Μικρή αφήγηση για την περιέργεια του αρχαιολόγου, στον οποίο χρωστάμε την ανακάλυψη της αρχαίας κρητικής πολιτείας της Κνωσού.
«…*Το 1893 ένας βρεταννός αρχαιολόγος, ο Dr. Arthur Evans, ηγόρασεν εις τας Αθήνας μερικούς γαλακτολίθους από Ελληνίδας που τους εφορούσαν ως φυλακτά. Εκίνησαν την περιέργεια του τα ιερογλυφικά που ήσαν χαραγμένα επάνω των και που κανείς δεν ημπορούσε να διαβάση. Ανακαλύπτων ότι οι πέτρες προήρχοντο από την Κρήτην, επήγεν εκεί και εγύρισεν όλο το νησί συλλέγων, καθώς επίστευε, δείγματα της αρχαίας Κρητικής γραφής. Το 1895 ηγόρασεν ένα μέρος και το 1900 το υπόλοιπον της τοποθεσίας, που ο Σλήμαν και η Γαλλική Σχολή των Αθηνών είχαν ταυτίσει με την Κνωσόν. Και εντός εννέα εβδομάδων εκείνης της ανοίξεως ανασκάπτων πυρετωδώς με εκατόν πενήντα άνδρας, εξέθαψε τον πλουσιώτερον θησαυρόν της συγχρόνου ιστορικής ερεύνης – το ανάκτορον του Μίνωος.
Τίποτε, ως τότε γνωστόν από την αρχαιότητα, δεν ημπορούσε να φθάση την απεραντοσύνην αυτού του πολύπλοκου κτηρίου, που ως φαίνεται ήτο όμοιον με τον σχεδόν ατελείωτον Λαβύρινθον, τον τόσον ξαξουστόν εις τους αρχαίους ελληνικούς μύθους του Μίνωος, του Δαιδάλου, του Θησέως, της Αριάδνης και του Μινωταύρου. Εις αυτά και εις άλλα ερείπια, ως επιβεβαιώσις της διαισθήσεως του Evans, ευρέθησαν χιλιάδες σφραγίδες και πήλιναι πινακίδες με χαρακτήρας ως εκείνοι που του είχαν κινήσει την περιέργειαν. Από τας πυρκαϊάς, αι οποίαι είχαν καταστρέψει τα ανάκτορα της Κνωσού, είχαν σωθεί αυταί αι πινακίδες · αλλά αι επιγραφαί των δεν απεκρυπτογραφήθησαν και εξακολουθούσαν να κρύπτουν την παλαιάν ιστορίαν του Αιγαίου.
Ο Evans για την επιμονή και την αφοσίωση του στην αρχαιολογία και την υπόθεση της Κνωσού ειδικώς χρίστηκε ιππότης το 1911.
Από τις πρώτες μπροσούρες δημοσιοποίησης της μεγάλης αρχαιολογικής ανακάλυψης στην Κνωστό, photo credit: arthistoryresources.net
Έτρεξαν εις την Κρήτην μελετηταί από όλας τα χώρας. Ενώ ο Evans ειργάζετο εις την Κνωσόν, μία ομάς από αποφασιστικούς Ιταλούς – Halbherr, Pernier, Savigoni, Palibeni – εξέθαψεν εις την Αγίαν Τριάδα μίαν σαρκοφάγον ζωγραφισμένην με διαφωτιστικάς σκηνάς της κρητικής ζωής και απεκάλυψεν εις την Φαιστόν εν ανάκτορον που ήτο κατά τι ολιγώτερον εκτεταμένον από τον των Βασιλέων της Κωνσού. Εν τω μεταξύ, δύο Αμερικανοί, ο Seager και η κ. Hawes, έκαμον ανακαλύψεις εις την Βασιλικήν, εις την Μόχλον και εις τα Γκουρνιά. Οι Βρεταννοί Hogarth, Bonsanquet, Dawkins, Myres, εξηρεύνησαν το Παλαίκαστρο, το Ψυχρό και την Ζάκρον. Ενδιαφέρθηκαν και οι ίδιοι οι Κρητικοί και ο Ξανθουδίδης και ο Χατζηδάκις ανέσκαψαν αρχαίας κατοικίας, σπήλαια και τάφους εις το Αρκαλοχώρι, εις την Τύλισσον, εις την Κουμάσα και εις το Χαμαίζι. Τα μισά έθνη της Ευρώπης. Τα μισά έθνη της Ευρώπης ηνώθησαν κάτω από την σημαίαν της επιστήμης, ακριβώς η ιδία γενεά, της οποίας όλοι οι πολιτικοί ετοιμάζοντο δια πόλεμον.
Πώς επρόκειτο να ταξινομηθεί όλον αυτό το υλικόν – αυτά τα ανάκτορα, αι εικόνες, τα αγάλματα, αι σφραγίδες, τα βάζα, τα μέταλλα, αι πινακίδες και τα ανάγλυφα; Εις ποίαν περίοδον του παρελθόντος έπρεπε να αποδοθούν; Με αβεβαιότητα, αλλά με ολοέν μεγαλυτέραν επιβεβαίωσιν καθώς επροχωρούσεν η έρευνα και ηύξανεν η γνώσις, ο Evans εχρονολόγησε τα λείψανα, ανάλογα με το βάθος του στρώματος των, την κλίμακα των ρυθμών των αγγείων και την σύμπτωσιν των κρητικών ευρημάτων, εις σχήμα ή εις μοτίβο με παρόμοια αντικείμενα, που εβγήκαν από χώματα, των οποίων η χρονολογία ήτο περίπου γνωστή. Ανασκάπτων υπομονετικά κάτω από την Κνωσόν, ευρέθη ενώπιον παρθένου βράχου εις βάθος περίπου σαράντα τριών ποδών κάτων από την επιφάνειαν της γης.
Ο Έβανς με λευκό κοστούμι, πιθανότατα το 1905, επιθεωρεί τις εργασίες αποκατάστασης των ευρημάτων, photo credit: arthistoryresources.net
Το κάτω μέρος του χώρου, που είχεν ανασκαφή, είχε λείψανα χαρακτηριστικά της Νεολιθικής Εποχής – πρωτογόνους μορφάς χειροποιήτων αγγείων με απλούν γραμμικόν διάκοσμον, κλωστικά και υφαντικά εργαλεία, χονδράς θεάς από ζωγραφισμένον στεατίτην ή πηλόν, εργαλεία και όπλα από γυαλισμένη πέτρα, αλλά τίποτε από χαλκόν ή ορείχαλκον.
Ταξινομών τα αγγεία και συσχετίζων τα λείψανα με τα ευρήματα της αρχαίας Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, ο Evans διήρεσε τον μετανεολιθικόν και προϊστορικόν πολιτισμόν της Κρήτης εις τρεις εποχάς, Πρώτην, Μέσην και Τελευταίαν Μινωικήν και κάθε μίαν από αυτάς εις τρεις περιόδους.
Η πρώτη ή η χαμηλοτέρα εμφάνισις χαλκού εις τα στρώματα, σύμφωνα με εν είδος αρχαιολογικής στενογραφίας, αντιπροσωπεύει δι’ ημάς την αργήν άνοδον ενός νέου πολιτισμού από το νεολιθικόν στάδιον. Εις το τέλος της Πρώτης Μινωικής εποχής οι Κρήτες μανθάνουν να αναμιγνύουν τον χαλκόν με τον λευκοσίδηρον και τότε αρχίζει η εποχή του Ορείχαλκου. Εις την Μέσην Μινωικήν παρουσιάζονται τα πρώτα ανάκτορα. Οι πρίγκιπες της Κνωσού, της Φαιστού και της Μάλλιας κτίζουν πολυτελείς κατοικίας με αμέτρητα δωμάτια, ευρυχώρους αποθήκας, ειδικευμένα εργαστήρια, βωμούς και ναούς και μεγάλα αποχευτευτικά έργα, που ξαφνιάζουν το αγέρωχο μάτι των Δυτικών.
Το ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Έβανς όταν επισκέφθηκε την Κρήτη τo 1896
Τα αγγεία λαμβάνουνμία πολύχρωμον λαμπρότητα, οι τοίχοι στολίζονται με χαριτωμένα ανάγλυφα και από τα ιερογλυφικά του περασμένου αιώνος παράγεται δια της εξελίξεως μία γραμμική γραφή. Κατά το τέλος της Μέσης Μινωικής ΙΙ εποχής, κάποια παράξενη καταστροφή αφήνει την σφραγίδα της εις τα στρώματα · το ανάκτορον της Κνωσού κρημνίζεται ωσάν από σπασμόν της γης ή ίσως από επίθεσιν της Φαιστού, της οποίας το ανάκτορον δι’ αρκετόν καιρόν σώζεται.
Αλ’ ολίγον αργότερα παρομοία καταστροφή επιπίπτει επί της Φαιστού, Μόχλου της Γουρνιάς, του Παλαικάστρου και επί πολλών άλλων πόλεων της νήσου. Τα αγγεία σκεπάζονται με αιθάλην και τα μεγάλα δοχεία εντός των αποθηκών γεμίζουν με συντρίμματα. Η Μέση Μινωική ΙΙ εποχή είναι περίοδος σχετικής στασιμότητας, καθ’ ην ίσως ο κόσμος της νοτιοανατολικής Μεσογείου διεταράχθη από την κατάκτησιν της Αιγύπτου υπό των Υξώς.
Η αποκατάσταση της Αίθουσας του Θρόνου, photo credit: arthistoryresources.net
Κατά την τελευταίαν Μινωικήν εποχήν όλα αρχίζουν εξ αρχής. Η υπομονετική ανθρωπότης, κατόπιν εκάστου κατακλυσμού, ανανεώνει τα ελπίδας της, αναλαμβάνει θάρρος και αρχίζει πάλιν να κτίζη. Νέα και ωραιότερα ανάκτορα ανυψώνονται εις την Κνωσόν, εις την Φαιστόν, εις την Τύλισσον, εις την Αγίαν Τριάδα και εις την Γουρνιάν. Η μεγαλοπρεπής έκτασις, το πενταόροφον ύψος και ο πολυτελής διάκοσμος των πριγκιπικών αυτών κατοικιών φανερώνουν έναν τοιούτον πλούτον, που η Ελλάς δεν επρόκειτο να γνωρίση μέχρι της εποχής του Περικλέους. Κτίζονται θέατρα εις τας αυλάς των ανακτόρων και θέατρα μονομαχιών, εις τα οποία άνδρες και γυναίκες εμπλέκονται εις θανάσιμον πάλην με θηρία · εκεί διασκεδάζουν κύριοι και κυρίαι, των οποίων τα πρόσωπα ζουν ακόμη απεικονισμένα εις τας τοιχογραφίας.
Αι ανάγκαι πολλαπλασιάζονται, τα γούστα εξευγενίζονται και η λογοτεχνία ανθεί. Χιλιάδες βιομηχανιών επιτρέπουν εις τους πτωχούς να ευημερήσουν και προμηθεύουν ανέσεις εις τους πλουσίους. Αι βασιλικαί αίθουσαι είναι πλήρεις από γραμματείς, που καταγράφουν εμπορεύματα, τα οποία διανέμονται ή παραλαμβάνονται · από καλλιτέχνας τεχνουργούντας αγάλματα, αγγεία ή τοιχογραφίας · από ανωτέρους κρατικούς λειτουργούς που συσκέπτονται, δικάζουν ή στέλλουν έγγραφα σφραγισμένα με τα περιτέχνους σφραγίδας των, ενώ πρίγκιπες με μέσην σφηκός και αρχόντισσαι με κοσμήματα και συναρπαστικάς εξώμους εσθήτας κάθηνται εις βασιλικά συμπόσια πλησίον τραπεζώ που λάμπουν από ορείχαλκον και χρυσόν. Ο 16ος και ο 15ος αιών π.Χ είναι το ζενίθ του Αιγαίου πολιτισμού, ο κλασσικός και χρυσούς αιών της Κρήτης».
* O Dr. Arthur Evans πεθαίνει στις 11/7/1941, αφήνοντας πίσω του μια στέρεη, αδιάψευστη αρχαιολογική ανακάλυψη. Το παραπάνω απόσπασμα περιγραφής της πορείας, που η περιέργεια του δημιούργησε, είναι από τον Β’ Τόμο της «Παγκοσμίου Ιστορίας του Πολιτισμού» του Will Durant, Εκδόσεις Αφοί Συρόπουλοι, 1969. Έχει διατηρηθεί η ορθογραφία και η σύνταξη της αρχικής έκδοσης (σελ.12-15).
Πηγή
«…*Το 1893 ένας βρεταννός αρχαιολόγος, ο Dr. Arthur Evans, ηγόρασεν εις τας Αθήνας μερικούς γαλακτολίθους από Ελληνίδας που τους εφορούσαν ως φυλακτά. Εκίνησαν την περιέργεια του τα ιερογλυφικά που ήσαν χαραγμένα επάνω των και που κανείς δεν ημπορούσε να διαβάση. Ανακαλύπτων ότι οι πέτρες προήρχοντο από την Κρήτην, επήγεν εκεί και εγύρισεν όλο το νησί συλλέγων, καθώς επίστευε, δείγματα της αρχαίας Κρητικής γραφής. Το 1895 ηγόρασεν ένα μέρος και το 1900 το υπόλοιπον της τοποθεσίας, που ο Σλήμαν και η Γαλλική Σχολή των Αθηνών είχαν ταυτίσει με την Κνωσόν. Και εντός εννέα εβδομάδων εκείνης της ανοίξεως ανασκάπτων πυρετωδώς με εκατόν πενήντα άνδρας, εξέθαψε τον πλουσιώτερον θησαυρόν της συγχρόνου ιστορικής ερεύνης – το ανάκτορον του Μίνωος.
Τίποτε, ως τότε γνωστόν από την αρχαιότητα, δεν ημπορούσε να φθάση την απεραντοσύνην αυτού του πολύπλοκου κτηρίου, που ως φαίνεται ήτο όμοιον με τον σχεδόν ατελείωτον Λαβύρινθον, τον τόσον ξαξουστόν εις τους αρχαίους ελληνικούς μύθους του Μίνωος, του Δαιδάλου, του Θησέως, της Αριάδνης και του Μινωταύρου. Εις αυτά και εις άλλα ερείπια, ως επιβεβαιώσις της διαισθήσεως του Evans, ευρέθησαν χιλιάδες σφραγίδες και πήλιναι πινακίδες με χαρακτήρας ως εκείνοι που του είχαν κινήσει την περιέργειαν. Από τας πυρκαϊάς, αι οποίαι είχαν καταστρέψει τα ανάκτορα της Κνωσού, είχαν σωθεί αυταί αι πινακίδες · αλλά αι επιγραφαί των δεν απεκρυπτογραφήθησαν και εξακολουθούσαν να κρύπτουν την παλαιάν ιστορίαν του Αιγαίου.
Ο Evans για την επιμονή και την αφοσίωση του στην αρχαιολογία και την υπόθεση της Κνωσού ειδικώς χρίστηκε ιππότης το 1911.
Από τις πρώτες μπροσούρες δημοσιοποίησης της μεγάλης αρχαιολογικής ανακάλυψης στην Κνωστό, photo credit: arthistoryresources.net
Έτρεξαν εις την Κρήτην μελετηταί από όλας τα χώρας. Ενώ ο Evans ειργάζετο εις την Κνωσόν, μία ομάς από αποφασιστικούς Ιταλούς – Halbherr, Pernier, Savigoni, Palibeni – εξέθαψεν εις την Αγίαν Τριάδα μίαν σαρκοφάγον ζωγραφισμένην με διαφωτιστικάς σκηνάς της κρητικής ζωής και απεκάλυψεν εις την Φαιστόν εν ανάκτορον που ήτο κατά τι ολιγώτερον εκτεταμένον από τον των Βασιλέων της Κωνσού. Εν τω μεταξύ, δύο Αμερικανοί, ο Seager και η κ. Hawes, έκαμον ανακαλύψεις εις την Βασιλικήν, εις την Μόχλον και εις τα Γκουρνιά. Οι Βρεταννοί Hogarth, Bonsanquet, Dawkins, Myres, εξηρεύνησαν το Παλαίκαστρο, το Ψυχρό και την Ζάκρον. Ενδιαφέρθηκαν και οι ίδιοι οι Κρητικοί και ο Ξανθουδίδης και ο Χατζηδάκις ανέσκαψαν αρχαίας κατοικίας, σπήλαια και τάφους εις το Αρκαλοχώρι, εις την Τύλισσον, εις την Κουμάσα και εις το Χαμαίζι. Τα μισά έθνη της Ευρώπης. Τα μισά έθνη της Ευρώπης ηνώθησαν κάτω από την σημαίαν της επιστήμης, ακριβώς η ιδία γενεά, της οποίας όλοι οι πολιτικοί ετοιμάζοντο δια πόλεμον.
Πώς επρόκειτο να ταξινομηθεί όλον αυτό το υλικόν – αυτά τα ανάκτορα, αι εικόνες, τα αγάλματα, αι σφραγίδες, τα βάζα, τα μέταλλα, αι πινακίδες και τα ανάγλυφα; Εις ποίαν περίοδον του παρελθόντος έπρεπε να αποδοθούν; Με αβεβαιότητα, αλλά με ολοέν μεγαλυτέραν επιβεβαίωσιν καθώς επροχωρούσεν η έρευνα και ηύξανεν η γνώσις, ο Evans εχρονολόγησε τα λείψανα, ανάλογα με το βάθος του στρώματος των, την κλίμακα των ρυθμών των αγγείων και την σύμπτωσιν των κρητικών ευρημάτων, εις σχήμα ή εις μοτίβο με παρόμοια αντικείμενα, που εβγήκαν από χώματα, των οποίων η χρονολογία ήτο περίπου γνωστή. Ανασκάπτων υπομονετικά κάτω από την Κνωσόν, ευρέθη ενώπιον παρθένου βράχου εις βάθος περίπου σαράντα τριών ποδών κάτων από την επιφάνειαν της γης.
Ο Έβανς με λευκό κοστούμι, πιθανότατα το 1905, επιθεωρεί τις εργασίες αποκατάστασης των ευρημάτων, photo credit: arthistoryresources.net
Το κάτω μέρος του χώρου, που είχεν ανασκαφή, είχε λείψανα χαρακτηριστικά της Νεολιθικής Εποχής – πρωτογόνους μορφάς χειροποιήτων αγγείων με απλούν γραμμικόν διάκοσμον, κλωστικά και υφαντικά εργαλεία, χονδράς θεάς από ζωγραφισμένον στεατίτην ή πηλόν, εργαλεία και όπλα από γυαλισμένη πέτρα, αλλά τίποτε από χαλκόν ή ορείχαλκον.
Ταξινομών τα αγγεία και συσχετίζων τα λείψανα με τα ευρήματα της αρχαίας Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, ο Evans διήρεσε τον μετανεολιθικόν και προϊστορικόν πολιτισμόν της Κρήτης εις τρεις εποχάς, Πρώτην, Μέσην και Τελευταίαν Μινωικήν και κάθε μίαν από αυτάς εις τρεις περιόδους.
Η πρώτη ή η χαμηλοτέρα εμφάνισις χαλκού εις τα στρώματα, σύμφωνα με εν είδος αρχαιολογικής στενογραφίας, αντιπροσωπεύει δι’ ημάς την αργήν άνοδον ενός νέου πολιτισμού από το νεολιθικόν στάδιον. Εις το τέλος της Πρώτης Μινωικής εποχής οι Κρήτες μανθάνουν να αναμιγνύουν τον χαλκόν με τον λευκοσίδηρον και τότε αρχίζει η εποχή του Ορείχαλκου. Εις την Μέσην Μινωικήν παρουσιάζονται τα πρώτα ανάκτορα. Οι πρίγκιπες της Κνωσού, της Φαιστού και της Μάλλιας κτίζουν πολυτελείς κατοικίας με αμέτρητα δωμάτια, ευρυχώρους αποθήκας, ειδικευμένα εργαστήρια, βωμούς και ναούς και μεγάλα αποχευτευτικά έργα, που ξαφνιάζουν το αγέρωχο μάτι των Δυτικών.
Το ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Έβανς όταν επισκέφθηκε την Κρήτη τo 1896
Τα αγγεία λαμβάνουνμία πολύχρωμον λαμπρότητα, οι τοίχοι στολίζονται με χαριτωμένα ανάγλυφα και από τα ιερογλυφικά του περασμένου αιώνος παράγεται δια της εξελίξεως μία γραμμική γραφή. Κατά το τέλος της Μέσης Μινωικής ΙΙ εποχής, κάποια παράξενη καταστροφή αφήνει την σφραγίδα της εις τα στρώματα · το ανάκτορον της Κνωσού κρημνίζεται ωσάν από σπασμόν της γης ή ίσως από επίθεσιν της Φαιστού, της οποίας το ανάκτορον δι’ αρκετόν καιρόν σώζεται.
Αλ’ ολίγον αργότερα παρομοία καταστροφή επιπίπτει επί της Φαιστού, Μόχλου της Γουρνιάς, του Παλαικάστρου και επί πολλών άλλων πόλεων της νήσου. Τα αγγεία σκεπάζονται με αιθάλην και τα μεγάλα δοχεία εντός των αποθηκών γεμίζουν με συντρίμματα. Η Μέση Μινωική ΙΙ εποχή είναι περίοδος σχετικής στασιμότητας, καθ’ ην ίσως ο κόσμος της νοτιοανατολικής Μεσογείου διεταράχθη από την κατάκτησιν της Αιγύπτου υπό των Υξώς.
Η αποκατάσταση της Αίθουσας του Θρόνου, photo credit: arthistoryresources.net
Κατά την τελευταίαν Μινωικήν εποχήν όλα αρχίζουν εξ αρχής. Η υπομονετική ανθρωπότης, κατόπιν εκάστου κατακλυσμού, ανανεώνει τα ελπίδας της, αναλαμβάνει θάρρος και αρχίζει πάλιν να κτίζη. Νέα και ωραιότερα ανάκτορα ανυψώνονται εις την Κνωσόν, εις την Φαιστόν, εις την Τύλισσον, εις την Αγίαν Τριάδα και εις την Γουρνιάν. Η μεγαλοπρεπής έκτασις, το πενταόροφον ύψος και ο πολυτελής διάκοσμος των πριγκιπικών αυτών κατοικιών φανερώνουν έναν τοιούτον πλούτον, που η Ελλάς δεν επρόκειτο να γνωρίση μέχρι της εποχής του Περικλέους. Κτίζονται θέατρα εις τας αυλάς των ανακτόρων και θέατρα μονομαχιών, εις τα οποία άνδρες και γυναίκες εμπλέκονται εις θανάσιμον πάλην με θηρία · εκεί διασκεδάζουν κύριοι και κυρίαι, των οποίων τα πρόσωπα ζουν ακόμη απεικονισμένα εις τας τοιχογραφίας.
Αι ανάγκαι πολλαπλασιάζονται, τα γούστα εξευγενίζονται και η λογοτεχνία ανθεί. Χιλιάδες βιομηχανιών επιτρέπουν εις τους πτωχούς να ευημερήσουν και προμηθεύουν ανέσεις εις τους πλουσίους. Αι βασιλικαί αίθουσαι είναι πλήρεις από γραμματείς, που καταγράφουν εμπορεύματα, τα οποία διανέμονται ή παραλαμβάνονται · από καλλιτέχνας τεχνουργούντας αγάλματα, αγγεία ή τοιχογραφίας · από ανωτέρους κρατικούς λειτουργούς που συσκέπτονται, δικάζουν ή στέλλουν έγγραφα σφραγισμένα με τα περιτέχνους σφραγίδας των, ενώ πρίγκιπες με μέσην σφηκός και αρχόντισσαι με κοσμήματα και συναρπαστικάς εξώμους εσθήτας κάθηνται εις βασιλικά συμπόσια πλησίον τραπεζώ που λάμπουν από ορείχαλκον και χρυσόν. Ο 16ος και ο 15ος αιών π.Χ είναι το ζενίθ του Αιγαίου πολιτισμού, ο κλασσικός και χρυσούς αιών της Κρήτης».
* O Dr. Arthur Evans πεθαίνει στις 11/7/1941, αφήνοντας πίσω του μια στέρεη, αδιάψευστη αρχαιολογική ανακάλυψη. Το παραπάνω απόσπασμα περιγραφής της πορείας, που η περιέργεια του δημιούργησε, είναι από τον Β’ Τόμο της «Παγκοσμίου Ιστορίας του Πολιτισμού» του Will Durant, Εκδόσεις Αφοί Συρόπουλοι, 1969. Έχει διατηρηθεί η ορθογραφία και η σύνταξη της αρχικής έκδοσης (σελ.12-15).
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html