«... Σε κάποιο βαθμό, καταλαβαίνω το δέσιμο των Βρετανών με τα Μάρμαρα, επειδή αν αυτά βρίσκονταν στην Ουάσινγκτον, όπου κατοικώ, ούτε κι εγώ θα ήθελα να τα δω να φεύγουν. Αλλά η αρχιτεκτονική και η γλυπτική του μνημείου πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να επανενωθούν. Αυτό είναι ακόμα πιο εμφανές όταν βλέπουμε μια μαρμάρινη μετόπη που σώζεται σχεδόν ολόκληρη, η οποία έχει μια
γύψινη αναπαράσταση του κεφαλιού μιας μορφής, και η επεξηγηματική πινακίδα γράφει ότι το κεφάλι είναι στο Λονδίνο.
Επισκέφτηκα το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης με ένα γκρουπ τουριστών μόλις τρεις εβδομάδες μετά τα εγκαίνιά του. Όταν έφτασα στον τελευταίο όροφο, έβαλα τα κλάματα, ένιωσα απέραντο θαυμασμό και υπερηφάνεια για το πόσο όμορφο ήταν. Ο γυάλινος τοίχος με τη θέα προς τον Παρθενώνα και η νότια πλαγιά της Ακρόπολης συνδέονται με τα Γλυπτά με έναν πανέμορφο τρόπο».
Η Νταϊάν Χάρις Κλάιν, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον των ΗΠΑ, συγγραφέας του βιβλίου «Οι Αρχαίοι Έλληνες. Μία Εικονογραφημένη Ιστορία» (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα), που βασίζεται στη σειρά ντοκιμαντέρ The Greeks του National Geographic, απαντά στις ερωτήσεις της Huffpost Greece, λίγες ημέρες πριν από την άφιξη της στην Αθήνα ή, πιο σωστά, την επιστροφή της.
Η θέση της για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και το Βρετανικό Μουσείο, η σημασία της Αρχαιολογίας σε έναν κόσμο ψηφιακό που αλλάζει με τόσο υψηλές ταχύτητες, η αγαπημένη της ελληνική λέξη, ο τρόπος που αντιμετώπιζαν οι αρχαίοι Έλληνες τη ζωή, η πρώτη φορά που ήρθε στην Αθήνα, το μακρινό 1976.
Κι ακόμη, η Αργολίδα και η Αρκαδία, η Ρόδος και η Πάτμος, οι Δελφοί, «το χώμα της πλαγιάς του Παρνασσού», οι ανεμώνες στην Ολυμπία, «το ξεχωριστό συναίσθημα όταν στέκεσαι νωρίς το πρωί μέσα στον Παρθενώνα, πριν ανοίξει για το κοινό».
«Αυτή είναι η ιστορία των αρχαίων Ελλήνων, η κληρονομιά των οποίων παραμένει το θεμέλιο του δυτικού πολιτισμού. Αυτή η έκδοση εξηγεί πως δημιούργησαν τον πιο πεφωτισμένο πολιτισμό του αρχαίου κόσμου από το 6.000 π.Χ. μέχρι τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., και πώς η αρχαιολογία, αλλά και οι νέες επιστημονικές τεχνικές, μας αποκαλύπτουν ακόμα πτυχές του ελληνικού πολιτισμού που μέχρι τώρα μας ήταν άγνωστες» γράφει η Αμερικανίδα ιστορικός στην εισαγωγή του βιβλίου, που είναι γραμμένο όχι μόνο με γνώση αλλά και με αγάπη.
Η 230 σελίδων προσεγμένη έκδοση με την πλούσια εικονογράφηση είναι χωρισμένη σε τρία μεγάλα κεφάλαια: Αρχίζοντας από την Αυγή των Ελλήνων (6000-1177 π.Χ.), συνεχίζοντας στην Ακμή των Ελλήνων (1177-508 π.Χ.) και καταλήγοντας στο Απόγειο της δόξας (508-323 π.Χ.) της Κλασικής Περιόδου.
Περιέχει κατατοπιστικούς χάρτες, αλλά και ποικίλα θέματα, όπως η μητριαρχική κοινωνία των Μινωιτών και οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, καθώς και τα πρώιμα τεχνολογικά επιτεύγματα, όπως οι μηχανισμοί ψηφοφορίας και οι κλεψύδρες και παρενθετικά δίνει χώρο σε (δελεαστικές) παράλληλες προς τη μεγάλη ιστορία, ιστορίες, θρύλους και υποθέσεις, όπως για παράδειγμα το ερώτημα Ήταν η Σαντορίνη η αρχαία Ατλαντίδα;
-Κυρία Κλάιν, η Αρχαιολογία μας δίνει πρόσβαση στο παρελθόν και μία οδό κατανόησης των πολλών όσο και διαφορετικών πτυχών της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ποια η σημασία της στη σύγχρονη κοινωνία και τι σημαίνει στην ψηφιακή εποχή, σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει και μάλιστα με τόσο ταχείς ρυθμούς;
Ζούμε σε έναν πολύπλοκο, γρήγορο κόσμο. Χρειαζόμαστε την ικανότητα να σκεφτόμαστε με μη-γραμμικό τρόπο, όπως ο Θεμιστοκλής στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, αλλά και να μη βιαζόμαστε, εξετάζοντας τις καταστάσεις από κάθε πλευρά, όπως θα έκανε ο Πυθαγόρας.
Τα εφήμερα και βραχύβια είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μας, όπως οι ειδήσεις που μπορεί να παρακολουθήσουμε στην τηλεόραση και την επόμενη μέρα θα αντικατασταθούν από νέα ρεπορτάζ, ή το Twitter, όπου τα νέα μηνύματα αντικαθιστούν τα παλιά επί 24ώρου βάσεως. Πλέον όλα ανακυκλώνονται, ή πετιούνται στα σκουπίδια.
Η φιλοξενία είναι η ομηρική ιδέα ότι ο οποιοσδήποτε, ένας ξένος, ένας ζητιάνος, μπορεί να είναι ένας μεταμορφωμένος θεός, συνεπώς πρέπει να του φερθείς με καλοσύνη
Οι αρχαίοι έφτιαχναν μνημεία που άντεχαν στον χρόνο, κι έγραφαν τις «ειδήσεις» τους σε μάρμαρο, κατασκεύαζαν μνημεία και αρχιτεκτονικά θαύματα που θα κρατούσαν για ολόκληρους αιώνες. Είχαν στραμμένο το βλέμμα τους στη διάρκεια, όπως θα έπρεπε να κάνουμε κι εμείς. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι έγραψε την ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, «όχι ως αγώνισμα με σκοπό να κερδίσει την εύνοια της στιγμής, αλλά ως κτήμα παντοτινό».
Στα συμπεράσματά μου, (σελ. 214), γράφω, «Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι εξίσου σοβαρά με αυτά που αντιμετώπιζαν οι αρχαίοι Έλληνες. Χρειαζόμαστε τη σοφία της Αθηνάς, τη δικαιοσύνη της Θέμιδας, και την αυτοπεποίθηση του Δία για να τα υπερβούμε. Χρειαζόμαστε τη λογική του Αριστοτέλη, την αναζήτηση της αλήθειας του Πλάτωνα, και τη συνείδηση του Σωκράτη. Χρειαζόμαστε τον ιδεαλισμό τους…
Οι αρχαίοι Έλληνες αντιμετώπιζαν τη ζωή με χιούμορ και απόλαυση, επιζητώντας την ευτυχία μέσα από τη φιλία, τις αισθητικές απολαύσεις και την αυτοβελτίωση. Ας τους θυμόμαστε και ας αντλούμε τα διδάγματά τους σε κάθε ηλικία και γενιά».
-Στο τέλος του βιβλίου, στις «Ευχαριστίες», σημειώνετε: «Προς τους ακαδημαϊκούς μου συναδέλφους των ανθρωπιστικών επιστημών: Αυτό το βιβλίο δεν απευθύνεται σε εσάς. Απευθύνεται στους γονείς σας, τους φίλους σας και τα παιδιά σας, ώστε να καταλάβουν τι είναι αυτό που σας έχει γοητεύσει όλα αυτά τα χρόνια». Υποθέτω το να γράφει κανείς για το ευρύ κοινό, δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται. Πως πήρατε την απόφαση;
Επειδή έχω περάσει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ελλάδα, έχω όλες αυτές τις ολοζώντανες εικόνες στο μυαλό μου, όπως το χρώμα του χώματος στην πλαγιά του Παρνασσού στους Δελφούς, τις ανεμώνες στην Ολυμπία, και το ξεχωριστό συναίσθημα όταν στέκεσαι νωρίς το πρωί μέσα στον Παρθενώνα, πριν ανοίξει για το κοινό. Αυτές οι γεμάτες πνευματικότητα εικόνες έδωσαν μεγαλύτερη ζωντάνια στις πανεπιστημιακές μου διαλέξεις.
Αλλά διαπιστώνω όλο και περισσότερο ότι οι φοιτητές μου και τα μέλη του ακροατηρίου μου δεν διαθέτουν αυτές τις ειδικές γνώσεις. Όταν λέω «Δελφοί», δεν τους έρχονται συγκεκριμένες εικόνες στο μυαλό. Δεν βλέπουν απολύτως τίποτα.
Έζησα στην Αθήνα από το 1987 ως το 1990, ενώ έγραφα τη διδακτορική μου διατριβή
Αυτό το βιβλίο, με τις 200 εικονογραφήσεις, μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση αυτού ακριβώς του προβλήματος. Πέρα από τη διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσινγκτον, έχω τη χαρά να συνοδεύω γκρουπ τουριστών, σχεδόν κάθε χρόνο.
Συνήθως, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι επισκέπτονται για πρώτη φορά την Ελλάδα, και κάνουν την κρουαζιέρα τους, ή το ταξίδι με λεωφορείο, μέσω του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν, ή των εκδρομών του National Geographic. Λατρεύω να μυώ τους επισκέπτες αυτούς στον κόσμο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και αρχαιολογίας.
Αλλά, καθώς ταξιδεύω μαζί τους σε όλη την Ελλάδα, διαπιστώνω ότι είτε δεν έχουν βασικές γνώσεις μιας χρονικής περιόδου, είτε δεν τις θυμούνται. Έγραψα το βιβλίο για να καλύψω τις ανάγκες αυτών των επισκεπτών και για να εμπνεύσω άλλους -να έρθουν, να δουν και να νιώσουν πώς είναι να βρίσκεται κανείς στην Ελλάδα.
-Επισκεφθήκατε πρώτη φορά την Ελλάδα πριν από 40 χρόνια. Επιπλέον, έχετε ζήσει τρία χρόνια στην Αθήνα. Ποιες είναι οι πιο έντονες αναμνήσεις που διατηρείτε από την πόλη και τους ανθρώπους της;
Την πρώτη φορά που ήρθα στην Αθήνα, το 1976, θυμάμαι να περπατάω με τα καινούργια δερμάτινα σανδάλια μου στην Πλάκα και να γλιστράω στο μάρμαρο.
Στην Αίγινα, είδα για πρώτη φορά να χτυπάνε τα χταπόδια και να τα κρεμάνε στον ήλιο.
Το 1982 ήρθα με ένα ακαδημαϊκό πρόγραμμα της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών για να επισκεφτώ αρχαιολογικούς χώρους σε ολόκληρη τη χώρα, και θυμάμαι ότι πίναμε φρέσκο χυμό από κεράσια στην Αργολίδα.
Όπως θυμάμαι και την επίσκεψη στον εκτεθειμένο (χωρίς στέγαστρο) ναό του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσες, στην Αρκαδία.
Έζησα στην Αθήνα από το 1987 ως το 1990, ενώ έγραφα τη διδακτορική μου διατριβή, κι από τότε επιστρέφω ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είτε για έρευνα, είτε με φοιτητές μου, είτε με γκρουπ τουριστών.
Ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα μέρη που έχω επισκεφτεί είναι η συναγωγή της Ρόδου, όπου συναντήσαμε δύο πολύ γηραιά μέλη της εβραϊκής κοινότητας, που είχαν επιζήσει από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ένα άλλο αγαπημένο μου νησί είναι η Πάτμος, ενώ πάντα απολαμβάνω ιδιαίτερα μια επίσκεψη στο Ναύπλιο. Υπάρχει ένα εστιατόριο το οποίο επισκέπτομαι από το 1987, Τα Φανάρια, που έχει ακόμα τον ίδιο ιδιοκτήτη, και κάθε φορά με υποδέχεται σαν να είμαι μέλος της οικογένειας.
Κάθε φορά που επισκέπτομαι την Ελλάδα μαθαίνω νέα πράγματα για τη χώρα και συναντώ όμορφους ανθρώπους που με βοηθούν στο ταξίδι της ζωής μου.
-Και η αγαπημένη σας ελληνική λέξη;
Φιλοξενία: Επειδή η φιλοξενία, που κατά κυριολεξία, σημαίνει «αγάπη για τον ξένο», θριαμβεύει επί της ξενοφοβίας. Όποτε εξηγώ στους φοιτητές ή στο κοινό μου αυτό το ξεχωριστό είδος γενναιοδωρίας, τους συναρπάζει η ομηρική ιδέα ότι ο οποιοσδήποτε, ένας ξένος, ή ένας ζητιάνος, μπορεί να είναι ένας μεταμορφωμένος θεός, συνεπώς πρέπει να του φερθείς με φιλοξενία και καλοσύνη.
Η φιλοξενία είναι μια λέξη τόσο δυνατή, που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο πορεύεται κανείς στη ζωή του.
-Τα Γλυπτά του Παρθενώνα πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα (το Νέο Μουσείο Ακρόπολης περιλαμβάνει ειδικά σχεδιασμένο χώρο) ή, κατά τη γνώμη σας, πρέπει να παραμείνουν στο Βρετανικό Μουσείο;
Όταν έγραψα το πρώτο μου βιβλίο για τα αφιερώματα που φυλάσσονται στο εσωτερικό του Παρθενώνα και στο Ερέχθειο, αναγκάστηκα να ταξιδέψω μέχρι το Λονδίνο για να δω δώδεκα μαρμάρινες επιγραφές που είχε πάρει ο Έλγιν. Σε κάποιο βαθμό, καταλαβαίνω το δέσιμο των Βρετανών με τα Μάρμαρα, επειδή αν αυτά βρίσκονταν στην Ουάσινγκτον, όπου κατοικώ, ούτε κι εγώ θα ήθελα να τα δω να φεύγουν. Αλλά η αρχιτεκτονική και η γλυπτική του μνημείου πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να επανενωθούν. Αυτό είναι ακόμα πιο εμφανές όταν βλέπουμε μια μαρμάρινη μετόπη που σώζεται σχεδόν ολόκληρη, η οποία έχει μια γύψινη αναπαράσταση του κεφαλιού μιας μορφής, και η επεξηγηματική πινακίδα γράφει ότι το κεφάλι είναι στο Λονδίνο.
Επισκέφτηκα το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης με ένα γκρουπ τουριστών μόλις τρεις εβδομάδες μετά τα εγκαίνιά του. Όταν έφτασα στον τελευταίο όροφο, έβαλα τα κλάματα, ένιωσα απέραντο θαυμασμό και υπερηφάνεια για το πόσο όμορφο ήταν. Ο γυάλινος τοίχος με τη θέα προς τον Παρθενώνα και η νότια πλαγιά της Ακρόπολης συνδέονται με τα γλυπτά με έναν πανέμορφο τρόπο.
Info
Η συγγραφέας θα μιλήσει για το βιβλίο σε εκδήλωση που διοργανώνουν οι εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», την Τετάρτη 6 Μαρτίου και ώρα 18:00, στο Polis Art Café (Αίθριο Στοάς του Βιβλίου, Πεσμαζόγλου 5).Ομιλητές της εκδήλωσης θα είναι επίσης οι:Δημήτρης Πλάντζος, αναπληρωτής καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας ΕΚΠΑΔιονύσης Μουρελάτος, δρ Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ, καθηγητής-Σύμβουλος ΕΑΠΑλέξανδρος Ηλιόπουλος, μεταφραστής-ιστορικός.Τη συζήτηση θα συντονίσει η Καλλιόπη Κουντούρη, δρ Ιστορίας της Τέχνης, Member of Faculty Hellenic American University.
Η κ. Νταϊάν Χάρις Κλάιν έχει σπουδάσει κλασική φιλολογία και κλασική αρχαιολογία στο Στάνφορντ και το Πρίνστον, ενώ είναι μέλος του προγράμματος Φούλμπραϊτ και έχει ζήσει στην Αθήνα για τρία χρόνια, όταν μελετούσε τα αφιερώματα στη θεά Αθηνά που βρίσκονταν στο εσωτερικό του Παρθενώνα. Έχει εκδώσει ήδη ένα βιβλίο επί του θέματος -«The Treasures of the Parthenon and Erechtheion» (Oxford Monographs on Classical Arcaeology)- ενώ είναι δημοφιλής ομιλήτρια, η οποία συχνά πραγματοποιεί ομιλίες σε κρουαζιέρες στην Ελλάδα, τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ζει στην Ουάσιγκτον μαζί με τον σύζυγο της συγγραφέα Έρικ Κλάιν και τα δυό τους παιδιά.
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html