Μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος. 2002. Πλάτωνος Ίων. Εισαγωγή Π. Καλλιγάς. Αθήνα:
ΣΩ. Το σκέπτομαι, Ίωνα, και θα σου πω αμέσως τι νομίζω ότι συμβαίνει. Αυτό που σε κάνει να λες ωραία πράγματα για τον Όμηρο δεν είναι κάποια ειδική τεχνική γνώση αλλά, όπως έλεγα τώρα δα, θεϊκή δύναμη που σε δονεί, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την πέτρα που ο Ευριπίδης την ονόμασε «μαγνήτη» και ο πολύς κόσμος την λέει «πέτρα του Ηρακλή». Γιατί κι αυτή η πέτρα δεν τραβάει μόνο τα δαχτυλίδια τα σιδερένια, αλλά επιπλέον τους μεταβιβάζει τη δύναμη της ώστε να μπορούν κι αυτά να κάνουν ό,τι η πέτρα, να παρασύρουν δηλαδή μαζί τους άλλα δαχτυλίδια, με αποτέλεσμα μερικές φορές να σχηματίζεται ολόκληρη αρμαθιά από σιδεράκια και δαχτυλίδια πού κρέμονται το ένα από το άλλο' κι όλα αυτά παίρνουν τη δύναμη τους από εκείνη την πέτρα. Έτσι λοιπόν και η Μούσα χαρίζει σε ορισμένους δύναμη θεϊκή και από αυτούς τους ένθεους ανθρώπους κρέμεται έπειτα μια αρμαθιά από άλλους, που διατελούν σε κατάσταση ενθουσιασμού.
Γιατί όλοι οι επικοί ποιητές, οι μεγάλοι, συνθέτουν αυτά τα ωραία ποιήματα όχι χάρη σε κανόνες τεχνικούς αλλά διατελώντας σε κατάσταση θείας έμπνευσης και διακατεχόμενοι από αυτήν, και το ίδιο όλοι οι μεγάλοι λυρικοί ποιητές‡ όπως ακριβώς οι κορυβαντιώντες που όταν χορεύουν δεν είναι στα λογικά τους, έτσι και οι μουσικοί δημιουργούν αυτές τις όμορφες μελωδίες όχι όταν είναι στα λογικά τους, αλλά μόλις τους αγγίζει η αρμονία και ο ρυθμός κυριεύονται από βακχική μανία και διακατέχονται από αυτήν, σαν τις βάκχες που όταν διατελούν σε αυτή την κατάσταση βγάζουν από τα ποτάμια μέλι και γάλα, ενώ όταν είναι στα λογικά τους όχι, όμοια και ή ψυχή των λυρικών ποιητών δημιουργεί, όπως το λένε οι ίδιοι.
Γιατί οι ποιητές μας το λένε, θαρρώ, πώς τα τραγούδια τους τα μαζεύουν σε κήπους και σε λόγγους Μουσών από βρύσες πού στάζουν μέλι, και πώς μας τα φέρνουν όπως οι μέλισσες, πετώντας κι αυτοί έτσι· κι είναι αληθινά όσα λένε. Γιατί ο ποιητής είναι κάτι πολύ ανάλαφρο, που πετάει, κάτι ιερό, και δεν μπορεί να δημιουργήσει προτού να τον κυριέψει ο ενθουσιασμός και πέσει σε έκσταση και πάψει πια να έχει μέσα του λογικό‡ απεναντίας, κάθε άνθρωπος, όσο έχει μέσα του τούτο το πράγμα, το λογικό, αδυνατεί να γράφει ποιήματα ή να δίνει χρησμούς. Αφού λοιπόν αυτά τα πολλά και όμορφα που μας λένε για τα διάφορα πράγματα στα ποιήματα τους, όπως λόγου χάρη εσύ για τον Όμηρο, δεν τα δημιουργούν με τη βοήθεια κάποιων τεχνικών κανόνων αλλά τα οφείλουν σε θεϊκό χάρισμα, καθένας τους μπορεί και δημιουργεί όμορφα μόνον αυτό στο όποιο τον έσπρωξε η Μούσα, άλλος διθυράμβους, άλλος εγκώμια, άλλος χορικούς ύμνους, άλλος έπη, άλλος ιάμβους‡ και καθένας από αυτούς είναι σ' όλα τα άλλα μια μετριότητα. Όσα λοιπόν εκφράζουν δεν τα οφείλουν σε τεχνικούς κανόνες αλλά σε θεϊκό χάρισμα, αφού αν ήξεραν, με βάση την τεχνική, έστω για ένα πράγμα να πουν κάτι όμορφο, τότε θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό και για όλα τα άλλα‡ και γι' αυτό ο θεός τους αφαιρεί την κρίση και τους χρησιμοποιεί ως υπηρέτες του, Όπως τους χρησμωδούς και τους θεϊκούς μάντεις, ώστε να ξέρουμε εμείς που τους άκουμε ότι αυτά τα τόσο αξιόλογα δεν τα λένε εκείνοι ―που νου δεν έχουν―, αλλά ότι αυτός που μιλάει είναι ο ίδιος ο θεός, ο οποίος απευθύνεται διαμέσου εκείνων σ' εμάς. Περίτρανη απόδειξη για όσα λέω είναι ο Τύννιχος από τη Χαλκίδα, ο όποιος δεν έγραψε ποτέ του κανένα άλλο ποίημα που θα άξιζε να το αναφέρει κανείς εκτός από εκείνο τον παιάνα, τον οποίο όλοι ψάλλουν, το ωραιότερο ίσως απ' όλα τα τραγούδια, κυριολεκτικά, όπως κι ο ίδιος το λέει, «εύρημα των Μουσών». Και νομίζω ότι ο θεός μας το έδειξε αυτό κυρίως με τούτη τη συγκεκριμένη περίπτωση, ώστε να μην αμφιβάλλουμε ότι αυτά τα όμορφα δημιουργήματα δεν είναι έργα ανθρώπων ούτε ανήκουν στους ανθρώπους αλλά έργα θεών και ανήκουν στους θεούς, κι ότι οι ποιητές δεν είναι τίποτε άλλο παρά αγγελιαφόροι των θεών ― καθένας του θεού από τον όποιο διακατέχεται. Αυτά θέλοντας να μας φανερώσει ο θεός τραγούδησε το πιο όμορφο τραγούδι εξεπίτηδες μέσα από τα χείλη του πιο ασήμαντου ποιητή‡ ή έχεις την εντύπωση, Ίωνα, ότι δεν τα λεω καλά;
Γιατί όλοι οι επικοί ποιητές, οι μεγάλοι, συνθέτουν αυτά τα ωραία ποιήματα όχι χάρη σε κανόνες τεχνικούς αλλά διατελώντας σε κατάσταση θείας έμπνευσης και διακατεχόμενοι από αυτήν, και το ίδιο όλοι οι μεγάλοι λυρικοί ποιητές‡ όπως ακριβώς οι κορυβαντιώντες που όταν χορεύουν δεν είναι στα λογικά τους, έτσι και οι μουσικοί δημιουργούν αυτές τις όμορφες μελωδίες όχι όταν είναι στα λογικά τους, αλλά μόλις τους αγγίζει η αρμονία και ο ρυθμός κυριεύονται από βακχική μανία και διακατέχονται από αυτήν, σαν τις βάκχες που όταν διατελούν σε αυτή την κατάσταση βγάζουν από τα ποτάμια μέλι και γάλα, ενώ όταν είναι στα λογικά τους όχι, όμοια και ή ψυχή των λυρικών ποιητών δημιουργεί, όπως το λένε οι ίδιοι.
Γιατί οι ποιητές μας το λένε, θαρρώ, πώς τα τραγούδια τους τα μαζεύουν σε κήπους και σε λόγγους Μουσών από βρύσες πού στάζουν μέλι, και πώς μας τα φέρνουν όπως οι μέλισσες, πετώντας κι αυτοί έτσι· κι είναι αληθινά όσα λένε. Γιατί ο ποιητής είναι κάτι πολύ ανάλαφρο, που πετάει, κάτι ιερό, και δεν μπορεί να δημιουργήσει προτού να τον κυριέψει ο ενθουσιασμός και πέσει σε έκσταση και πάψει πια να έχει μέσα του λογικό‡ απεναντίας, κάθε άνθρωπος, όσο έχει μέσα του τούτο το πράγμα, το λογικό, αδυνατεί να γράφει ποιήματα ή να δίνει χρησμούς. Αφού λοιπόν αυτά τα πολλά και όμορφα που μας λένε για τα διάφορα πράγματα στα ποιήματα τους, όπως λόγου χάρη εσύ για τον Όμηρο, δεν τα δημιουργούν με τη βοήθεια κάποιων τεχνικών κανόνων αλλά τα οφείλουν σε θεϊκό χάρισμα, καθένας τους μπορεί και δημιουργεί όμορφα μόνον αυτό στο όποιο τον έσπρωξε η Μούσα, άλλος διθυράμβους, άλλος εγκώμια, άλλος χορικούς ύμνους, άλλος έπη, άλλος ιάμβους‡ και καθένας από αυτούς είναι σ' όλα τα άλλα μια μετριότητα. Όσα λοιπόν εκφράζουν δεν τα οφείλουν σε τεχνικούς κανόνες αλλά σε θεϊκό χάρισμα, αφού αν ήξεραν, με βάση την τεχνική, έστω για ένα πράγμα να πουν κάτι όμορφο, τότε θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό και για όλα τα άλλα‡ και γι' αυτό ο θεός τους αφαιρεί την κρίση και τους χρησιμοποιεί ως υπηρέτες του, Όπως τους χρησμωδούς και τους θεϊκούς μάντεις, ώστε να ξέρουμε εμείς που τους άκουμε ότι αυτά τα τόσο αξιόλογα δεν τα λένε εκείνοι ―που νου δεν έχουν―, αλλά ότι αυτός που μιλάει είναι ο ίδιος ο θεός, ο οποίος απευθύνεται διαμέσου εκείνων σ' εμάς. Περίτρανη απόδειξη για όσα λέω είναι ο Τύννιχος από τη Χαλκίδα, ο όποιος δεν έγραψε ποτέ του κανένα άλλο ποίημα που θα άξιζε να το αναφέρει κανείς εκτός από εκείνο τον παιάνα, τον οποίο όλοι ψάλλουν, το ωραιότερο ίσως απ' όλα τα τραγούδια, κυριολεκτικά, όπως κι ο ίδιος το λέει, «εύρημα των Μουσών». Και νομίζω ότι ο θεός μας το έδειξε αυτό κυρίως με τούτη τη συγκεκριμένη περίπτωση, ώστε να μην αμφιβάλλουμε ότι αυτά τα όμορφα δημιουργήματα δεν είναι έργα ανθρώπων ούτε ανήκουν στους ανθρώπους αλλά έργα θεών και ανήκουν στους θεούς, κι ότι οι ποιητές δεν είναι τίποτε άλλο παρά αγγελιαφόροι των θεών ― καθένας του θεού από τον όποιο διακατέχεται. Αυτά θέλοντας να μας φανερώσει ο θεός τραγούδησε το πιο όμορφο τραγούδι εξεπίτηδες μέσα από τα χείλη του πιο ασήμαντου ποιητή‡ ή έχεις την εντύπωση, Ίωνα, ότι δεν τα λεω καλά;
ΙΩΝ. Ναι, μα τον Δία, σωστά μου φαίνονται" αγγίζεις με τα λόγια σου, δεν ξέρω πώς, Σωκράτη, την ψυχή μου, και μου φαίνεται Ότι χάρη σε κάποιο θεϊκό χάρισμα οι μεγάλοι ποιητές μας τα μεταφέρουν αυτά από τους θεούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υποβάλλοντας το σχόλιο σου επιβεβαιώνεις ότι έχεις διαβάσει και αποδεχθεί τους όρους χρήσης και σχολιασμού του μπλογκ. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
http://eleusisdiagoridon.blogspot.gr/2013/08/blog-post_49.html