μερικοί αντίπαλοι των Ιουδαίων είπαν ότι οι γιορτές τους είναι λυπητερές. Όπως βέβαια το θλιμμένο Πάσχα των σημερινών Ορθοδόξων. Αργότερα κάποιοι Χριστιανοί, όπως ο Αθηναγόρας θα κατηγορήσουν τους Αιγυπτίους που κλαίνε τον θεό σαν να έχει πεθάνει. Ο Αθηναγόρας κατηγορεί και τους Έλληνες ότι έκαναν θέατρο τα πάθη του Κυρίου. Και όντως ακριβώς αυτό έκαναν οι Έλληνες Χριστιανοί, όπως ακριβώς έκαναν επί αιώνες θέατρο για τον Διόνυσο.
 Προσωπικά δεν βλέπω άλλο τρόπο εξηγήσεως του θεϊκού ονόματος JHVH παρά μόνο μέσω αυτού του θρήνου. Ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα ακούμε το ξεφωνητό ΑΧΟΥ-ΒΑΧΟΥ, τον θρήνο για τον πεθαμένο θεό. Η κραυγή της απελπισίας περιέχει και εξηγεί πλήρως το θείο τετραγράμματο, (J-Γιά, H-Χου, V-Βα, H-Χου). Ο Γιάχου Βάχου ή Γιεχωβάχου, είναι ο κλεόμενος και ο αγόμενος νεκρός θεός των Εβραίων, ο Διόνυσος της Παλαιάς Διαθήκης.
 Ο Adolfe Lods αναφέρει στο βιβλίο του για τον Μωυσή, σχετικά με το όνομα του Γιαχβέ ότι: «Ο Θεοδώρητος που μετέφρασε πολύ αργότερα την παλαιά διαθήκη γράφει το όνομα του θεού στα ελληνικά ως «ιαβέ». Ο γνωστικός Χριστιανός Κλήμης της Αλεξανδρείας: Ιαουε και Ιάουαι και οι ιουδο-αιγυπτιακοί πάπυροι Ιαωούηει”. Αυτό πάλι το Ιάουε και Ιάουαι θυμίζει περισσότερο κλάμα. Ο Adolfe Lods συνεχίζει: “Αλλά πάλι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την αρχική προφορά του ονόματος. Γραμματικά το όνομα ταυτίζεται με το τρίτο ενικό πρόσωπο της εβραιοχαναϊκής ρίζας του ρήματος «είμαι» και σημαίνει «αυτός είναι». «…δεν μπορούμε να παραλείψουμε το το γεγονός πως στην ρίζα «για», που η καταγωγή της χάνεται σε κάποια προσημιτική άγνωστη γλώσσα, δε βρίσκουμε μονάχα την αρχή για τ΄όνομα του θεού των Εβραίων, αλλά και το δημιουργικό του ονόματος ενός θεού, που η διάδοση της λατρείας του συντάραξε το θρησκευτικό κατεστημένο της προκλασσικής Ελλάδας. Από την ρίζα «για» προέρχονται και τα΄ ονόματα του Διονύσου, Γιάκχος, Ίακχος, Βάκχος».
 Ο ίδιος συγγραφέας, στο βιβλίο του για την προχριστιανική εποχή σημειώνει ότι οι Ιουδαίοι της Αιγύπτου, που ζούσαν στην νήσο Ελεφαντίνη πριν ακόμη την Βαβυλωνιακή εξορία, λάτρευαν ένα ανώτερο θεό Γιαχού και την γυναικεία θεότητα Ανάτ και ένα σωρό ακόμη άλλες θεότητες.
 Οι εβδομήκοντα πατέρες δεν συμφωνούν με την μετάφραση του τετραγράμματου ως “Υπάρχων”. Οι Φαρισαίοι τοποθέτησαν μεταξύ των συμφώνων του τετραγράμματος JHVH, τα φωνήεντα του ονόματος Αντονάι. Έτσι έφτιαξαν ένα όνομα με τέσσερα σύμφωνα και τρία φωνήεντα, την λέξη JΑΧΩΒΑ. Αυτό είναι το όνομα του θεού της βίβλου σύμφωνα με την αραμαϊκή παράδοση. Δεν προφέρουν όμως το τέταρτο γράμμα. Θα έπρεπε να λένε ΓιαΧωΒαΧου ή Γιαχωβάχω.
 Η Περσική αυτοκρατορία προώθησε άλλωστε μαζί με την χρήση των αραμαϊκών στην Ασία και την αραμαϊκή άποψη για την βίβλο και για τον θεό των Εβραίων που τον έλεγαν Γιαχωβά. Η ελληνική μετάφραση των εβδομήκοντα δεν αναφέρει ποτέ το όνομα Γιαχωβά, αλλά όταν αρκετούς αιώνες αργότερα οι Φαρισαίοι θα επικρατήσουν το όνομα του Γιαχωβά θα επιστρέψει στις νέες ελληνικές μεταφράσεις.
 Όπως αναφέρει ο αείμνηστος καθηγητής Παναγής Λεκατσάς στο βιβλίο του για τον Διόνυσο, «ο Πλούταρχος πασχίζει να δείξει πως η λατρεία των Ιουδαίων είναι διονυσιακού τύπου. Ο αρχιερέας τους φοράει στις γιορτές μίτρα και νεβρίδα χρυσοπλούμιστη, ποδήρη χιτώνα και κοθόρνους κι έχει κρεμασμένα από τη στολή κουδούνια που σημαίνουν καθώς περπατεί, ως και παρ’ ημίν, μεταχειρίζουνται κρότους σε νυκτερινές τους τελετές, (παρά τα νυκτέλια). Απέναντι του ναού δείχνουνται τα σχέδια του θύρσου και ντεφιών και όλα αυτά σε κανένα άλλο θεό δεν αρμόζουν παρά στον Διόνυσον. Τις ομοιότητες, αυλούς, τύμπανα, κισσούς, και το χρυσό κλήμα του ναού, τις βλέπει και ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος, μα με κριτικότερο μάτι: Οι γιορτές του Διονύσου είναι χαρωπές και γελαστές, μα των Εβραίων ρυπαρές και παράλογες, λέει. Ο Λυδός πληροφορεί πως ο θεός των Εβραίων είναι για τους Ελληνες ο ορφικός Διόνυσος, γιατί τα χρυσοκλήματα που κρατούσαν τα παραπετάσματα του ιεροσολυμίτικου ναού τους δίνανε ν΄απεικάζουν πως το περίλητο ιερό ήταν του Διονύσου. ..Ο ίδιος τέλος ο Ιαβέ είτανε θνήσκων και ανασταινόμενος θεός, με τη βασιλική λατρεία συνδεμένος.»
 «Τα ιουδαϊκά από την άλλη νομίσματα», γράφει ο Παναγής Λεκατσάς, «παρουσιάζουν για σήματα γνώριμα διονυσιακά εμβλήματα, το κληματόφυλλο, το σταφύλι, τον αμφορέα, την κούπα. Σ΄ιουδαϊκές έτσι αποικίες της Μικράς Ασίας που τις εγκατασταίνουν οι Σελευκίδες, η λατρεία του Ιεχωβά-Σαβαζίου χωνεύεται με τις ντόπιες λατρείες του Σαβαζίου. Ανάλογο έχουμε ενός Σαβαζίου Διός στην Ρώμη. Η λατρεία τούτη κατηγορείται από τις εξουσίες πως υπονομεύει την ηθικότητα και ξεριζώνεται το 139 π.Χ. Από την κατηγορία απεικάζετε πως θα΄ταν εκστασιακή λατρεία ελληνιζόντων Ιουδαίων, που στο θρακοφρυγικό Σαβάζιο ξαναβρίσκουν τον Ιεχωβά τους.»
 Ο Θεός των ελληνιστών Ιουδαίων παρουσιάζεται ως άνθρωπος στην βίβλο και όχι ως αόρατο πνεύμα. Ο θεός του Μωυσή έχει ανθρώπινη μορφή και ο νομοθέτης των Ιουδαίων συζητάει μαζί του στην σκηνή που ονομαζόταν η σκηνή της συνάντησης. “Εκεί μιλούσε με τον Γιαχβέ όπως ένας άνθρωπος με τους φίλους του”.(Εξ.33,7-11)
 Ο Ευσέβιος της Καισαρείας υποστηρίζει στην εκκλησιαστική του ιστορία την ανθρώπινη μορφή του Θεού, γράφοντας: (β,11) “Και του Μωυσέως ο διάδοχος Ιησούς, ιδών αυτόν όχι με άλλον τρόπο, παρά με μορφή και σχήμα ανθρώπου”. Γι΄αυτό και κατ΄εικόνα και ομοίωση κατασκευάζει τον άνθρωπο ο Θεός, γι΄αυτό και παλεύει ως άνθρωπος με τον Ιακώβ μια ολόκληρη νύχτα, καταφέρνοντας μάλιστα να τον τραυματίσει στο μηρό. Βέβαια το σημάδεμα από τον θεό στο μηρό είναι αρκετά συμβολικό αφού ο Πυθαγόρας λέγεται ότι είχε χρυσό μηρό αλλά και ο ίδιος ο Διόνυσος γεννήθηκε από τον μηρό του Δία.
 Με ανθρώπινο πρόσωπο λατρεύτηκε ο Κύριος Αντονάι στην Χαναάν και ο Ων της βίβλου στην Αίγυπτο και ο αποκαλούμενος από την αρχαία ελληνική μετάφραση Σαβαώθ. Με ανθρώπινο πρόσωπο λατρεύτηκε ο Κύριος της βίβλου και όχι όπως ερμηνεύεται τελικά ως άγνωστος και αόρατος και με όνομα ανείπωτο, από τους Φαρισαίους.
 Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος κ. Μεθόδιος Φούγιας αναφέρει στο βιβλίο του για την “Ελληνιστική Ιουδαϊκή Παράδοση”, ότι υπήρχαν δύο παραδόσεις στους Ιουδαίους, η “αποκαλυπτική” και η Φαρισαϊκή. Η αποκαλυπτική παράδοση διδάσκει βέβαια ότι ο Υιός του Θεού εμφανίζεται αυτοπροσώπως στην γη και οι πιστοί τρώνε την σάρκα του και πίνουν το αίμα του.
 Ο θεός της παλαιάς διαθήκης και ο δημιουργός του κόσμου, ο Σαβαώθ των ελληνιστών Ιουδαίων δεν είναι ο αόρατος Πατέρας αλλά ο εν σαρκί ΥΙΟΣ του Υψίστου. Ο θεός ο Ύψιστος, το ένα που υπάρχει και δεν υπάρχει, είναι αόρατος και άγνωστος θεός, αφού τον πατέρα ουδείς εώρακεν και την φωνή του δεν την άκουσε ποτέ κανένας.
 Ο Δημιουργός του κόσμου, σύμφωνα με τους ελληνιστές Ιουδαίους είναι ο λόγος του θεού, ο υπάρχων εν αρχή, πριν από την δημιουργία του κόσμου μέσα στον κόλπο του θεού. Ο Παντοκράτορας Σαβαώθ των ελληνιστών Ιουδαίων, δεν εικονίζεται μόνο ως γενειοφόρος ΩΝ αλλά και ως αγένειος ΥΙΟΣ του θεού, υπάρχων εν σαρκί, ομοούσιος του πατρός και κατ΄εικόνα θεού και ανθρώπου.
 Τα μυστήρια του ενσαρκωμένου θεού, του Διονύσου των Ελλήνων, του θνήσκοντος και πάλιν ζώντος θεού, αποδέχτηκαν οι ελληνιστές Ιουδαίοι όχι ως μια νέα θρησκεία αλλά πράττοντας σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις των Χαναναίων, των Βαβυλωνίων των Αιγυπτίων αλλά και σύμφωνα με την παράδοση των αρχαίων Ιουδαίων βασιλιάδων του Δαυίδ και του Σολομώντα.
 Τα σύμβολα του Δαυίδ είναι τα διονυσιακά σύμβολα του οίνου και της αμπέλου και ο ναός με τα χρυσά κλήματα είναι εκείνος της Ιερουσαλήμ. Ο Σολομώντας ο οποίος έχτισε το ναό, εισήγαγε και την λατρεία της Ατάργατις, της μητέρας θεάς των Φιλισταίων της Ασκαλώνας. Οι Ιουδαίοι του Σολομώντα υιοθέτησαν πολλά από τα έθιμα των Φιλισταίων, δηλαδή των Κρητικών.
 Οι Εβραίοι όπως γράφει η βίβλος όταν ήθελαν να ακονίσουν τα μαχαίρια τους, έπρεπε να πάνε στους Φιλισταίους. Η βασιλεία του Δαυίδ και του Σολομώντα στηρίχθηκε πλήρως σε Φοινικική και Φιλισταϊκή τεχνολογία. Ο πλούτος του Ιουδαϊκού βασιλείου προήλθε από το εμπόριο, την ναυτιλία, την γεωργία και τις τέχνες και όχι αποκλειστικά από το άρμεγμα και το κούρεμα των προβάτων.
 Οι ελληνιστές Ιουδαίοι θεωρούσαν λοιπόν ότι οι αρχαίοι Ιουδαίοι βασιλιάδες δεν ήταν οπαδοί του Γιαχβέ, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται ο θεός αυτός από τους Φαρισαίους και τους Πέρσες. Είναι σημαντικό ότι οι ελληνιστές Ιουδαίοι αποδεχόταν και διάβαζαν μόνο την ελληνική αγία γραφή, την οποία σήμερα μόνο η Ελληνική Ορθόδοξη εκκλησία χρησιμοποιεί.

ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Φ, ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ - ΕΛΛΗΝ ΑΣΕΒΗΣ
http://anapodaris.blogspot.com/2020/01/blog-post_49.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html