«Κι έπειτα η Δήμητρα πήγε να βρει τους βασιλιάδες, που στον τόπο εκείνο προστάτευαν τους θεσμούς, για να δείξει πώς θα εκτελούν τις λειτουργίες
και δίδαξε σε όλους τα Μυστήρια τα σεμνά, που δεν μπορεί κανείς να ερευνά, ούτε να παραβαίνει ούτε να κοινολογεί, γιατί ο μεγάλος προς τους Θεούς σεβασμός κρατάει το στόμα κλειστό.» - Oμηρικός Ύμνος Δήμητρος
Τα Μικρά Μυστήρια ελάμβαναν χώρα κατά κανόνα μια φορά τον
χρόνο, στην αρχή της Άνοιξης, κατά τον μήνα Ανθεστηριώνα. Όταν
όμως συγκεντρώνονταν μεγάλα πλήθη, τελούσαν τα Μυστήρια πάνω από μια φορά, συνήθως δύο φορές τον χρόνο. Στην Αθήνα , ο χώρος τέλεσης των Μικρών Μυστηρίων ήταν στην Άγρα, στην ανατολική πλευρά του Ιλισού. Γι’ αυτό ο Πολύαινος καλεί τις όχθες του μυστηριακές. Σύμφωνα με την Αθηναϊκή Παράδοση, τα Μικρά Μυστήρια καθιερώθηκαν προς χάριν του Ηρακλέους, όταν θέλησε να μυηθεί στα Μυστήρια εκτελώντας κατά τον τελευταίο του Άθλο την Κάθοδο στον Άδη. Επειδή δεν ήθελαν ν’ αρνηθούν στον ευεργέτη τους, όπως αναφέρει ο
Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συνέβαινε κατά τα Μικρά Μυστήρια, προφανώς όμως σκοπό είχαν να προετοιμάσουν τους συμμετέχοντες για την κυρίως μύηση, να συμβάλλουν στον καθαρμό και να δημιουργήσουν τη διάθεση που ήταν απαραίτητη για τα μηνύματα των Μεγάλων Μυστηρίων. Οι υποψήφιοι συμμετείχαν σε τελετές καθαρμού κι εξαγνισμού από τη μίανση, υπό τις οδηγίες του μυσταγωγού, ενός μέλους της οικογένειας των Ευμολπιδών ή των Κηρύκων, πάντοτε όμως κάτω από το άγρυπνο μάτι του Ιεροφάντη. Νηστεία, θυσίες (θυσία χοιριδίου στον λιμένα του Κανθάρου), ράντισμα με νερό ή ακόμα και λουτρό στα νερά του Ιλισού, καθώς και ύμνοι, αποτελούσαν μέρος των τελετών.
Προφανώς γινόταν μεταφορά του Ιερού σκεύους, του Κέρνου, τουλάχιστον από τις γυναίκες, γνωστή ως Κερνοφορία, καθώς και ο χορός αποτελούσε τμήμα των Μικρών καθώς και των Μεγάλων Μυστηρίων, όπως διαπιστώνουμε από τον πίνακα που ανέθεσε η Νίννιον στις Θεές.
Στην στήλη της Ελευσίνας, έχουμε απεικόνιση καθαρμού με νερό, ράντισμα ή χοή του νερού πάνω από το κεφάλι του μύστη. Ανάλογες πράξεις καθαρμού απεικονίζονται και σε άλλα ευρήματα.
Η στάμνος από την Ελευσίνα μας λέει πολλά για την εμφάνιση του δαδούχου και δείχνει ότι γινόντουσαν ιεροτελεστίες στις οποίες οι μύστες συμμετείχαν κατά ομάδες, αλλά δεν μας δίνει συγκεκριμένες πληροφορίες για τα Μυστήρια.
Ο Ευριπίδης στον Ιππόλυτο μας λέει: «Τηρείτε καθαρόν το σώμα από τροφή».
Από τον πίνακα της Νιννίου πληροφορούμαστε ότι η Κερνοφορία αποτελούσε μέρος του εορτασμού, τόσο των Μεγάλων όσο και των Μικρών Μυστηρίων. Στην Κερνοφορία, έχουμε τη θυσία των πρώτων καρπών της Γης τους οποίους οι μύστες μπορούσαν να γευτούν στο τέλος. Εν κατακλείδι, οι ιεροτελεστίες των Μικρών Μυστηρίων αποτελούσαν μια προκαταρκτική προετοιμασία που αποσκοπούσε στον πλήρη καθαρμό του υποψηφίου.
Μεγάλα Μυστήρια
Η τέλεση των Μεγάλων Μυστηρίων γινόταν μια φορά το χρόνο και κάθε τέταρτο χρόνο ο εορτασμός ήταν γνωστός ως Πεντετηρίς και είχε ιδιαίτερη λαμπρότητα. Ο μήνας που γίνονται τα μυστήρια ήταν ο Βοηδρομιών και θεωρούταν ιερός μήνας. Τα μυστήρια λάμβαναν μέρος πάντα στην χάση του φεγγαριού, μετά την πανσέληνο. Προσέρχονταν μύστες από όλο τον Ελληνικό κόσμο (ενώ αρχικά λάμβαναν μέρος μόνο οι Ελευσίνιοι και αργότερα και οι Αθηναίοι) και τον Ρωμαϊκό, και μεταξύ τους υπήρχαν άντρες, γυναίκες, παιδιά, ακόμη και δούλοι. Πριν φτάσει ο χρόνος του εορτασμού, έστελναν στις πόλεις της Ελλάδος ειδικούς αγγελιοφόρους, τους Σπονδοφόρους, επιλεγμένους από τα μέλη των Ευμολπιδών και των Κηρύκων, για να κηρύξουν Ιερή Ανακωχή και να ζητήσουν να σταλούν στη Θεά οι απαρχές καθώς και επίσημες αντιπροσωπείες (θεωρίες). Η ανακωχή διαρκούσε 55 μέρες, από την 15η μέρα του Μεταγειτνιώνος, μέχρι την 10η μέρα του Πυανεψιώνος. Μια χρονιά οι Φωκαείς αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με τις επιταγές των αγγελιοφόρων με αποτέλεσμα να αποκλειστούν δια παντός από τα Μυστήρια.
Οι δαπάνες των Σπονδοφόρων καταβάλλονταν από το θησαυροφυλάκιο του Ιερού. Σε απάντηση οι Πόλεις έστελναν ειδικές αντιπροσωπείες (θεωρίες), και τους πρώτους καρπούς σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τα οφέλη που δέχονταν από τη Θεά, την πηγή της ζωής Δήμητρα. Τα οφέλη δηλαδή της ημέρου τροφής η οποία αποτελεί τον λόγο που οι άνθρωποι δεν ζουν σαν άγρια θηρία. Το επίσημο πρόγραμμα ξεκινούσε την 15η μέρα του Βοηδρομιώνος. Την προηγούμενη μέρα, έβγαζαν τα Ιερά της Δήμητρας από την θέση τους στο ανάκτορο και τα μετέφεραν επίσημα στην Αθήνα. Στην κορυφή της πομπής ήταν το Ιερατείο της Ελευσίνας και τα Ιερά τα κρατούσαν οι Ιέρειες. Τα Ιερά αντικείμενα ήταν μέσα σε κύστες οι οποίες έκλειναν καλά με κόκκινες ταινίες.
1η Ημέρα – 15η Βοηδρομιώνος, Αγυρμός
Την πρώτη ημέρα ο άρχων Βασιλεύς, ο άρχοντας των Αθηνών, που είχε τη γενική διεύθυνση του εορτασμού, καλούσε τον λαό σε μια εορταστική συνέλευση στην Ποικίλη Στοά (αγορά των Αθηνών). Λόγω αυτής της συγκέντρωσης, η συγκεκριμένη μέρα ήταν επίσημα γνωστή ως Αγυρμός. Μέσα στη Στοά, παρουσία του Ιεροφάντη και του Δαδούχου, ο Ιεροκήρυξ επαναλάμβανε την Πρόρρηση την οποία είχαν συνθέσει οι δύο λειτουργοί. Κατόπιν καλούσε επίσημα τον λαό να συμμετάσχει στα Μυστήρια και να μυηθεί. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τι λεγόταν κατά την Πρόρρηση, αλλά από διάφορες πηγές (Λιβάνιος, Σουητώνιος, Θεόδωρος Σμυρναίος και Βάτραχοι) μπορούμε να συνάγουμε το νόημά της. «Όποιος έχει καθαρά χέρια και κατανοητό λόγο, όποιος είναι καθαρός από κάθε μίασμα και δεν κρύβει κακό στην ψυχή και έχει ζήσει με ευπρέπεια και δικαιοσύνη, μπορεί να μυηθεί». Όποιος βαρυνόταν με ανθρωποκτονία, αποκλειόταν παντελώς από την συμμετοχή. Ακόμη και οι στρατιώτες που επέστρεφαν από τον πόλεμο έπρεπε να καθαρθούν. Μετά τους Περσικούς, αποκλείονταν επίσης και όλοι οι βάρβαροι, λόγω των Ιεροσυλιών που είχαν διαπράξει οι Πέρσες. Αποκλείονταν επίσης όσοι δεν καταλάβαιναν ελληνικά διότι δεν ήταν δυνατόν να κατανοήσουν τους Ιερούς Λόγους. Όσοι γίνονταν δεκτοί, εισέρχονταν στον περίβολο του Ελευσινίου, όπου φυλάσσονταν τα Ιερά, αφού πρώτα έπλεναν τα χέρια τους με το νερό του εξαγνισμού που υπήρχε σε λεκάνες δίπλα στην είσοδο.
2η Ημέρα – 16η Βοηδρομιώνος, Έλασις – άλαδε Μύσται
Αυτή η μέρα είναι γνωστή ως άλαδε μύσται, από τις κραυγές που συνόδευαν μια από τις βασικές δράσεις εκείνης της ημέρας. Νωρίς το πρωί, οι κήρυκες παρότρυναν τους μύστες να καθαρθούν στη θάλασσα, η οποία έχει τεράστια καθαρτήρια δύναμη (κλύζει πάντα των ανθρώπων κακά – Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Ταύροις) και η παρότρυνση άλαδε μύσται αντηχούσε σε όλη την πόλη.
Η διαδρομή που ήταν γνωστή και ως Έλασις, γινόταν υπό την επίβλεψη των Επιμελητών. Κάθε μύστης είχε μαζί του ένα γουρουνάκι το οποίο έπρεπε να το πλύνει στη θάλασσα και συνοδευόταν από τον Μυσταγωγό του. Η θάλασσα λοιπόν εθεωρείτο άσπιλη, καθάριζε και εξάγνιζε τον άνθρωπο από κάθε κακό. Αφού φρόντιζαν να καθαρθούν οι ίδιοι και τα γουρουνάκια τους στα νερά του Σαρωνικού, επέστρεφαν στην Αθήνα. Το αίμα του χοίρου θεωρείται ισχυρός παράγοντας καθαρμού, που έχει τη δύναμη να απορροφά τα ρυπαρά πνεύματα. Η θυσία του ήταν χαρακτηριστική πράξη του εορτασμού κι έτσι στους Βατράχους του Αριστοφάνη, βρίσκουμε την πασίγνωση αναφορά «Ω πότνια πολυτίμητε Κόρη, ως ηδύ μοι προσέπνευσε χορείων κρεών».
3η Ημέρα – 17η , Ημέρα Θυσιών
Κατά την τρίτη ημέρα γινόταν η μεγάλη θυσία και οι ευχές για την Πόλη και για τις άλλες Πόλεις που έστελναν Θεωρίες. Η μέρα παίρνει το όνομά της και πάλι από την εντολή που έδιναν οι αξιωματούχοι να φέρουν τα προς θυσία ζώα: Ιερεία δεύρο. Αυτή την ημέρα, ο άρχων Βασιλεύς, βοηθούμενος από τον πάρεδρό του και τους 4 επιμελητές και παρουσία των θεωριών των άλλων Πόλεων και του λαού των Αθηνών, προσέφερε τη Μεγάλη Θυσία στις Θεές της Ελευσίνας, μέσα στον εν Άστυ Ελευσίνιο, και προσευχόταν για τη βουλή και το δήμο των Αθηνών, για τις γυναίκες και τα παιδιά της Κοινοπολιτείας σύμφωνα με το προγονικό έθιμο, τα πάτρια. Μετά τη θυσία υπέρ των Αθηνών, οι διάφορες θεωρίες έκαναν με τη σειρά τους θυσία και προσευχή υπέρ των δικών τους Πόλεων και του Λαού.
4η Ημέρα – 18η Βοηδρομιώνος, Επιδαύρια
Η ημέρα αυτή ονομαζόταν Επιδαύρια ή Ασκληπιεία, προς τιμήν του Ασκληπιού και σε ανάμνηση του καθυστερημένου καθαρμού του. Διότι σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεός καθυστέρησε να έρθει από την Επίδαυρο και είχε ήδη γίνει η Πρόρρηση, ο καθαρμός στη θάλασσα και είχαν ολοκληρωθεί οι θυσίες των Πόλεων. Έγινε μια ειδική επανάληψη των τελετουργιών, ώστε να μπορέσει ο Θεός να μυηθεί στα Μυστήρια. «Και πρώτα οι Αθηναίοι, που λένε πως μύησαν τον Ασκληπιό στα Μυστήριά τους, ονομάζουν την ημέρα αυτή της γιορτής Επιδαύρια» (Παυσανίας). Έκτοτε, χρησιμοποιούσαν αυτή την ημέρα για την προετοιμασία όσων έφταναν καθυστερημένοι. Για τους υπόλοιπους μύστες, ήταν ημέρα ανάπαυσης. Οι Ιεροτελεστίες για όσους έφθαναν με καθυστέρηση, γίνονταν υπό την επίβλεψη του επωνύμου άρχοντος κι όχι του άρχοντος Βασιλέως. Ο άρχων Βασιλεύς φρόντιζε τα πάτρια, τις θρησκευτικές τελετές προγονικής προέλευσης. Ο Επώνυμος, είχε την ευθύνη των νέων στοιχείων και τελετουργιών που προσθέτονταν με το πέρασμα του χρόνου. Ο Ασκληπιός στεγάστηκε λοιπόν στο Εν Άστυ Ελευσίνιο, μέχρι να ολοκληρωθεί ο ναός του, πράγμα που δείχνει τη θέση του με τις Θεές της Ελευσίνας.
5η Ημέρα – 19η Βοηδρομιώνος, Πομπή
Αυτή η μέρα, γνωστή ως Ίακχος ή Πομπή, την οποία αναβάθμισε και την έντυσε με ιδιαίτερη λαμπρότητα ο Λύκος, σηματοδοτούσε την αποκορύφωση των Ιεροτελεστιών και των εκδηλώσεων στην Αθήνα. Η επίσκεψη της θεάς στην Αθήνα, είχε φθάσει στο τέλος της και η Δήμητρα ήταν έτοιμη να επιστρέψει στον οίκο της. Οι έφηβοι των Αθηνών, οπλισμένοι, προετοιμάζονταν από τον Κοσμητή, νωρίς το πρωί, να συνοδέψουν την Πομπή. Ήταν στεφανωμένοι με το Ιερό μύρτινο στεφάνι των Μυστηρίων. Οι μύστες και οι ανάδοχοί τους συγκεντρώνονταν στο Πομπείο των Αθηνών, κοντά στο Δίπυλο. Ήταν ντυμένοι εορταστικά, φορούσαν μύρτινα στεφάνια και κρατούσαν μυστηριακούς Βάκχους από κλαριά μυρτιάς, δεμένα με μαλλί (Ιππείς). Πολλοί είχαν μια χονδρή ροζιασμένη βακτηρία, από την άκρη της οποίας κρεμούσαν τον Κόρυκο ή Φάσκαλο, το σάκο που περιείχε τα εφόδια και τα καινούρια ρούχα που θα έβαζαν στη διάρκεια της μύησής τους.
Ο δρόμος προς την Ελευσίνα είναι περίπου 23 χλμ. Νωρίς το πρωί, οι Ιερείς και οι Ιέρειες της Ελευσίνας έπαιρναν τα Ιερά από το Εν Άστυ Ελευσίνιο, και ακολουθώντας την οδό των Παναθηναίων, που περνούσε δίπλα από το Ιερό, διέσχιζαν την Αγορά, και έφθαναν στην Πύλη των Αθηνών, που ήταν γνωστή ως Δίπυλον, και στο Ιακχείον. Τοποθετούσαν σε μια άμαξα το ξόανο του Ίακχου, το οποίο κρατούσε μια δάδα, κι έφερε στεφάνι από μυρτιά και με τη συνοδεία τού Ιακχαγωγού Ιερέα, το έβαζαν στην κεφαλή της Πομπής.
Εν τω μεταξύ, το πλήθος των μυστών με τους αναδόχους τους, και πολλοί Αθηναίοι οι οποίοι θα συνόδευαν τα Ιερά για μια μικρή απόσταση εκτός των Πυλών, συγκεντρώνονταν κι ετοιμάζονταν να ξεκινήσουν από το Πομπιείο που βρισκόταν μεταξύ Διπύλου και Ηριδανού ή Ιεράς Πύλης. Κατόπιν ακολουθούσαν οι Ιερείς και οι Παναγείς Ιέρειες της Δήμητρας με τα Ιερά στις κύστες. Κατόπιν οι Αξιωματούχοι της Πόλης, οι θεωρίες, έπειτα οι Μύστες πεζή, άνδρες γυναίκες και παιδιά με τους ανάδοχούς τους. Στη συνέχεια όσοι επέβαιναν σε άμαξες και τέλος τα υποζύγια με τα οποία έκλεινε η Πομπή. Η Πομπή θα προχωρούσε στο δρόμο που ήταν γνωστός ως οδός προς Ελευσίνα κι έφερε οριοδείκτες.
Στη συνέχεια ο δρόμος γινόταν η Ιερά Οδός. Η Πομπή προχωρούσε αργά αλλά με ενθουσιασμό και ζωντάνια και οι γύρω δρόμοι και λόφοι αντιλαλούσαν τις εορταστικές κραυγές όσων συμμετείχαν
(έγειρε φλογέας λαμπάδα/ εν χερσί γαρ ήκει τινάσσων/Ίακχ’ω Ίακχε/ νυκτέρου τελετής φωσφόρος αστήρ. Φλογί φέγγεται δε λειμών/γόνυ παλλεται γερόντων/αποσείοντος δε λύπας/ χρονίους τα’ ετών παλαιών ενιαυτούς/ιεράς υπό τιμάς... Βάτραχοι).
Ο ρόλος του Ιάκχου απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα μετά την εισβολή του Ξέρξη, αφού ο Θεός βοήθησε τους Έλληνες στη μάχη της Σαλαμίνας. Η Πομπή, ακολουθούσε τους πρόποδες της Πάρνηθας, μεταξύ Αιγάλεω και Ποικίλου όρους, προσπερνώντας το ένα μετά το άλλο τα πολυάριθμα Ιερά που πλαισίωναν την Ιερά Οδό (Πολέμων) κι έφτανε στο ύψος του περάσματος που έστεκε το Ιερό του Απόλλωνος, του Θεού της δάφνης, το οποίο είχαν ιδρύσει ο Χαλκίνος και ο Δαίτος (Παυσανίας).
Από εκεί, η Ιερά Οδός, κατηφόριζε απότομα προς τη θάλασσα. Ο σύγχρονος δρόμος ακολουθεί σε γενικές γραμμές την Αρχαία Ιερά Οδό, μέχρι το Ιερό της Αφροδίτης, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα στο ύψος του οποίου, η Ιερά Οδός απομακρυνόταν από την πορεία που ακολουθεί τώρα ο αυτοκινητόδρομος και περνούσε πάνω από τους λόφους για να βγει πίσω από τη λίμνη των Ρειτών και να καταλήξει στη θάλασσα, μέσω της περίφημης γέφυρας. Η λίμνη έχει υφάλμυρο νερό, ήταν αφιερωμένοι στις Θεές, η Βόρεια στη Δήμητρα κι η προς το άστυ, στην Περσεφόνη. Τα δε ψάρια τους, αλιεύονταν μόνο για τους Ιερείς.
Από εκείνο το σημείο, η Ιερά Οδός και ο σύγχρονος δρόμος συγκλίνουν και πάλι μέχρι το τέλος της διαδρομής. Μόλις περνούσαν τη γέφυρα, ελάμβανε χώρα η περίφημη Κρόκωση, από τον μυθικό Κρόκωνα, τον πρώτο κάτοικο της περιοχής, οι απόγονοι του οποίου είχαν το προνόμιο να δένουν μια μάλλινη Κρόκη, μια πορφυρή κορδέλα γύρω από το δεξί χέρι και το αριστερό πόδι κάθε μύστη. Πριν φτάσει στον προορισμό της η Πομπή διέσχιζε τον Ελευσινιακό Κηφισό. Πάνω στην γέφυρα, περίμεναν άντρες με καλυμμένα τα κεφάλια οι οποίοι εκτόξευαν προσβολές εναντίον σημαινόντων πολιτών.
Εκείνοι με τη σειρά τους περνούσαν σιωπηλοί και δεν αντάλλασαν ούτε λέξη. Ο σκοπός αυτών των γεφυρισμών ήταν αποτροπαϊκός. Οι γεφυρισμοί αυτοί προκαλούσαν έντονη ευθυμία κι έτσι με χαρούμενη διάθεση και αναμμένες δάδες, η Πομπή έφθανε τελικά στο τέρμα της Ιεράς Οδού και στο εξωτερικό προαύλιο του Ιερού (βράδυ).
Τότε γινόταν η υποδοχή του Ιάκχου στο προαύλιο με χαρούμενη και φιλοπαίγμωνα διάθεση κι έφθανε στο τέλος η αποστολή και συνεισφορά του. Σε εκείνο το προαύλιο και μετά την εποχή του Πεισιστράτου, ήταν το Καλλίχωρο Φρέαρ γύρω από το οποίο κατά παράδοση γίνονταν τέτοιοι χοροί. Στον πίνακα την Νιννίου, απεικονίζεται η Κερνοφορία, η τελευταία πράξη εκείνης της νύχτας. Τελικά το πλήθος διαλυόταν και έβρισκε κατάλυμα κι ανάπαυση σε έναν από τους ξενώνες κοντά στο Ιερό, ή έβρισκε φιλοξενία στα σπίτια και τις επαύλεις φίλων.
Με τον τρόπο αυτό τελείωνε μια από τις λαμπρότερες θρησκευτικές πομπές του αρχαίου κόσμου, η οποία γέμιζε τους Μύστες με ενθουσιασμό και προσδοκία. Η Πομπή ματαιώθηκε μόνο μια φορά, όταν έφθασε η είδηση ότι ο Αλέξανδρος κατέστρεψε τη Θήβα.
6η Ημέρα – νύχτα 20ης προς 21η – Τελετή
Η μέρα περνούσε με ανάπαυση, νηστεία, καθαρμό και θυσίες. Η νηστεία ήταν εξαιρετικά σημαντική για τον καθαρμό και τη λύτρωση του σώματος, αλλά τηρούνταν και ως παράδοση της ανάμνησης της νηστείας της Δήμητρας μετά την απαγωγή της Κόρης. Ο Πορφύριος μας πληροφορεί ότι δεν επέτρεπαν στους Μύστες να φάνε ορισμένα ψάρια (μπαρμπούνια, μελανούρια, σκυλόψαρα, οικόσιτα πτηνά – ιδίως τον πετεινό που είναι ιερό ζώο της Περσεφόνης – κουκιά, ρόδια, κρέας ζώων και αυγά). Δεν επιτρεπόταν να αγγίξουν νεκρό ή γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει. Απείχαν βεβαίως και από το κρασί ακολουθώντας το παράδειγμα της Δήμητρας που αρνήθηκε το κρασί που της πρόσφερε η Μετάνειρα. Όλοι οι μύστες τηρούσαν τη νηστεία με την καθοδήγηση και την επίβλεψη των μυσταγωγών.
Ύστερα έπιναν των κυκεώνα, σε ένδειξη θρησκευτικής ανάμνησης της πράξης της Θεάς.
Η μεγάλη θυσία προς τιμήν της Δήμητρας, της Περσεφόνης και των άλλων Ελευσινίων Θεών γινόταν υπό την επίβλεψη του άρχοντος Βασιλέως, του παρέδρου του και των επιμελητών, οι οποίοι ανέπεμπαν προσευχές υπέρ της Πόλης και του λαού των Αθηνών.
Προσφέρονταν στους Θεούς ο Πέλανος, ζυμωτό ψωμί από κριθάρι και σιτάρι, θερισμένα από το ιερό Ράριο πεδίο. Οι Ευμολπίδες καθόριζαν πόσο μέρος του Πελάνου θα πρόσφεραν σε κάθε θεότητα. Έχοντας αναπαυθεί, καθαρθεί κι έρθει στην κατάλληλη κατάσταση με τις θυσίες, οι Μύστες ήταν έτοιμοι να δεχθούν την μεγάλη αποκάλυψη. Για να γίνουν δεκτοί, φορούσαν τα καινούρια ρούχα που είχαν φέρει για την περίσταση.
Οι Μυσταγωγοί τους έδιναν οδηγίες πώς να προχωρήσουν περαιτέρω, κι «έλεγαν ποιο ήταν πρόγραμμα σε όσους έμπαιναν στο τέμενος της Ελευσίνας και τους προειδοποιούσαν να μην εισέλθουν στο Άδυτο» (Πρόκλος). Τότε κατέγραφαν τα ονόματα των Μυστών σε ξύλινους πίνακες που φύλασαν οι Ιερείς κι αντικαθιστούσαν τα μύρτινα στεφάνια με διαδήματα από ταινίες, έμβλημα της αφιέρωσής τους στις Θεές. Στη συνέχεια άρχιζε πραγματικά ο εορτασμός κι οι Μύστες βίωναν εμπειρίες που τους προκαλούσαν δέος αλλά και τους πλημμύριζαν με μακαριότητα και χαρά.
Οι τελετουργίες περιελάμβαναν τρία στοιχεία: τα δρώμενα, τα δεικνύμενα και τα λεγόμενα. Ο Λακτάμιος λέει ότι στα Μυστήρια της Δήμητρας, ολονυκτίς με αναμμένες δάδες αναζητούν την Περσεφόνη (Πλουτώνιο) κι όταν την βρουν τη συνοδεύουν στο Τελεστήριο αγαλλιάζοντας και κραδαίνοντας τις αναμμένες δάδες τους. Ο Απολλόδωρος λέει ότι ο Ιεροφάντης χτυπά το σήμαντρο ενώ επικαλείται την Κόρη με το όνομά της. Ο Θεμίστιος στο Περί Ψυχής το οποίο διασώζει ο Στοβαίος λέει ότι η Ψυχή τη στιγμή του Θανάτου, βιώνει την ίδια εμπειρία όπως κι εκείνη που μυούνται στα Μεγάλα Μυστήρια, στην αρχή περιπλανιέται και ταλαιπωρείται πηγαίνοντας μπρος πίσω και διασχίζει με δυσπιστία το σκοτάδι, σαν αμύητος. Ύστερα έρχονται όλοι οι Φόβοι πριν την τελική μύηση, τα ρίγη, ο τρόμος, ο ιδρώτας, η κατάπληξη. Μετά, ξαφνιάζεται από ένα υπέροχο φως, γίνεται δεκτός σε αγνές περιοχές και Λειμώνες, με φωνές και χορούς και με το μεγαλείο ήχων και σχημάτων ιερών. Εκεί, αυτός που ολοκλήρωσε τη μύηση, περιφέρεται ελεύθερα κι έχοντας λυτρωθεί και φέροντας το στέμμα του, παίρνει μέρος στην κοινωνία με το Θείο και συναγελάζεται με αγνούς και άγιους ανθρώπους παρατηρώντας όσους αμύητοι ζουν εδώ πέρα, σε μια ακάθαρτη ορδή, κάτω από τα πόδια του μαζεμένοι στο βόρβορο και την καταχνιά, περιμένοντας τη δυστυχία τους από το φόβο του θανάτου και τη δυσπιστία τους ως προς τις ευλογίες που τους περιμένουν εκεί.
Στον Τίμαιο του Πρόκλου υπάρχει μια αξιοσημείωτη δήλωση: «στις ιεροτελεστίες της Ελευσίνας, ατένιζαν τον ουρανό και φώναζαν δυνατά Ύε, κατόπιν κοίταζαν κάτω στη γη και φώναζαν Κύε». Την ίδια φράση παρουσιάζει και ο Ιππόλυτος. Στο χείλος ενός πηγαδιού δίπλα στο Δίπυλο των Αθηνών, ήταν χαραγμένη μια επιγραφή που έλεγε: «Ω Παν, Ω Μην, χαίρεται νύμφαι καλαί, Ύε Κύε υπέρχυε». Έχουμε ένα ακόμα απόσπασμα από τον Πολέμωνα το οποίο διασώζεται από τον Αθήναιο που λέει «κατόπιν ο ιερέας προχωρεί στη μυστική τελετή, βγάζει τα αντικείμενα από τη θαλάμη και τα μοιράζει σε όσους μετέφεραν τον Κέρνο. Αυτός δε που τον μεταφέρει, γεύεται αυτά τα πράγματα».
Στα Λεγόμενα, έχουμε παντελή απουσία στοιχείων.
Τα αντικείμενα τα οποία ήταν τα Δεικνύμενα, τα αντικείμενα δηλαδή που έδειχναν στους Μύστες, παραμένουν εξίσου άγνωστα. Ο εορτασμός έφθανε στην κορύφωσή του όταν ο Ιεροφάντης όρθιος μπροστά στο ανάκτορο, εν μέσω ενός λαμπρού φωτός, έδειχνε τα Ιερά στους Μύστες. Τα Ιερά φυλάσσονταν στο ανάκτορο, στο Άδυτο των Αδύτων, στο κέντρο του τελεστηρίου, όλο το χρόνο και κανείς άλλος δε μπορούσε να τα δείξει.
Εποπτεία. Ορισμένα από τα Ιερά Αντικείμενα, αποκαλύπτονταν μόνο σε όσους εμυούντο στον ανώτατο βαθμό που ήταν γνωστός ως Εποπτεία. Σε αυτό το βαθμό γίνονταν δεκτοί Μύστες έναν χρόνο μετά την μύησή τους κατά την τελετή. Η Εποπτεία δεν εθεωρείτο απαραίτητο και επιβεβλημένο βήμα για την ολοκλήρωση του εορτασμού των Μυστηρίων, αλλά ήταν διαθέσιμο για όσους επιθυμούσαν να αποκτήσουν μεγαλύτερο βαθμό κατανόησης και ολοκλήρωσης. Για τη μεγάλη μάζα των Μυστών, εορτασμός τελείωνε με τη συμμετοχή τους στην τελετή. Η Εποπτεία γινόταν στην Ελευσίνα τη 2η νύχτα της διαμονής τους εκεί. Ο Ιππόλυτος (Ρώμη, 3ο αιώνας μ.κ.χ.) λέει σαφώς ότι «οι Αθηναίοι όταν μυούσαν τους ανθρώπους στα Ελευσίνια κι έδειχναν στους επόπτες το μεγάλο και θαυμαστό Μυστήριο, της τέλειας αποκάλυψης, τον τεθερισμένο στάχυ».
7η Ημέρα – νύχτα 21ης προς 22η Βοηδρομιώνος
Τη δεύτερη μέρα στην Ελευσίνα την περνούσαν με ανάπαυση και προετοιμασία για την Ιεροτελεστία της τελευταίας νύχτας στο τελεστήριο. Ο εορτασμός των Μυστηρίων έφθανε στο τέλος του στην διάρκεια εκείνης της νύχτας. Με την αποκάλυψη των Ιερών Αντικειμένων, ολοκληρωνόταν η μύηση και οι Μύστες γεμάτοι συγκίνηση και χαρά άφηναν το Ιερό της Δήμητρας στους Επόπτες. Εδώ σημειώνουμε μια μυστηριώδη φράση με την οποία θεωρείται ότι ολοκληρωνόταν η Ιεροτελεστία. Την διασώζει ο Ησύχιος. «Παξ, Κογξ», επιφώνημα της τετελεσμένης.
8η Ημέρα – Πλημοχόες
Η τελευταία ημέρα των Μυστών στην Ελευσίνα ήταν αφιερωμένη σε Ιεροτελεστία για τους νεκρούς. Ο Αθήναιος μας πληροφορεί ότι στη διάρκεια εκείνης της ημέρας, κάθε μύστης γέμιζε με υγρό δύο ειδικά αγγεία, γνωστά ως Πλημοχόες και τοποθετώντας τα αντίκρυ στη Δύση και στην Ανατολή, τ΄ αναποδογύριζε κι έκανε χοή αδειάζοντας το περιεχόμενό τους στη γη. Ταυτόχρονα επαναλάμβανε μια τελετουργική φράση. Από το αγγείο και την ιεροτελεστία, η ημέρα εκείνη ήταν γνωστή ως Πλημοχόες. Εκείνη την ημέρα, οι Μύστες αφιέρωναν τα καινούρια ρούχα που φορούσαν στις Θεές, ενώ άλλοι τα έπαιρναν σπίτι τους και τα χρησιμοποιούσαν ως σπάργανα για τα νήπια που επρόκειτο να γεννηθούν.
9η Ημέρα- 23η
Η επιστροφή στην Αθήνα γινόταν την 9η ημέρα. Δεν γινόταν οργανωμένη πομπή, ούτε ήταν υποχρεωμένοι όλοι οι Μύστες να επιστρέψουν στην Αθήνα πριν πάρουν το δρόμο του γυρισμού για τον τόπο τους. Φυσικά οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες επέστρεφαν στην Αθήνα όποτε ήθελαν σε ομάδες. Την επόμενη ημέρα, 24η, η Βουλή των 500ίων, συνεδρίαζε στο Εν Άστυ Ελευσίνιο, σύμφωνα με ένα νόμο που είχε θεσπίσει ο Σόλων, για να δεχθεί την αναφορά του άρχοντος Βασιλέως και των βοηθών του, ως προς τη διεξαγωγή του εορτασμού και να προβεί σε ορισμένες ενέργειες εάν τυχόν είχαν σημειωθεί αξιόμεμπτα περιστατικά. Οι Μύστες πια ήταν ελεύθεροι να επιστρέψουν στη φυσιολογική ζωή τους έχοντας εμπλουτιστεί από τις Ελευσίνιες εμπειρίες τους, οι οποίες τους βοηθούσαν να γίνουν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και καλύτεροι στα πάντα, όπως λέει ο Διόδωρος.
Τρισευτυχισμένοι είναι όσοι από τους θνητούς αναχωρούν για τον Άδη, έχοντας δει αυτές τις Ιεροτελεστίες. Γιατί μόνο αυτοί θα ζήσουν εκεί μια πραγματική ζωή. Για τους υπολοίπους μόνο κακά υπάρχουν. Σοφοκλής
Ευτυχισμένος όποιος έχοντας δει αυτές τις ιεροτελεστίες πάει κάτω από την κούφια γή γιατί γνωρίζει το τέλος της ζωής και τη θεόσταλτη αρχή της. Πίνδαρος
Λειτουργοί λατρείας:
Ιεροφάντης, ήταν ο ισόβιος αρχιερέας, κι ανήκε στο γένος των Ευμολπιδών. Είχε το δικαίωμα να εισέρχεται στο Ανάκτορο, είχε αεισιτία, εκδίκαζε τις παραβάσεις των θρησκευτικών νόμων καθώς και το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού. Ήταν νυμφευμένος αλλά εγκρατής κατά τη διάρκεια των εορτασμών. Είχε ειδική τιμητική θέση στο θέατρο (θρόνο).
Ιεροφάντιδες, δύο ιέρειες, αφιερωμένες στις δύο Θεές. Το επίγραμμα της Καλλιστούς μας λέει ότι αυτή έστεκε στις θύρες της Δήμητρας και της Κόρης της δαδηφόρου, φύλαξε με στοργή την ανάμνηση από εκείνες τις νύχτες που φωτίζονταν από ένα φως, πιο λαμπερό από το φως της ημέρας.
Ευμολπίδες, ήταν ισόβιοι Ιερείς των Μυστηρίων. Έρχονταν σε γάμο κι ανέγειραν αγάλματα.
Η Ιέρεια της Δήμητρας, που ανήκε στο γένος των Ευμολπιδών ή των Φιλλειδών, κατοικούσε στην Ιερά οικία της Ελευσίνας κι είχε ισόβιο αξίωμα. Ελάμβανε έναν οβολό από κάθε Μύστη.
Παναγείς Ιέρειες είχαν το δικαίωμα να άπτονται των Ιερών, ζούσαν σε ειδικά καταλύματα και δεν συνευρίσκονταν με άντρες.
Δαδούχος. Δεύτερος σε σημασία μετά τον Ιεροφάντη. Ανήκε στο γένος των Κηρύκων και το αξίωμά του ήταν ισόβιο (Καλλίας, Ιππόνικος – συνήθεις ονομασίες) Είχε το ειδικό προνόμιο να χρησιμοποιεί μόνο εκείνος το δέρας Διός, για τον καθαρμό όσων είχαν μιανθεί με αίμα. Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού.
Ιεροκήρυξ. Ανήκε στο γένος των Κηρύκων. Προϋπόθεση να έχει στεντόρεια φωνή. Ήταν αυτός που διάβαζε την Πρόρρηση και διέταζε τους Μύστες να τηρήσουν αιώνια σιωπή. Ισόβιος και Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού.
Ο επί βωμώ Ιερεύς, ανήκε στους Κήρυκες, ισόβιο αξίωμα, ήταν υπεύθυνος για τη θυσία των ζώων. Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού. Λάμβανε μισό οβολό από τους μύστες.
Οι Κήρυκες ήταν απόγονοι του Ερμού και της Αγλαύρου.
Φαιδυντής. Ειδικός αξιωματούχος καθαρισμού των αγαλμάτων Θεοτήτων.
Ιακχαγωγός. Ειδικός Ιερέας που συνόδευε το ξόανο του Ιάκχου στην Πομπή Αθήνα – Ελευσίνα.
Υδρανός. Αξιωματούχος επιφορτισμένος με τον καθαρμό των Μυστών, τους οποίους ράντιζε με νερό. Ο Ησύχιος τον αποκαλεί καθαρτήρα των Μυστηρίων. Στη στήλη του μουσείου της Ελευσίνας, εικονίζεται η ίδια η Περσεφόνη με την ιδιότητα της Υδρανού.
Νεοκόρος. Υπεύθυνος καθαρισμού και καλλωπισμού του Ιερού.
Παις αφ’εστίας. Λειτουργός ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Φαίνεται πως ήταν ένα αγόρι (μεταγενέστερα και κορίτσι) που ανήκε σε μια από τις αριστοκρατικές και σημαντικές οικογένειες των Αθηνών. Επιλεγόταν με ψηφοφορία κάθε χρόνο για να μυηθεί με δαπάνες της πολιτείας. Το αγόρι αυτό θεωρείτο ότι εκπορευόταν από την Εστία των Αθηνών. Ο τίτλος στην πραγματικότητα σήμαινε «το αγόρι που μυείται στα Μυστήρια από την Εστία των Αθηνών» για να αντιπροσωπεύσει τις ελπίδες της πόλης. Η συμμετοχή του αποτελούσε εγγύηση της εύνοιας των Θεαινών προς την Πόλη και ίσως της ιδιαίτερης εύνοιάς τους προς τη νέα γενιά. Το αξίωμα αποτελούσε μεγάλη τιμή για τα παιδιά. Μικρά αγάλματα αγοριών και κοριτσιών που είχαν αυτό το αξίωμα επιτρεπόταν να τοποθετηθούν στο Ιερό.
Θυσιάδες. Ιέρειες της Περσεφόνης.
Ο Νεστόριος, ο τελευταίος νόμιμος Ιεροφάντης της Ελευσίνας, ανήγγειλε «την αρχή της μεγάλης πνευματικής Νύχτας της Ανθρωπότητας», όταν το 396 ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος, συνοδευόμενος από Χριστιανούς ιερείς και μοναχούς κατέστρεψε το ιερό της Ελευσίνας και θανάτωσε όλο το ιερατείο. Το τέλος των Ελευσινίων αναφέρεται από τον ιστορικό Ευνάπιο, ο οποίος είχε μυηθεί κι ο ίδιος στα Μυστήρια κι είχε γίνει Ιεροφάντης.
Η τέλεση των Μεγάλων Μυστηρίων γινόταν μια φορά το χρόνο και κάθε τέταρτο χρόνο ο εορτασμός ήταν γνωστός ως Πεντετηρίς και είχε ιδιαίτερη λαμπρότητα. Ο μήνας που γίνονται τα μυστήρια ήταν ο Βοηδρομιών και θεωρούταν ιερός μήνας. Τα μυστήρια λάμβαναν μέρος πάντα στην χάση του φεγγαριού, μετά την πανσέληνο. Προσέρχονταν μύστες από όλο τον Ελληνικό κόσμο (ενώ αρχικά λάμβαναν μέρος μόνο οι Ελευσίνιοι και αργότερα και οι Αθηναίοι) και τον Ρωμαϊκό, και μεταξύ τους υπήρχαν άντρες, γυναίκες, παιδιά, ακόμη και δούλοι. Πριν φτάσει ο χρόνος του εορτασμού, έστελναν στις πόλεις της Ελλάδος ειδικούς αγγελιοφόρους, τους Σπονδοφόρους, επιλεγμένους από τα μέλη των Ευμολπιδών και των Κηρύκων, για να κηρύξουν Ιερή Ανακωχή και να ζητήσουν να σταλούν στη Θεά οι απαρχές καθώς και επίσημες αντιπροσωπείες (θεωρίες). Η ανακωχή διαρκούσε 55 μέρες, από την 15η μέρα του Μεταγειτνιώνος, μέχρι την 10η μέρα του Πυανεψιώνος. Μια χρονιά οι Φωκαείς αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με τις επιταγές των αγγελιοφόρων με αποτέλεσμα να αποκλειστούν δια παντός από τα Μυστήρια.
Οι δαπάνες των Σπονδοφόρων καταβάλλονταν από το θησαυροφυλάκιο του Ιερού. Σε απάντηση οι Πόλεις έστελναν ειδικές αντιπροσωπείες (θεωρίες), και τους πρώτους καρπούς σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τα οφέλη που δέχονταν από τη Θεά, την πηγή της ζωής Δήμητρα. Τα οφέλη δηλαδή της ημέρου τροφής η οποία αποτελεί τον λόγο που οι άνθρωποι δεν ζουν σαν άγρια θηρία. Το επίσημο πρόγραμμα ξεκινούσε την 15η μέρα του Βοηδρομιώνος. Την προηγούμενη μέρα, έβγαζαν τα Ιερά της Δήμητρας από την θέση τους στο ανάκτορο και τα μετέφεραν επίσημα στην Αθήνα. Στην κορυφή της πομπής ήταν το Ιερατείο της Ελευσίνας και τα Ιερά τα κρατούσαν οι Ιέρειες. Τα Ιερά αντικείμενα ήταν μέσα σε κύστες οι οποίες έκλειναν καλά με κόκκινες ταινίες.
1η Ημέρα – 15η Βοηδρομιώνος, Αγυρμός
Την πρώτη ημέρα ο άρχων Βασιλεύς, ο άρχοντας των Αθηνών, που είχε τη γενική διεύθυνση του εορτασμού, καλούσε τον λαό σε μια εορταστική συνέλευση στην Ποικίλη Στοά (αγορά των Αθηνών). Λόγω αυτής της συγκέντρωσης, η συγκεκριμένη μέρα ήταν επίσημα γνωστή ως Αγυρμός. Μέσα στη Στοά, παρουσία του Ιεροφάντη και του Δαδούχου, ο Ιεροκήρυξ επαναλάμβανε την Πρόρρηση την οποία είχαν συνθέσει οι δύο λειτουργοί. Κατόπιν καλούσε επίσημα τον λαό να συμμετάσχει στα Μυστήρια και να μυηθεί. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τι λεγόταν κατά την Πρόρρηση, αλλά από διάφορες πηγές (Λιβάνιος, Σουητώνιος, Θεόδωρος Σμυρναίος και Βάτραχοι) μπορούμε να συνάγουμε το νόημά της. «Όποιος έχει καθαρά χέρια και κατανοητό λόγο, όποιος είναι καθαρός από κάθε μίασμα και δεν κρύβει κακό στην ψυχή και έχει ζήσει με ευπρέπεια και δικαιοσύνη, μπορεί να μυηθεί». Όποιος βαρυνόταν με ανθρωποκτονία, αποκλειόταν παντελώς από την συμμετοχή. Ακόμη και οι στρατιώτες που επέστρεφαν από τον πόλεμο έπρεπε να καθαρθούν. Μετά τους Περσικούς, αποκλείονταν επίσης και όλοι οι βάρβαροι, λόγω των Ιεροσυλιών που είχαν διαπράξει οι Πέρσες. Αποκλείονταν επίσης όσοι δεν καταλάβαιναν ελληνικά διότι δεν ήταν δυνατόν να κατανοήσουν τους Ιερούς Λόγους. Όσοι γίνονταν δεκτοί, εισέρχονταν στον περίβολο του Ελευσινίου, όπου φυλάσσονταν τα Ιερά, αφού πρώτα έπλεναν τα χέρια τους με το νερό του εξαγνισμού που υπήρχε σε λεκάνες δίπλα στην είσοδο.
2η Ημέρα – 16η Βοηδρομιώνος, Έλασις – άλαδε Μύσται
Αυτή η μέρα είναι γνωστή ως άλαδε μύσται, από τις κραυγές που συνόδευαν μια από τις βασικές δράσεις εκείνης της ημέρας. Νωρίς το πρωί, οι κήρυκες παρότρυναν τους μύστες να καθαρθούν στη θάλασσα, η οποία έχει τεράστια καθαρτήρια δύναμη (κλύζει πάντα των ανθρώπων κακά – Ευριπίδης, Ιφιγένεια εν Ταύροις) και η παρότρυνση άλαδε μύσται αντηχούσε σε όλη την πόλη.
Η διαδρομή που ήταν γνωστή και ως Έλασις, γινόταν υπό την επίβλεψη των Επιμελητών. Κάθε μύστης είχε μαζί του ένα γουρουνάκι το οποίο έπρεπε να το πλύνει στη θάλασσα και συνοδευόταν από τον Μυσταγωγό του. Η θάλασσα λοιπόν εθεωρείτο άσπιλη, καθάριζε και εξάγνιζε τον άνθρωπο από κάθε κακό. Αφού φρόντιζαν να καθαρθούν οι ίδιοι και τα γουρουνάκια τους στα νερά του Σαρωνικού, επέστρεφαν στην Αθήνα. Το αίμα του χοίρου θεωρείται ισχυρός παράγοντας καθαρμού, που έχει τη δύναμη να απορροφά τα ρυπαρά πνεύματα. Η θυσία του ήταν χαρακτηριστική πράξη του εορτασμού κι έτσι στους Βατράχους του Αριστοφάνη, βρίσκουμε την πασίγνωση αναφορά «Ω πότνια πολυτίμητε Κόρη, ως ηδύ μοι προσέπνευσε χορείων κρεών».
3η Ημέρα – 17η , Ημέρα Θυσιών
Κατά την τρίτη ημέρα γινόταν η μεγάλη θυσία και οι ευχές για την Πόλη και για τις άλλες Πόλεις που έστελναν Θεωρίες. Η μέρα παίρνει το όνομά της και πάλι από την εντολή που έδιναν οι αξιωματούχοι να φέρουν τα προς θυσία ζώα: Ιερεία δεύρο. Αυτή την ημέρα, ο άρχων Βασιλεύς, βοηθούμενος από τον πάρεδρό του και τους 4 επιμελητές και παρουσία των θεωριών των άλλων Πόλεων και του λαού των Αθηνών, προσέφερε τη Μεγάλη Θυσία στις Θεές της Ελευσίνας, μέσα στον εν Άστυ Ελευσίνιο, και προσευχόταν για τη βουλή και το δήμο των Αθηνών, για τις γυναίκες και τα παιδιά της Κοινοπολιτείας σύμφωνα με το προγονικό έθιμο, τα πάτρια. Μετά τη θυσία υπέρ των Αθηνών, οι διάφορες θεωρίες έκαναν με τη σειρά τους θυσία και προσευχή υπέρ των δικών τους Πόλεων και του Λαού.
4η Ημέρα – 18η Βοηδρομιώνος, Επιδαύρια
Η ημέρα αυτή ονομαζόταν Επιδαύρια ή Ασκληπιεία, προς τιμήν του Ασκληπιού και σε ανάμνηση του καθυστερημένου καθαρμού του. Διότι σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεός καθυστέρησε να έρθει από την Επίδαυρο και είχε ήδη γίνει η Πρόρρηση, ο καθαρμός στη θάλασσα και είχαν ολοκληρωθεί οι θυσίες των Πόλεων. Έγινε μια ειδική επανάληψη των τελετουργιών, ώστε να μπορέσει ο Θεός να μυηθεί στα Μυστήρια. «Και πρώτα οι Αθηναίοι, που λένε πως μύησαν τον Ασκληπιό στα Μυστήριά τους, ονομάζουν την ημέρα αυτή της γιορτής Επιδαύρια» (Παυσανίας). Έκτοτε, χρησιμοποιούσαν αυτή την ημέρα για την προετοιμασία όσων έφταναν καθυστερημένοι. Για τους υπόλοιπους μύστες, ήταν ημέρα ανάπαυσης. Οι Ιεροτελεστίες για όσους έφθαναν με καθυστέρηση, γίνονταν υπό την επίβλεψη του επωνύμου άρχοντος κι όχι του άρχοντος Βασιλέως. Ο άρχων Βασιλεύς φρόντιζε τα πάτρια, τις θρησκευτικές τελετές προγονικής προέλευσης. Ο Επώνυμος, είχε την ευθύνη των νέων στοιχείων και τελετουργιών που προσθέτονταν με το πέρασμα του χρόνου. Ο Ασκληπιός στεγάστηκε λοιπόν στο Εν Άστυ Ελευσίνιο, μέχρι να ολοκληρωθεί ο ναός του, πράγμα που δείχνει τη θέση του με τις Θεές της Ελευσίνας.
5η Ημέρα – 19η Βοηδρομιώνος, Πομπή
Αυτή η μέρα, γνωστή ως Ίακχος ή Πομπή, την οποία αναβάθμισε και την έντυσε με ιδιαίτερη λαμπρότητα ο Λύκος, σηματοδοτούσε την αποκορύφωση των Ιεροτελεστιών και των εκδηλώσεων στην Αθήνα. Η επίσκεψη της θεάς στην Αθήνα, είχε φθάσει στο τέλος της και η Δήμητρα ήταν έτοιμη να επιστρέψει στον οίκο της. Οι έφηβοι των Αθηνών, οπλισμένοι, προετοιμάζονταν από τον Κοσμητή, νωρίς το πρωί, να συνοδέψουν την Πομπή. Ήταν στεφανωμένοι με το Ιερό μύρτινο στεφάνι των Μυστηρίων. Οι μύστες και οι ανάδοχοί τους συγκεντρώνονταν στο Πομπείο των Αθηνών, κοντά στο Δίπυλο. Ήταν ντυμένοι εορταστικά, φορούσαν μύρτινα στεφάνια και κρατούσαν μυστηριακούς Βάκχους από κλαριά μυρτιάς, δεμένα με μαλλί (Ιππείς). Πολλοί είχαν μια χονδρή ροζιασμένη βακτηρία, από την άκρη της οποίας κρεμούσαν τον Κόρυκο ή Φάσκαλο, το σάκο που περιείχε τα εφόδια και τα καινούρια ρούχα που θα έβαζαν στη διάρκεια της μύησής τους.
Ο δρόμος προς την Ελευσίνα είναι περίπου 23 χλμ. Νωρίς το πρωί, οι Ιερείς και οι Ιέρειες της Ελευσίνας έπαιρναν τα Ιερά από το Εν Άστυ Ελευσίνιο, και ακολουθώντας την οδό των Παναθηναίων, που περνούσε δίπλα από το Ιερό, διέσχιζαν την Αγορά, και έφθαναν στην Πύλη των Αθηνών, που ήταν γνωστή ως Δίπυλον, και στο Ιακχείον. Τοποθετούσαν σε μια άμαξα το ξόανο του Ίακχου, το οποίο κρατούσε μια δάδα, κι έφερε στεφάνι από μυρτιά και με τη συνοδεία τού Ιακχαγωγού Ιερέα, το έβαζαν στην κεφαλή της Πομπής.
Εν τω μεταξύ, το πλήθος των μυστών με τους αναδόχους τους, και πολλοί Αθηναίοι οι οποίοι θα συνόδευαν τα Ιερά για μια μικρή απόσταση εκτός των Πυλών, συγκεντρώνονταν κι ετοιμάζονταν να ξεκινήσουν από το Πομπιείο που βρισκόταν μεταξύ Διπύλου και Ηριδανού ή Ιεράς Πύλης. Κατόπιν ακολουθούσαν οι Ιερείς και οι Παναγείς Ιέρειες της Δήμητρας με τα Ιερά στις κύστες. Κατόπιν οι Αξιωματούχοι της Πόλης, οι θεωρίες, έπειτα οι Μύστες πεζή, άνδρες γυναίκες και παιδιά με τους ανάδοχούς τους. Στη συνέχεια όσοι επέβαιναν σε άμαξες και τέλος τα υποζύγια με τα οποία έκλεινε η Πομπή. Η Πομπή θα προχωρούσε στο δρόμο που ήταν γνωστός ως οδός προς Ελευσίνα κι έφερε οριοδείκτες.
Στη συνέχεια ο δρόμος γινόταν η Ιερά Οδός. Η Πομπή προχωρούσε αργά αλλά με ενθουσιασμό και ζωντάνια και οι γύρω δρόμοι και λόφοι αντιλαλούσαν τις εορταστικές κραυγές όσων συμμετείχαν
(έγειρε φλογέας λαμπάδα/ εν χερσί γαρ ήκει τινάσσων/Ίακχ’ω Ίακχε/ νυκτέρου τελετής φωσφόρος αστήρ. Φλογί φέγγεται δε λειμών/γόνυ παλλεται γερόντων/αποσείοντος δε λύπας/ χρονίους τα’ ετών παλαιών ενιαυτούς/ιεράς υπό τιμάς... Βάτραχοι).
Ο ρόλος του Ιάκχου απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα μετά την εισβολή του Ξέρξη, αφού ο Θεός βοήθησε τους Έλληνες στη μάχη της Σαλαμίνας. Η Πομπή, ακολουθούσε τους πρόποδες της Πάρνηθας, μεταξύ Αιγάλεω και Ποικίλου όρους, προσπερνώντας το ένα μετά το άλλο τα πολυάριθμα Ιερά που πλαισίωναν την Ιερά Οδό (Πολέμων) κι έφτανε στο ύψος του περάσματος που έστεκε το Ιερό του Απόλλωνος, του Θεού της δάφνης, το οποίο είχαν ιδρύσει ο Χαλκίνος και ο Δαίτος (Παυσανίας).
Από εκεί, η Ιερά Οδός, κατηφόριζε απότομα προς τη θάλασσα. Ο σύγχρονος δρόμος ακολουθεί σε γενικές γραμμές την Αρχαία Ιερά Οδό, μέχρι το Ιερό της Αφροδίτης, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα στο ύψος του οποίου, η Ιερά Οδός απομακρυνόταν από την πορεία που ακολουθεί τώρα ο αυτοκινητόδρομος και περνούσε πάνω από τους λόφους για να βγει πίσω από τη λίμνη των Ρειτών και να καταλήξει στη θάλασσα, μέσω της περίφημης γέφυρας. Η λίμνη έχει υφάλμυρο νερό, ήταν αφιερωμένοι στις Θεές, η Βόρεια στη Δήμητρα κι η προς το άστυ, στην Περσεφόνη. Τα δε ψάρια τους, αλιεύονταν μόνο για τους Ιερείς.
Από εκείνο το σημείο, η Ιερά Οδός και ο σύγχρονος δρόμος συγκλίνουν και πάλι μέχρι το τέλος της διαδρομής. Μόλις περνούσαν τη γέφυρα, ελάμβανε χώρα η περίφημη Κρόκωση, από τον μυθικό Κρόκωνα, τον πρώτο κάτοικο της περιοχής, οι απόγονοι του οποίου είχαν το προνόμιο να δένουν μια μάλλινη Κρόκη, μια πορφυρή κορδέλα γύρω από το δεξί χέρι και το αριστερό πόδι κάθε μύστη. Πριν φτάσει στον προορισμό της η Πομπή διέσχιζε τον Ελευσινιακό Κηφισό. Πάνω στην γέφυρα, περίμεναν άντρες με καλυμμένα τα κεφάλια οι οποίοι εκτόξευαν προσβολές εναντίον σημαινόντων πολιτών.
Εκείνοι με τη σειρά τους περνούσαν σιωπηλοί και δεν αντάλλασαν ούτε λέξη. Ο σκοπός αυτών των γεφυρισμών ήταν αποτροπαϊκός. Οι γεφυρισμοί αυτοί προκαλούσαν έντονη ευθυμία κι έτσι με χαρούμενη διάθεση και αναμμένες δάδες, η Πομπή έφθανε τελικά στο τέρμα της Ιεράς Οδού και στο εξωτερικό προαύλιο του Ιερού (βράδυ).
Τότε γινόταν η υποδοχή του Ιάκχου στο προαύλιο με χαρούμενη και φιλοπαίγμωνα διάθεση κι έφθανε στο τέλος η αποστολή και συνεισφορά του. Σε εκείνο το προαύλιο και μετά την εποχή του Πεισιστράτου, ήταν το Καλλίχωρο Φρέαρ γύρω από το οποίο κατά παράδοση γίνονταν τέτοιοι χοροί. Στον πίνακα την Νιννίου, απεικονίζεται η Κερνοφορία, η τελευταία πράξη εκείνης της νύχτας. Τελικά το πλήθος διαλυόταν και έβρισκε κατάλυμα κι ανάπαυση σε έναν από τους ξενώνες κοντά στο Ιερό, ή έβρισκε φιλοξενία στα σπίτια και τις επαύλεις φίλων.
Με τον τρόπο αυτό τελείωνε μια από τις λαμπρότερες θρησκευτικές πομπές του αρχαίου κόσμου, η οποία γέμιζε τους Μύστες με ενθουσιασμό και προσδοκία. Η Πομπή ματαιώθηκε μόνο μια φορά, όταν έφθασε η είδηση ότι ο Αλέξανδρος κατέστρεψε τη Θήβα.
6η Ημέρα – νύχτα 20ης προς 21η – Τελετή
Η μέρα περνούσε με ανάπαυση, νηστεία, καθαρμό και θυσίες. Η νηστεία ήταν εξαιρετικά σημαντική για τον καθαρμό και τη λύτρωση του σώματος, αλλά τηρούνταν και ως παράδοση της ανάμνησης της νηστείας της Δήμητρας μετά την απαγωγή της Κόρης. Ο Πορφύριος μας πληροφορεί ότι δεν επέτρεπαν στους Μύστες να φάνε ορισμένα ψάρια (μπαρμπούνια, μελανούρια, σκυλόψαρα, οικόσιτα πτηνά – ιδίως τον πετεινό που είναι ιερό ζώο της Περσεφόνης – κουκιά, ρόδια, κρέας ζώων και αυγά). Δεν επιτρεπόταν να αγγίξουν νεκρό ή γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει. Απείχαν βεβαίως και από το κρασί ακολουθώντας το παράδειγμα της Δήμητρας που αρνήθηκε το κρασί που της πρόσφερε η Μετάνειρα. Όλοι οι μύστες τηρούσαν τη νηστεία με την καθοδήγηση και την επίβλεψη των μυσταγωγών.
Ύστερα έπιναν των κυκεώνα, σε ένδειξη θρησκευτικής ανάμνησης της πράξης της Θεάς.
Η μεγάλη θυσία προς τιμήν της Δήμητρας, της Περσεφόνης και των άλλων Ελευσινίων Θεών γινόταν υπό την επίβλεψη του άρχοντος Βασιλέως, του παρέδρου του και των επιμελητών, οι οποίοι ανέπεμπαν προσευχές υπέρ της Πόλης και του λαού των Αθηνών.
Προσφέρονταν στους Θεούς ο Πέλανος, ζυμωτό ψωμί από κριθάρι και σιτάρι, θερισμένα από το ιερό Ράριο πεδίο. Οι Ευμολπίδες καθόριζαν πόσο μέρος του Πελάνου θα πρόσφεραν σε κάθε θεότητα. Έχοντας αναπαυθεί, καθαρθεί κι έρθει στην κατάλληλη κατάσταση με τις θυσίες, οι Μύστες ήταν έτοιμοι να δεχθούν την μεγάλη αποκάλυψη. Για να γίνουν δεκτοί, φορούσαν τα καινούρια ρούχα που είχαν φέρει για την περίσταση.
Οι Μυσταγωγοί τους έδιναν οδηγίες πώς να προχωρήσουν περαιτέρω, κι «έλεγαν ποιο ήταν πρόγραμμα σε όσους έμπαιναν στο τέμενος της Ελευσίνας και τους προειδοποιούσαν να μην εισέλθουν στο Άδυτο» (Πρόκλος). Τότε κατέγραφαν τα ονόματα των Μυστών σε ξύλινους πίνακες που φύλασαν οι Ιερείς κι αντικαθιστούσαν τα μύρτινα στεφάνια με διαδήματα από ταινίες, έμβλημα της αφιέρωσής τους στις Θεές. Στη συνέχεια άρχιζε πραγματικά ο εορτασμός κι οι Μύστες βίωναν εμπειρίες που τους προκαλούσαν δέος αλλά και τους πλημμύριζαν με μακαριότητα και χαρά.
Οι τελετουργίες περιελάμβαναν τρία στοιχεία: τα δρώμενα, τα δεικνύμενα και τα λεγόμενα. Ο Λακτάμιος λέει ότι στα Μυστήρια της Δήμητρας, ολονυκτίς με αναμμένες δάδες αναζητούν την Περσεφόνη (Πλουτώνιο) κι όταν την βρουν τη συνοδεύουν στο Τελεστήριο αγαλλιάζοντας και κραδαίνοντας τις αναμμένες δάδες τους. Ο Απολλόδωρος λέει ότι ο Ιεροφάντης χτυπά το σήμαντρο ενώ επικαλείται την Κόρη με το όνομά της. Ο Θεμίστιος στο Περί Ψυχής το οποίο διασώζει ο Στοβαίος λέει ότι η Ψυχή τη στιγμή του Θανάτου, βιώνει την ίδια εμπειρία όπως κι εκείνη που μυούνται στα Μεγάλα Μυστήρια, στην αρχή περιπλανιέται και ταλαιπωρείται πηγαίνοντας μπρος πίσω και διασχίζει με δυσπιστία το σκοτάδι, σαν αμύητος. Ύστερα έρχονται όλοι οι Φόβοι πριν την τελική μύηση, τα ρίγη, ο τρόμος, ο ιδρώτας, η κατάπληξη. Μετά, ξαφνιάζεται από ένα υπέροχο φως, γίνεται δεκτός σε αγνές περιοχές και Λειμώνες, με φωνές και χορούς και με το μεγαλείο ήχων και σχημάτων ιερών. Εκεί, αυτός που ολοκλήρωσε τη μύηση, περιφέρεται ελεύθερα κι έχοντας λυτρωθεί και φέροντας το στέμμα του, παίρνει μέρος στην κοινωνία με το Θείο και συναγελάζεται με αγνούς και άγιους ανθρώπους παρατηρώντας όσους αμύητοι ζουν εδώ πέρα, σε μια ακάθαρτη ορδή, κάτω από τα πόδια του μαζεμένοι στο βόρβορο και την καταχνιά, περιμένοντας τη δυστυχία τους από το φόβο του θανάτου και τη δυσπιστία τους ως προς τις ευλογίες που τους περιμένουν εκεί.
Στον Τίμαιο του Πρόκλου υπάρχει μια αξιοσημείωτη δήλωση: «στις ιεροτελεστίες της Ελευσίνας, ατένιζαν τον ουρανό και φώναζαν δυνατά Ύε, κατόπιν κοίταζαν κάτω στη γη και φώναζαν Κύε». Την ίδια φράση παρουσιάζει και ο Ιππόλυτος. Στο χείλος ενός πηγαδιού δίπλα στο Δίπυλο των Αθηνών, ήταν χαραγμένη μια επιγραφή που έλεγε: «Ω Παν, Ω Μην, χαίρεται νύμφαι καλαί, Ύε Κύε υπέρχυε». Έχουμε ένα ακόμα απόσπασμα από τον Πολέμωνα το οποίο διασώζεται από τον Αθήναιο που λέει «κατόπιν ο ιερέας προχωρεί στη μυστική τελετή, βγάζει τα αντικείμενα από τη θαλάμη και τα μοιράζει σε όσους μετέφεραν τον Κέρνο. Αυτός δε που τον μεταφέρει, γεύεται αυτά τα πράγματα».
Στα Λεγόμενα, έχουμε παντελή απουσία στοιχείων.
Τα αντικείμενα τα οποία ήταν τα Δεικνύμενα, τα αντικείμενα δηλαδή που έδειχναν στους Μύστες, παραμένουν εξίσου άγνωστα. Ο εορτασμός έφθανε στην κορύφωσή του όταν ο Ιεροφάντης όρθιος μπροστά στο ανάκτορο, εν μέσω ενός λαμπρού φωτός, έδειχνε τα Ιερά στους Μύστες. Τα Ιερά φυλάσσονταν στο ανάκτορο, στο Άδυτο των Αδύτων, στο κέντρο του τελεστηρίου, όλο το χρόνο και κανείς άλλος δε μπορούσε να τα δείξει.
Εποπτεία. Ορισμένα από τα Ιερά Αντικείμενα, αποκαλύπτονταν μόνο σε όσους εμυούντο στον ανώτατο βαθμό που ήταν γνωστός ως Εποπτεία. Σε αυτό το βαθμό γίνονταν δεκτοί Μύστες έναν χρόνο μετά την μύησή τους κατά την τελετή. Η Εποπτεία δεν εθεωρείτο απαραίτητο και επιβεβλημένο βήμα για την ολοκλήρωση του εορτασμού των Μυστηρίων, αλλά ήταν διαθέσιμο για όσους επιθυμούσαν να αποκτήσουν μεγαλύτερο βαθμό κατανόησης και ολοκλήρωσης. Για τη μεγάλη μάζα των Μυστών, εορτασμός τελείωνε με τη συμμετοχή τους στην τελετή. Η Εποπτεία γινόταν στην Ελευσίνα τη 2η νύχτα της διαμονής τους εκεί. Ο Ιππόλυτος (Ρώμη, 3ο αιώνας μ.κ.χ.) λέει σαφώς ότι «οι Αθηναίοι όταν μυούσαν τους ανθρώπους στα Ελευσίνια κι έδειχναν στους επόπτες το μεγάλο και θαυμαστό Μυστήριο, της τέλειας αποκάλυψης, τον τεθερισμένο στάχυ».
7η Ημέρα – νύχτα 21ης προς 22η Βοηδρομιώνος
Τη δεύτερη μέρα στην Ελευσίνα την περνούσαν με ανάπαυση και προετοιμασία για την Ιεροτελεστία της τελευταίας νύχτας στο τελεστήριο. Ο εορτασμός των Μυστηρίων έφθανε στο τέλος του στην διάρκεια εκείνης της νύχτας. Με την αποκάλυψη των Ιερών Αντικειμένων, ολοκληρωνόταν η μύηση και οι Μύστες γεμάτοι συγκίνηση και χαρά άφηναν το Ιερό της Δήμητρας στους Επόπτες. Εδώ σημειώνουμε μια μυστηριώδη φράση με την οποία θεωρείται ότι ολοκληρωνόταν η Ιεροτελεστία. Την διασώζει ο Ησύχιος. «Παξ, Κογξ», επιφώνημα της τετελεσμένης.
8η Ημέρα – Πλημοχόες
Η τελευταία ημέρα των Μυστών στην Ελευσίνα ήταν αφιερωμένη σε Ιεροτελεστία για τους νεκρούς. Ο Αθήναιος μας πληροφορεί ότι στη διάρκεια εκείνης της ημέρας, κάθε μύστης γέμιζε με υγρό δύο ειδικά αγγεία, γνωστά ως Πλημοχόες και τοποθετώντας τα αντίκρυ στη Δύση και στην Ανατολή, τ΄ αναποδογύριζε κι έκανε χοή αδειάζοντας το περιεχόμενό τους στη γη. Ταυτόχρονα επαναλάμβανε μια τελετουργική φράση. Από το αγγείο και την ιεροτελεστία, η ημέρα εκείνη ήταν γνωστή ως Πλημοχόες. Εκείνη την ημέρα, οι Μύστες αφιέρωναν τα καινούρια ρούχα που φορούσαν στις Θεές, ενώ άλλοι τα έπαιρναν σπίτι τους και τα χρησιμοποιούσαν ως σπάργανα για τα νήπια που επρόκειτο να γεννηθούν.
9η Ημέρα- 23η
Η επιστροφή στην Αθήνα γινόταν την 9η ημέρα. Δεν γινόταν οργανωμένη πομπή, ούτε ήταν υποχρεωμένοι όλοι οι Μύστες να επιστρέψουν στην Αθήνα πριν πάρουν το δρόμο του γυρισμού για τον τόπο τους. Φυσικά οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες επέστρεφαν στην Αθήνα όποτε ήθελαν σε ομάδες. Την επόμενη ημέρα, 24η, η Βουλή των 500ίων, συνεδρίαζε στο Εν Άστυ Ελευσίνιο, σύμφωνα με ένα νόμο που είχε θεσπίσει ο Σόλων, για να δεχθεί την αναφορά του άρχοντος Βασιλέως και των βοηθών του, ως προς τη διεξαγωγή του εορτασμού και να προβεί σε ορισμένες ενέργειες εάν τυχόν είχαν σημειωθεί αξιόμεμπτα περιστατικά. Οι Μύστες πια ήταν ελεύθεροι να επιστρέψουν στη φυσιολογική ζωή τους έχοντας εμπλουτιστεί από τις Ελευσίνιες εμπειρίες τους, οι οποίες τους βοηθούσαν να γίνουν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και καλύτεροι στα πάντα, όπως λέει ο Διόδωρος.
Τρισευτυχισμένοι είναι όσοι από τους θνητούς αναχωρούν για τον Άδη, έχοντας δει αυτές τις Ιεροτελεστίες. Γιατί μόνο αυτοί θα ζήσουν εκεί μια πραγματική ζωή. Για τους υπολοίπους μόνο κακά υπάρχουν. Σοφοκλής
Ευτυχισμένος όποιος έχοντας δει αυτές τις ιεροτελεστίες πάει κάτω από την κούφια γή γιατί γνωρίζει το τέλος της ζωής και τη θεόσταλτη αρχή της. Πίνδαρος
Λειτουργοί λατρείας:
Ιεροφάντης, ήταν ο ισόβιος αρχιερέας, κι ανήκε στο γένος των Ευμολπιδών. Είχε το δικαίωμα να εισέρχεται στο Ανάκτορο, είχε αεισιτία, εκδίκαζε τις παραβάσεις των θρησκευτικών νόμων καθώς και το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού. Ήταν νυμφευμένος αλλά εγκρατής κατά τη διάρκεια των εορτασμών. Είχε ειδική τιμητική θέση στο θέατρο (θρόνο).
Ιεροφάντιδες, δύο ιέρειες, αφιερωμένες στις δύο Θεές. Το επίγραμμα της Καλλιστούς μας λέει ότι αυτή έστεκε στις θύρες της Δήμητρας και της Κόρης της δαδηφόρου, φύλαξε με στοργή την ανάμνηση από εκείνες τις νύχτες που φωτίζονταν από ένα φως, πιο λαμπερό από το φως της ημέρας.
Ευμολπίδες, ήταν ισόβιοι Ιερείς των Μυστηρίων. Έρχονταν σε γάμο κι ανέγειραν αγάλματα.
Η Ιέρεια της Δήμητρας, που ανήκε στο γένος των Ευμολπιδών ή των Φιλλειδών, κατοικούσε στην Ιερά οικία της Ελευσίνας κι είχε ισόβιο αξίωμα. Ελάμβανε έναν οβολό από κάθε Μύστη.
Παναγείς Ιέρειες είχαν το δικαίωμα να άπτονται των Ιερών, ζούσαν σε ειδικά καταλύματα και δεν συνευρίσκονταν με άντρες.
Δαδούχος. Δεύτερος σε σημασία μετά τον Ιεροφάντη. Ανήκε στο γένος των Κηρύκων και το αξίωμά του ήταν ισόβιο (Καλλίας, Ιππόνικος – συνήθεις ονομασίες) Είχε το ειδικό προνόμιο να χρησιμοποιεί μόνο εκείνος το δέρας Διός, για τον καθαρμό όσων είχαν μιανθεί με αίμα. Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού.
Ιεροκήρυξ. Ανήκε στο γένος των Κηρύκων. Προϋπόθεση να έχει στεντόρεια φωνή. Ήταν αυτός που διάβαζε την Πρόρρηση και διέταζε τους Μύστες να τηρήσουν αιώνια σιωπή. Ισόβιος και Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού.
Ο επί βωμώ Ιερεύς, ανήκε στους Κήρυκες, ισόβιο αξίωμα, ήταν υπεύθυνος για τη θυσία των ζώων. Αείσιτος. Είχε το δικαίωμα να αναγείρει αδριάντα στον Περίβολο του Ναού. Λάμβανε μισό οβολό από τους μύστες.
Οι Κήρυκες ήταν απόγονοι του Ερμού και της Αγλαύρου.
Φαιδυντής. Ειδικός αξιωματούχος καθαρισμού των αγαλμάτων Θεοτήτων.
Ιακχαγωγός. Ειδικός Ιερέας που συνόδευε το ξόανο του Ιάκχου στην Πομπή Αθήνα – Ελευσίνα.
Υδρανός. Αξιωματούχος επιφορτισμένος με τον καθαρμό των Μυστών, τους οποίους ράντιζε με νερό. Ο Ησύχιος τον αποκαλεί καθαρτήρα των Μυστηρίων. Στη στήλη του μουσείου της Ελευσίνας, εικονίζεται η ίδια η Περσεφόνη με την ιδιότητα της Υδρανού.
Νεοκόρος. Υπεύθυνος καθαρισμού και καλλωπισμού του Ιερού.
Παις αφ’εστίας. Λειτουργός ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Φαίνεται πως ήταν ένα αγόρι (μεταγενέστερα και κορίτσι) που ανήκε σε μια από τις αριστοκρατικές και σημαντικές οικογένειες των Αθηνών. Επιλεγόταν με ψηφοφορία κάθε χρόνο για να μυηθεί με δαπάνες της πολιτείας. Το αγόρι αυτό θεωρείτο ότι εκπορευόταν από την Εστία των Αθηνών. Ο τίτλος στην πραγματικότητα σήμαινε «το αγόρι που μυείται στα Μυστήρια από την Εστία των Αθηνών» για να αντιπροσωπεύσει τις ελπίδες της πόλης. Η συμμετοχή του αποτελούσε εγγύηση της εύνοιας των Θεαινών προς την Πόλη και ίσως της ιδιαίτερης εύνοιάς τους προς τη νέα γενιά. Το αξίωμα αποτελούσε μεγάλη τιμή για τα παιδιά. Μικρά αγάλματα αγοριών και κοριτσιών που είχαν αυτό το αξίωμα επιτρεπόταν να τοποθετηθούν στο Ιερό.
Θυσιάδες. Ιέρειες της Περσεφόνης.
Ο Νεστόριος, ο τελευταίος νόμιμος Ιεροφάντης της Ελευσίνας, ανήγγειλε «την αρχή της μεγάλης πνευματικής Νύχτας της Ανθρωπότητας», όταν το 396 ο βασιλιάς των Γότθων Αλάριχος, συνοδευόμενος από Χριστιανούς ιερείς και μοναχούς κατέστρεψε το ιερό της Ελευσίνας και θανάτωσε όλο το ιερατείο. Το τέλος των Ελευσινίων αναφέρεται από τον ιστορικό Ευνάπιο, ο οποίος είχε μυηθεί κι ο ίδιος στα Μυστήρια κι είχε γίνει Ιεροφάντης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html